Εχουν αρχίσει να εκδηλώνονται
οι πρώτες σοβαρές συνέπειες από τις σκληρές οικονομικές κυρώσεις που
επιβλήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία κατά
της Ρωσίας και αποφασίστηκαν μετά την αντίδραση της Μόσχας στο αιματηρό φιλοδυτικό
πραξικόπημα το Φεβρουάριο στο Κίεβο,που εξαπέλυσε στη χώρα έναν εμφύλιο που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Πριν από λίγες ώρες η διοίκηση της ρώσικης αεροπορικής εταιρείας χαμηλού κόστους Dobrolet, θυγατρική της Aeroflot, ανακοίνωσε ότι διακόπτει "προσωρινά" από τώρα και στο εξής όλες τις πτήσεις της, αφού βρίσκεται στη λίστα των εταιρειών στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις. "Εξαιτίας μιας άνευ προηγουμένου πίεσης στην εταιρεία Dobrolet, ο μεταφορέας είναι υποχρεωμένος να αναστείλει τις πτήσεις και τις πωλήσεις εισιτηρίων," αναφέρεται σε λακωνική χθεσινοβραδινή δήλωση της εταιρείας, που εξηγεί ότι οι "Ευρωπαίοι ομόλογοι της, "ακύρωσαν τις συμφωνίες ασφάλισης των αεροσκαφών, ανέστειλαν την παροχή αεροναυτικών πληροφοριών και αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με τις συμφωνίες μίσθωσης, επισκευής και συντήρησης που είχαν υπογράψει στο παρελθόν.
Σύμφωνα με την ΕΕ, η χαμηλού κόστους ρωσική εταιρεία - η οποία πραγματοποιεί τακτικά πτήσεις μεταξύ Μόσχας και Συμφερόπολη της Κριμαίας - "διευκολύνει την ενσωμάτωση με την Ρωσική Ομοσπονδία της Αυτόνομη Δημοκρατίας της Κριμαίας , που παράνομα προσάρτησε, και υπονομεύει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. "Ελάχιστη σημασία έχει ότι η Κριμαία έγινε μέρος της Ουκρανίας μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, και για καθαρά διοικητικά θέματα στα πλαίσια του πολυεθνικού κράτους της τότε ΕΣΣΔ, και ότι πρόσφατα επέστρεψε στη Ρωσία μετά από ένα δημοψήφισμα μονόδρομο, με τεράστια συμμετοχή σαν αντίδραση στην επιθετικότητα του νέου αντι-ρωσικού Ουκρανικού εθνικιστικού καθεστώτος.
Το γεγονός είναι ότι οι πρόσφατες κυρώσεις των Βρυξελλών ενάντια στη Μόσχα, αυτή τη φορά δεν αφορούν μόνο κάποια πρόσωπα της ρώσικης διοίκησης ή των "αποσχιστών" της ανατολικής Ουκρανίας , όπως στο παρελθόν. Αυτή τη φορά, τα αντίποινα εναντίον της Μόσχας πλήττουν, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση των ρωσικών κρατικών τραπεζών στις ευρωπαϊκές αγορές κεφαλαίων , την εισαγωγή-εξαγωγή όπλων, την εξαγωγή τεχνολογίας διπλής χρήσης στρατιωτικής και μη στρατιωτικής (σχεδόν τα πάντα) και, τέλος, την πώληση από την Ευρώπη προς τη Ρωσία της τεχνολογίας που μπορεί να χρησιμοποιήσει η πετρελαϊκή βιομηχανία για την εξαγωγή πετρελαίου από τα βαθιά ύδατα της Αρκτικής ή τα βράχια σχιστόλιθου.
Το πρόβλημα είναι ότι το πακέτο κυρώσεων, το πιο μαζικό από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου κατά της Ρωσίας, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις και στις οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών, πράγμα που ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δεν παραλείπει να καταγγέλλει και να υπενθυμίζει. Η ζημιά για την ευρωπαϊκή οικονομία που από μόνη της ήταν ελάχιστα ακμάζουσα λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης της μεγαλύτερης του περασμένου αιώνα, δεν προκύπτει μόνο από τα αντίμετρα που αποφάσισε η ρωσική κυβέρνηση, με περιορισμένες επιπτώσεις που περιορίζονται μέχρι τώρα στις εμπορικές συναλλαγές, ιδίως στον τομέα των γεωργικών προϊόντων.
Οι κυρώσεις και ο εμπορικός πόλεμος που εξαπέλυσαν Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον θα γυρίσει μπούμερανγκ για ορισμένους βασικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Φυσικά, η Ρωσία θα πρέπει να ανακατευθύνει τις εισαγωγές, τις εξαγωγές και την τεχνολογική συνεργασία προς άλλες ακτές πιο ανεξάρτητες από τις πολιτικές του δυτικού στρατοπέδου, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν μεγάλες αντιθέσεις. Ο κόσμος σήμερα δεν είναι πλέον μονοπολικός όπως ήταν πριν από είκοσι χρόνια.
Πριν από λίγες ώρες η διοίκηση της ρώσικης αεροπορικής εταιρείας χαμηλού κόστους Dobrolet, θυγατρική της Aeroflot, ανακοίνωσε ότι διακόπτει "προσωρινά" από τώρα και στο εξής όλες τις πτήσεις της, αφού βρίσκεται στη λίστα των εταιρειών στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις. "Εξαιτίας μιας άνευ προηγουμένου πίεσης στην εταιρεία Dobrolet, ο μεταφορέας είναι υποχρεωμένος να αναστείλει τις πτήσεις και τις πωλήσεις εισιτηρίων," αναφέρεται σε λακωνική χθεσινοβραδινή δήλωση της εταιρείας, που εξηγεί ότι οι "Ευρωπαίοι ομόλογοι της, "ακύρωσαν τις συμφωνίες ασφάλισης των αεροσκαφών, ανέστειλαν την παροχή αεροναυτικών πληροφοριών και αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με τις συμφωνίες μίσθωσης, επισκευής και συντήρησης που είχαν υπογράψει στο παρελθόν.
Σύμφωνα με την ΕΕ, η χαμηλού κόστους ρωσική εταιρεία - η οποία πραγματοποιεί τακτικά πτήσεις μεταξύ Μόσχας και Συμφερόπολη της Κριμαίας - "διευκολύνει την ενσωμάτωση με την Ρωσική Ομοσπονδία της Αυτόνομη Δημοκρατίας της Κριμαίας , που παράνομα προσάρτησε, και υπονομεύει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. "Ελάχιστη σημασία έχει ότι η Κριμαία έγινε μέρος της Ουκρανίας μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, και για καθαρά διοικητικά θέματα στα πλαίσια του πολυεθνικού κράτους της τότε ΕΣΣΔ, και ότι πρόσφατα επέστρεψε στη Ρωσία μετά από ένα δημοψήφισμα μονόδρομο, με τεράστια συμμετοχή σαν αντίδραση στην επιθετικότητα του νέου αντι-ρωσικού Ουκρανικού εθνικιστικού καθεστώτος.
Το γεγονός είναι ότι οι πρόσφατες κυρώσεις των Βρυξελλών ενάντια στη Μόσχα, αυτή τη φορά δεν αφορούν μόνο κάποια πρόσωπα της ρώσικης διοίκησης ή των "αποσχιστών" της ανατολικής Ουκρανίας , όπως στο παρελθόν. Αυτή τη φορά, τα αντίποινα εναντίον της Μόσχας πλήττουν, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση των ρωσικών κρατικών τραπεζών στις ευρωπαϊκές αγορές κεφαλαίων , την εισαγωγή-εξαγωγή όπλων, την εξαγωγή τεχνολογίας διπλής χρήσης στρατιωτικής και μη στρατιωτικής (σχεδόν τα πάντα) και, τέλος, την πώληση από την Ευρώπη προς τη Ρωσία της τεχνολογίας που μπορεί να χρησιμοποιήσει η πετρελαϊκή βιομηχανία για την εξαγωγή πετρελαίου από τα βαθιά ύδατα της Αρκτικής ή τα βράχια σχιστόλιθου.
Το πρόβλημα είναι ότι το πακέτο κυρώσεων, το πιο μαζικό από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου κατά της Ρωσίας, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις και στις οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών, πράγμα που ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δεν παραλείπει να καταγγέλλει και να υπενθυμίζει. Η ζημιά για την ευρωπαϊκή οικονομία που από μόνη της ήταν ελάχιστα ακμάζουσα λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης της μεγαλύτερης του περασμένου αιώνα, δεν προκύπτει μόνο από τα αντίμετρα που αποφάσισε η ρωσική κυβέρνηση, με περιορισμένες επιπτώσεις που περιορίζονται μέχρι τώρα στις εμπορικές συναλλαγές, ιδίως στον τομέα των γεωργικών προϊόντων.
Οι κυρώσεις και ο εμπορικός πόλεμος που εξαπέλυσαν Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον θα γυρίσει μπούμερανγκ για ορισμένους βασικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Φυσικά, η Ρωσία θα πρέπει να ανακατευθύνει τις εισαγωγές, τις εξαγωγές και την τεχνολογική συνεργασία προς άλλες ακτές πιο ανεξάρτητες από τις πολιτικές του δυτικού στρατοπέδου, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν μεγάλες αντιθέσεις. Ο κόσμος σήμερα δεν είναι πλέον μονοπολικός όπως ήταν πριν από είκοσι χρόνια.
Σήμερα,
χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Ιράν, η Βραζιλία, η Νότια Αφρική, η Ινδονησία και
άλλοι είναι σε θέση να αποτελέσουν μια
σταθερή και μακροχρόνια εναλλακτική λύση έναντι μιας Δύσης που κλείνει τις
πόρτες στη Μόσχα. Σίγουρα ο αναγκαίος χρόνος για τον αναπροσανατολισμό των
οικονομιών προς άλλα κανάλια είναι μεγάλος, και οι συνέπειες για τη Μόσχα θα είναι
σοβαρές. Αλλά αν οι κυρώσεις είναι πιεστικές, στην πράξη θα υποχρεώσουν τη Ρωσία και
τους συμμάχους της να υλοποιήσουν γρήγορα επιλογές που ίσως να μην είχαν κάνει ποτέ, ή θα τις αποφάσιζαν
με πολύ βραδύτερους ρυθμούς.
Ο αντίκτυπος των περιορισμών που αποφάσισαν οι δυτικές κυβερνήσεις για να τιμωρήσουν
τη ρωσική άρχουσα τάξη θα αποτύχει ειδικά στο εμπόριο, τον χρηματοπιστωτικό
τομέα και τον τομέα της ενέργειας ολόκληρης της Ευρώπης και θα πλήξει σοβαρά ορισμένες
ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες.
Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, οι
συνέπειες θα είναι τόσο σοβαρές ώστε οι προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη της
ευρωζώνης, οι οποίες ήταν ήδη πολύ απαισιόδοξες, θα επαληθευτούν σχεδόν κατά το
ήμισυ. Αναλυτές διαφορετικής προέλευσης - από την Capital ως την Bank of America,από την Merrill
Lynch,ως την Deutsche Asset & Wealth Management μέχρι τη Nomura - προβλέπουν
ότι οι επιπτώσεις των κυρώσεων στη Ρωσία για την ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι αντίστοιχα
τα 3 έως 5 δέκατα του ΑΕΠ του 2014 και αυτό σημαίνει ότι το 2015, σύμφωνα με
τις προβλέψεις για την ανάπτυξη που επεξεργάστηκε τον Ιούλιο το Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο (και ήδη αναθεωρούνται προς τα πάνω) η αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης για το τρέχον
έτος αναμένεται να μειωθεί από 1,1% σε 0, 6%.
Αν και οι ευρωπαϊκές δεξαμενές
σκέψης τείνουν να υποβαθμίσουν τον αντίκτυπο του εμπορικού και τεχνολογικού πόλεμου
με τη Μόσχα είναι σαφές ότι οι οικονομικοί κίνδυνοι για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι
πολύ μεγαλύτεροι από ό, τι έχουν μέχρι τώρα παραδεχτεί δημοσίως οι κυβερνήσεις της
Παλαιάς Ευρώπης. Και αυτό δεν το λένε μόνο οι προβλέψεις.
Οι πρώτοι μήνες της αντιπαράθεσης Βρυξελλών και Μόσχας μέχρι τώρα έχουν παράξει
απτά αποτελέσματα, μιλάμε για πραγματικά δεδομένα και απώλεια εσόδων για τις
ευρωπαϊκές εταιρείες ύψους πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Χιλιάδες επιχειρήσεις
έχουν ήδη μειώσει σημαντικά τις εμπορικές τους συναλλαγές με τη Ρωσία. Σύμφωνα
με τη Nomura, για παράδειγμα, οι εξαγωγές από την ΕΕ προς τη Μόσχα μειώθηκαν
κατά 16,5% μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου, πριν ακόμα ξεκινήσουν οι κυρώσεις. Αλλά ο πόλεμος στον
τομέα της ενέργειας θα είναι αυτός ,κυρίως,που θα προκαλέσει τη μεγαλύτερη
ζημιά στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Έχοντας προβλέψει την επιδείνωση των διπλωματικών
σχέσεων και, επομένως και των οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων μεταξύ
Ευρώπης και Ρωσίας, ορισμένες εταιρείες έχουν ήδη αποφασίσει αντίμετρα που το
μόνο που θα κάνουν είναι να επιδεινώσουν την κατάσταση. Για παράδειγμα, η Royal
Bank of Scotland έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα μειώσει το πιστωτικό όριο προς τη
Μόσχα, ενώ η πετρελαϊκή εταιρεία British Petroleum - η οποία κατέχει το 20% της
ρωσικής Rosneft, μία από τις επιχειρήσεις που τιμωρούνται άμεσα - έχει ήδη ανακοινώσει
μείωση των εσόδων της. Τους τελευταίους μήνες, η Societe General και η Deutsche
Bank έχουν χάσει περίπου το 20% της αξίας των μετοχών τους στις ευρωπαϊκές αγορές.
Παραδόξως, η γερμανική οικονομία θα μπορούσε να είναι από τις πιο πληγείσες, αν
η αντιπαράθεση μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας συνεχιστεί και βαθύνει, με δεδομένη την υψηλή
έκθεση των εταιρειών και των τραπεζών του Βερολίνου στη χώρα του Πούτιν. Προς μεγάλη
ικανοποίηση της Ουάσιγκτον.