Ένα ακόμη «καψόνι»


Ουδείς δικαιούται να δηλώνει έκπληκτος –ούτε η Κομισιόν, ούτε ο Σεντένο και οι άλλοι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης– για τη γερμανική στάση στο τελευταίο Eurogroup με θέμα τα ελληνικά μνημόνια. Και λέμε μόνο για τα μνημόνια, γιατί η Ελλάδα θα είναι έτσι κι αλλιώς σταθερό θέμα στα Eurogroup, έστω και με το καπέλο του ESM, μέχρι το 2022, όταν πρόκειται να ενεργοποιηθούν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με τις προϋποθέσεις τους.

Φυσικά, το γερμανικό βέτο με πρόσχημα τις ενστάσεις της Bundestag δεν έχει να κάνει με το ασήμαντο ποσό των 28 εκατ. ευρώ που κοστίζει η παράταση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά μέχρι το τέλος του έτους.
Ο ρόλος του είναι διπλός: αφενός έχει «παιδαγωγικό» χαρακτήρα προς την ελληνική πλευρά, υπογραμμίζοντας ότι ο μηχανισμός ενισχυμένης εποπτείας, που για πρώτη φορά εφαρμόζεται στην Ελλάδα ως «ειδική περίπτωση», δεν θα έχει μια δεδομένη και αδιατάρακτη «κανονικότητα».

Αφετέρου περιλαμβάνει το μήνυμα προς το γερμανικό κοινοβούλιο, που περιδινείται γύρω από την ατζέντα της ακροδεξιάς AfD και της ακροδεξιόστροφης CSU του Ζεερχόφερ, ότι η καγκελαρία δεν πρόκειται να χαριστεί σε κανένα και θα συνεχίσει τις ασκήσεις δημοσιονομικής πειθαρχίας προς την Ελλάδα όσο και όποτε χρειαστεί.


Οι γερμανικές προειδοποιήσεις

Αυτό που κάνει ακόμη πιο χαρακτηριστική τη γερμανική στάση είναι ότι η ανακοίνωση του παγώματος του ΦΠΑ στα νησιά έγινε σε πλήρη συμφωνία με την Κομισιόν και με τη Μέρκελ προσωπικά, και ανακοινώθηκε με τον επισημότερο τρόπο μετά τη Σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό –άρα είχε και την έγκρισή της–, αλλά και μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με τη γερμανική για τις επαναπροωθήσεις μεταναστών. Αν για κάτι απολύτως συμφωνημένο και ελάχιστου κόστους υπάρχει τέτοια αντίδραση και απαιτείται ισοδύναμο, τι θα συμβεί αν η κυβέρνηση αποπειραθεί να παγώσει τη μείωση των συντάξεων ή του αφορολογήτου, όπως επανειλημμένα τις τελευταίες μέρες έχουν υπαινιχθεί κυβερνητικά στελέχη και ο πρωθυπουργός προσωπικά; 

Για το τι μπορεί να συμβεί ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς έδωσε μια σαφή προειδοποίηση όχι μόνο με την αναβολή της δόσης, αλλά και με όσα είπε στην Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωκοινοβουλίου, τονίζοντας ότι «θα ήταν μεγάλο λάθος να αλλάξει η Ελλάδα το πρόγραμμα που έχει συμφωνηθεί».

Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Μοσκοβισί και του Σεντένο να πείσουν ότι η μεταμνημονιακή ενισχυμένη εποπτεία είναι μια ευρωπαϊκή «κανονικότητα», το τελευταίο γερμανικό καψόνι δείχνει ότι αυτή η «κανονικότητα» μπορεί να είναι μια διαδοχή από διαταραχές και μίνι κρίσεις. Άλλες γιατί αυτή είναι η απολύτως προβλέψιμη τακτική της Μέρκελ και των κυβερνητικών της εταίρων, και άλλες γιατί ορισμένα πράγματα είναι πάνω από τις δυνάμεις ακόμη και της «αυτοκράτειρας» της Ευρωζώνης.


Οι «εύθραυστες συνθήκες»

Το κείμενο που έδωσε στη δημοσιότητα η Κομισιόν την περασμένη Τρίτη ως «απόφαση εφαρμογής της ενισχυμένης εποπτείας», το οποίο πηγάζει από τον Κανονισμό 472/2013, είναι ένας οδικός χάρτης μέχρι το 2022 που κάθε σταθμός του μπορεί να επιφυλάσσει ένα περιστατικό «διαταραχής». Σε αδρές γραμμές λέει:

Η Ελλάδα έχει λάβει από το 2010 δάνεια 275,8 δισ., τα 243,7 από την Ευρωζώνη και τα 32,1 δισ. από το ΔΝΤ. Το συνολικό χρέος της αντιστοιχεί στο 178,6% του ΑΕΠ (στοιχεία τέλους 2017).

Παρά τις μεταρρυθμίσεις και τη βελτίωση της δημοσιονομικής εικόνας «η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ανισορροπίες και ευαλωτότητες», αναφέρει η απόφαση, προσδιορίζοντας ως σημεία στενής επιτήρησης : το υψηλό χρέος, την καθαρή αρνητική θέση στις ξένες επενδύσεις, την ανεργία, το επιχειρηματικό περιβάλλον, τους δείκτες ανταγωνιστικότητας, την έκθεση των τραπεζών, ιδιαίτερα το υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων και τα βήματα μέχρι την πλήρη άρση των capital control (χωρίς χρονοδιάγραμμα), τις «εύθραυστες» συνθήκες δανεισμού από τις αγορές και γενικώς τα ρίσκα στα οποία είναι ακόμη εκτεθειμένη η ελληνική οικονομία, τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την υπόλοιπη ευρωζώνη.

 Η απόφαση αναφέρεται στα μέτρα για το χρέος που εξασφαλίζουν μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα και κόστος εξυπηρέτησής του κάτω από το 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2036, καθώς και στη συμφωνία εξέτασης πιθανών νέων μέτρων το 2032.

 Παραπέμπει στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου και δεν έχουν ολοκληρωθεί, καθώς και σε αυτές που περιγράφονται στην απόφαση του Eurogroup της 22/6.
 Αφορούν 6 άξονες: πλεονάσματα- φορολογία και φορολογική διοίκηση, κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια, χρηματοπιστωτικό σύστημα, αγορές εργασίας και προϊόντων, ιδιωτικοποιήσεις, δημόσια διοίκηση.
Αυτοί οι άξονες θα είναι αντικείμενο τριμηνιαίων ελέγχων και εκθέσεων, όπως ορίζονται από το άρθρο 2 του Κανονισμού 472/2013, που πρώτη φορά ενεργοποιείται. Οι έλεγχοι θα γίνονται από την Κομισιόν, που θα συνεπικουρείται από την ΕΚΤ και τον ESM.


Τέσσερα επίπεδα εποπτείας

Ουσιαστικά, με τον συνδυασμό όλων νομικών εργαλείων που ενεργοποιούνται από τον Αύγουστο, θα συντρέχουν τέσσερα παράλληλα επίπεδα εποπτείας:


  •     Η ενισχυμένη, με τους τριμηνιαίους ελέγχους μέχρι το 2022. Αναγκαία είναι η υποσημείωση ότι η πρώτη απόφαση ισχύει για έξι μήνες, άρα κάθε εξάμηνο η Κομισιόν θα πρέπει να παίρνει μια ανάλογη απόφαση, η οποία ίσως επιφυλάσσει πρόσθετες εκπλήξεις. Μετά τη λήξη αυτής της περιόδου, η ενισχυμένη εποπτεία μεταπίπτει σε «κανονική», μέχρι την εξόφληση του 75% του χρέους που οφείλει η Ελλάδα στους Ευρωπαίους δανειστές της.



  •     Η εποπτεία στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου που ισχύει για όλες τις χώρες, αλλά δεν είναι διόλου αδιάφορη και ανώδυνη.



  •     Το σύστημα έγκαιρης του ESM που λειτουργεί όσο ο Μηχανισμός παραμένει κάτοχος χρέους –στην ελληνική περίπτωση μέχρι το 2060–.



  •     Και η εποπτεία του ΔΝΤ. Ο ακριβής χαρακτήρας της τελευταίας θα αποσαφηνιστεί μετά τις 27 Ιουλίου, οπότε συνεδριάζει το Δ.Σ. του Ταμείου για να συντάξει τη δική του έκθεση, που θα περιλαμβάνει και την εκτίμηση για τη βιωσιμότητα του χρέους.


Ο πειρασμός του εκβιασμού

Ωστόσο, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ενισχυμένης εποπτείας είναι η σύνδεση των τριμηνιαίων ελέγχων και των αντίστοιχων εκθέσεων με την ενεργοποίηση των μέτρων για το χρέος. 

Πέραν επιμήκυνσης και της παράτασης εξόφλησης κατά μια δεκαετία που εφαρμόζεται άμεσα, η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα καθώς και η παραίτηση από την προσαύξηση επιτοκίου στο δάνειο του δεύτερου μνημονίου θα γίνεται κάθε εξάμηνο, από τον Δεκέμβριο 2018 μέχρι τον Ιούνιο 2022, εφόσον υπάρχουν θετικές εκθέσεις, δηλαδή εφαρμόζονται οι συμφωνηθείσες πολιτικές. Αυτός ο μηχανισμός, που αντιστοιχεί σε χρήματα, αποτελεί την εγγύηση που απαίτησε και επέβαλε η γερμανική ηγεσία ώστε να ασκεί βέτο και εκβιασμούς ανά πάσα στιγμή.

 Ο πειρασμός και επόμενων καψονιών θα είναι διαρκής. Να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο κανονισμός 472/2013 δεν προβλέπει αιρεσιμότητες, δηλαδή σύνδεση τις ενισχυμένης εποπτείας με «κυρώσεις» και αναγκαστικές διορθωτικές δράσεις, όπως δεν προβλέπει τριμηνιαίους, αλλά 4μηνιαίους ελέγχους. Ωστόσο, για να ικανοποιηθούν οι προδιαγραφές του γερμανικού «πειθαρχείου», για την Ελλάδα επινοήθηκε …η απόκλιση της απόκλισης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: