Η Κίνα προσκρούει στο Σινικό Τείχος



Αρθρο του Paul Krugman στους New York Times σχετικά με την επιβράδυνση της οικονομίας στην Κίνα: ο παλιός καλός βιομηχανικός εφεδρικός στρατός έχει τελειώσει!


Όλα τα οικονομικά στοιχεία θεωρούνται κάπως σαν ένα είδος επιστημονικής φαντασίας ιδιαίτερα βαρετά, τα κινεζικά όμως στοιχεία είναι ακόμα μεγαλύτερης επιστημονικής φαντασίας από ό, τι πολλά άλλα. Βάλτε έναν αδιαφανή τρόπο διακυβέρνησης, ελεγχόμενα μμε, το αχανές της χώρας, και θα δείτε ότι είναι πιο δύσκολο να καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει στην Κίνα από ό, τι σε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία.



Ωστόσο, τα σημάδια είναι πλέον ολοφάνερα: Η Κίνα έχει μεγάλο πρόβλημα. Δεν μιλάμε για κάποιο μικρό πλήγμα, αλλά για κάτι πιο θεμελιώδες. Συνολικά, ο τρόπος που κινείται επιχειρηματικά η χώρα, το οικονομικό σύστημα που έχει παράγει τρεις δεκαετίες απίστευτης ανάπτυξης, έχει φτάσει στα όριά του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κινεζικό μοντέλο βρίσκεται σε διαδικασία πρόσκρουσης στο Σινικό Τείχος, και το μόνο ερώτημα τώρα είναι πόσο βίαιη θα είναι η πρόσκρουση αυτή.


Ας ξεκινήσουμε από τα στοιχεία, όσο μπορούν να είναι αναξιόπιστα. Αυτό που αμέσως βγάζει μάτια όταν συγκρίνουμε την Κίνα με οποιαδήποτε άλλη οικονομία, πέρα από την ταχεία ανάπτυξή της, είναι η ανισορροπία μεταξύ κατανάλωσης και επενδύσεων. Όλες οι επιτυχημένες οικονομίες αφιερώνουν μέρος του τρέχοντος εισοδήματος τους το προορίζουν για επενδύσεις και όχι για την κατανάλωση, έτσι ώστε να επεκτείνουν μελλοντικά την ικανότητά τους να καταναλώνουν. Η Κίνα, ωστόσο, φαίνεται να επενδύει μόνο για να επεκτείνει τη μελλοντική ικανότητα της να επενδύει ακόμα περισσότερο. Η Αμερική που έχει σίγουρα ένα μάλλον υψηλό επίπεδο κατανάλωσης, αφιερώνει το 70 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της στην κατανάλωση, αλλά για την Κίνα το ποσοστό αυτό φτάνει μόνο στη μέση: σχεδόν το μισό ΑΕΠ επενδύεται.

Πώς είναι δυνατόν; Τι κρατάει την κατανάλωση τόσο χαμηλά, και πώς οι Κινέζοι κατάφεραν να επενδύουν τόσο πολύ χωρίς (μέχρι σήμερα) να έχουν έντονα φθίνουσες αποδόσεις; Οι απαντήσεις είναι αντικείμενο έντονης διαμάχης. Η πιο λογική απάντηση για μένα, όμως, βασίζεται σε μια παλιά διαίσθηση του οικονομολόγου W. Arthur Lewis, σύμφωνα με τον οποίο οι χώρες που βρίσκονται στα πρώτα στάδια της οικονομικής ανάπτυξης έχουν συνήθως ένα μικρό σύγχρονο τομέα δίπλα σε ένα μεγάλο παραδοσιακό τομέα με τεράστιες ποσότητες "πλεονάζουσας εργασίας" - υποαπασχολούμενοι αγρότες με οριακή το πολύ συμβολή στην οικονομική παραγωγή συνολικά.

Η ύπαρξη πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, με τη σειρά της,έχει δύο συνέπειες. Πρώτον, για κάποπιο διάστημα, οι χώρες αυτές μπορούν να προχωρούν σε μεγάλες επενδύσει,σε νέα εργοστάσια,  κατασκευές, και ούτω καθεξής, χωρίς φθίνουσες αποδόσεις κεφαλαίων, επειδή μπορούν ναπροχωρήσουν προσελκύοντας κι άλλους εργαζομένους από την ύπαιθρο. Δεύτερον, ο ανταγωνισμός αυτού του εφεδρικού στρατού εργατών κρατάει τους μισθούς χαμηλά, ακόμη, παρά την ανάπτυξη της οικονομίας και γίνεται πιο πλούσια. Στην πραγματικότητα,αυτό που,κυρίως, συμπιέζει την κινεζική κατανάλωση φαίνεται πως είναι ότι
το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που παράγεται από την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, σε καμία περίπτωση δεν πηγαίνει στις κινεζικές οικογένειες. Ένα μέρος, πηγαίνει προς μια πολιτική ελίτ, αλλά ένα μεγάλο μέρος πολύ απλά συγκεντρώνεται σε επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες είναι κρατικές.

Όλα αυτά είναι πολύ παράξενα με τα δικά μας στάνταρτ, αλλά  για αρκετές δεκαετίες έκανε τη δουλειά του. Τώρα, όμως, η Κίνα έχει φτάσει "στο σημείο Lewis" - για να το θέσω απλά, και
το πλεόνασμα αγροτών έχει εξαντληθεί.

Αυτό  είναι καλό. Οι μισθοί αυξάνονται, και, οι  απλοί Κινέζοι έχουν αρχίσει να δρέπουν τους καρπούς της ανάπτυξης. Αυτό όμως σημαίνει και ότι η κινεζική οικονομία βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπη με την ανάγκη  δραστικής "εξισορρόπησης" - η χαρακτηριστική έκφραση της εποχής μας.Οι επενδύσεις έχουν αρχίσει πλέον να έχουν φθίνουσες αποδόσεις και μειώνονται δραματικά, ό, τι και να κάνει η κυβέρνηση, ενώ οι καταναλωτικές δαπάνες πρέπει να αυξηθούν δραματικά για να εξισορροπήσει η κατάσταση. Το ερώτημα είναι αν αυτό μπορεί να γίνει αρκετά γρήγορα έτσι ώστε να αποφευχθεί μια άσχημη κρίση.

Και η απάντηση φαίνεται να είναι, ολο και περισσότερο αρνητική. Η ανάγκη για εξισορρόπηση ήταν προφανής εδώ και χρόνια, αλλά η Κίνα συνέχιζε να αναβάλλει τις απαραίτητες αλλαγές, και τόνωνε την οικονομία της μέσω της υποτιμημένης συναλλαγματικής ισοτιμίας και ωκεανούς φθηνών δανείων. (Πριν κάποιος θέσει το ερώτημα: Όχι, μοιάζει ελάχιστα με τις πολιτικές της Federal Reserve στα δικά μας μέρη). Τα μέτρα αυτά έχουν αναβάλει την ημέρα της αναμέτρησης, αλλά έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση που, όταν κάποια στιγμή φτάσει η στιγμή πράγματα θα γίνουν ακόμη πιο δύσκολα. Και η στιγμή έχει φτάσει.

Το πρόβλημα για όλους εμάς τους υπόλοιπους είναι σοβαρό; Με τη λογική των αγορών – και αυτό είναι που μετράει στις διεθνείς εξελίξεις - η κινεζική οικονομία εξακολουθεί να είναι λίγο μεγαλύτερη από της Ιαπωνίας, μισή περίπου από την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι μεγάλη, αλλά δεν είναι τεράστια, και, υπό κανονικές συνθήκες, ο κόσμος θα μπορούσε πολύ πιθανόν να αντιμετωπίσει εύκολα τα προβλήματα της Κίνας.

Δυστυχώς όμως, οι σημερινοί καιροί δεν είναι φυσιολογικοί: η Κίνα πλήττει το σημείο Lewis την ίδια χρονική στιγμή που οι δυτικές οικονομίες αντιμετωπίζουν τη δική τους "Στιγμή Μίνσκυ", το σημείο όπου οι ιδιώτες δανειολήπτες με υπερβολικά ανοίγματα προσπαθούν να αποσυρθούν ταυτόχρονα, και αυτό προκαλεί γενική κατάρρευση. Τα νέα προβλήματα της Κίνας είναι το τελευταίο που θα χρειαζόμασταν.

Δεν αμφιβάλω καθόλου ότι πολλοί αναγνώστες θα αισθάνονται λίγο αποπροσανατολισμένοι. Μέχρι χθες φοβούμασταν τους κινέζους. Τώρα φοβόμαστε μήπως πάθουν τίποτα.. Όμως, έτσι κι αλλιώς η κατάστασή μας δεν έχει βελτιωθεί