Του Δημήτρη Μπελαντή
1.Πρέσπες : Η διεθνής δυτική ιμπεριαλιστική πίεση στο ελληνικό κράτος και οι αιτίες της
Η Συμφωνία των Πρεσπών συνδέεται στενά και μονοσήμαντα με την
ενίσχυση του ΝΑΤΟ στα Δυτικά Βαλκάνια και έχει ορισθεί ως απαραίτητη προϋπόθεση
για την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. ως τώρα, Η Ελλάδα, αρχικά, δεν συμφωνούσε στην διαδικασία αυτήν ,
θέτοντας ως βέτο για την ένταξη στους διεθνείς αυτούς οργανισμούς το ζήτημα του
ονόματος και της εθνικότητας και
υπηκοότητας της ΠΓΔΜ ( ήδη ονομασθείσας
επίσημα ως «Βόρεια Μακεδονία») . Η
σύσκεψη των Υπουργών Εξωτερικών
και ηγετών του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008 δεν είχε καταφέρει να ξεπεράσει
αυτό το εμπόδιο. Προφανώς, η μακροχρόνια
αντίθεση αυτή της Ελλάδας δεν αφορούσε την ένταξη στο ΝΑΤΟ αλλά την
εθνική/εθνοτική διαφορά.
Όλη η σχετική πίεση
από τα δυτικά κέντρα εξουσίας ( τα
κέντρα εξουσίας του δυτικού ιμπεριαλισμού) για την σύναψη της Συμφωνίας και την
κύρωση αυτής από τα αντίστοιχα κοινοβούλια της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ είχε ως αποκλειστικό κίνητρο την ένταξη της
ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, κυρίως το ΝΑΤΟ. Χωρίς αυτό το ζήτημα να εκκρεμεί ,
καμία πίεση δεν θα είχε ασκηθεί πάνω στις δύο χώρες για την επίλυση της
μακροχρόνιας εθνικής ή εθνοτικής
διαφοράς σχετικά με το όνομα. Ήδη, και
στο Βουκουρέστι το 2008, αυτό ήταν το μοναδικό και αποκλειστικό ζήτημα, ήταν
και τότε το βασικό διεθνές κίνητρο της ηγεσίας του ΝΑΤΟ για την
άμεση «επίλυση» της διαφοράς μεταξύ των δύο χωρών. Βεβαίως, στο διεθνές
πλαίσιο, το ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε, πριν από την Συμφωνία των
Πρεσπών, την αναγνώριση της ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» από πάνω από 140 κράτη διεθνώς, και μάλιστα
με τον κίνδυνο αυτά να αυξηθούν και άλλο σε περίπτωση άρνησής της. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι ,
χωρίς την τώρα συναίνεση της ελληνικής πλευράς και άρση του βέτο εκ μέρους της
, η ΠΓΔΜ δεν θα μπορούσε να γίνει
κράτος-μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ , τουλάχιστον όχι το αμέσως επόμενο
διάστημα, όχι εύκολα και όχι χωρίς
μεγάλες συγκρούσεις και επιπλοκές.
Συνεπώς, η αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα ήταν κρίσιμη και σημαντική και ως εξ αυτού οι συνεχείς πολιτικές και
διπλωματικές πιέσεις στην Ελλάδα επί χρόνια.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο.
Η κεντρικότητα του
στόχου ένταξης σε ΝΑΤΟ και ΕΕ και η αναπόσπαστη σύνδεσή της με τον κορμό της
Συμφωνίας επισημαίνεται κατά τρόπο
ρητό και επαναλαμβανόμενο στο Άρθρο 2
της Συμφωνίας. Εκεί συμφωνείται ότι το
Πρώτο Μέρος ( η Ελληνική Δημοκρατία) θα αποδεχθεί και ενισχύσει, μετά την κύρωση της συμφωνίας
από τα εθνικά κοινοβούλια, την ένταξη
του Δευτέρου Μέρους ( Της ΠΓΔΜ, που δεν αναφέρεται καν ως τέτοια , της Βόρειας Μακεδονίας , όπως
πια συμφωνείται ότι θα ονομάζεται) στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και δεν θα προβάλει
κανένα εμπόδιο, αντιθέτως θα είναι απόλυτα ενισχυτική στην ένταξη της χώρας
αυτής στους παραπάνω δύο οργανισμούς. Ήδη, αυτό έγινε με την κύρωση από την
Βουλή του σχετικού πρωτοκόλλου ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.
Αυτός, άλλωστε, ήταν
και είναι ο αποκλειστικός λόγος για τον
οποίο όλα τα δυτικά καπιταλιστικά/ιμπεριαλιστικά και ευρωατλαντικά κέντρα εξουσίας
χαιρέτισαν με ζέση και ενθουσιασμό την σύναψη της Συμφωνίας αλλά και την κύρωσή
της από τα δύο εθνικά κοινοβούλια, Ελλάδας και ΠΓΔΜ, ως μια εξαιρετικά θετική για την Δύση πολιτική εξέλιξη. Ο Γραμματέας
του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ , σε συνέντευξή τύπου του, την 04/12/2018, σχετική με την
αναμέτρηση ισχύος μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας και μάλιστα στο ζήτημα των βαλλιστικών πυραύλων, ενέταξε
σαφώς την «θετική» αυτήν συμφωνία στα
πλαίσια ενίσχυσης της δυτικής και ευρωατλαντικής πολιτικής, στρατιωτικής και
γεωπολιτικής ισχύος . [1]
Επίσης,
θεωρήθηκε δεδομένο ότι η επίσκεψη της καγκελλαρίου της Γερμανίας Ανγκέλα Μέρκελ
στην Αθήνα κατά τον Ιανουάριο
2019, λίγο πριν από την κύρωση της
συμφωνίας από το ελληνικό κοινοβούλιο, αποσκοπούσε στην ενίσχυση της διάθεσης
και τάσης μέσα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα να κυρωθεί η Συμφωνία και στην
πολιτική ενίσχυση του Αλέξη Τσίπρα σε σχέση με την επίτευξη του σκοπού αυτού, στην πίεση για
αυτήν την επίτευξη. Δεν μπορεί να
θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι η έντονα φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Εφημερίδα
των Συντακτών» είχε απολύτως θριαμβευτικό
τόνο στο εξώφυλλό της κατά την επίσκεψη της Μέρκελ, υπό την έννοια ότι η
Μέρκελ επιδοκίμαζε την προσπάθεια του «
ιδεολογικά αντιπάλου» της Αλέξη Τσίπρα υπέρ της Συμφωνίας και αποδοκίμαζε την
απορριπτική στάση του «πολιτικού
συγγενούς» της Κυριάκου Μητσοτάκη.
Και όχι μόνο
αυτό. Την ημέρα κύρωσης της Συμφωνίας
από την ελληνική Βουλή , Παρασκευή 25-1-2019, η ιστοσελίδα του κυβερνητικού
κόμματος Left.gr ανακοίνωσε ότι μια σειρά από σημαντικές διεθνείς προσωπικότητες όπως ο παραπάνω Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, οι πρέσβεις των ΗΠΑ και του Καναδά, ο κ.
Γιουνκέρ , ο κ. Μοσκοβισί, η γερμανίδα καγκελλάριος, η πρωθυπουργός της
Βρετανίας, ο Ντόναλντ Τασκ κ.α.
χαιρετούν θερμά την ελληνική κύρωση της
Συμφωνίας .Μάλιστα, άνοιξε και μια σελίδα ουσιαστικά «συγχαρητηρίων και
ευσήμων», όπου φιγούραραν βασικές
ηγετικές προσωπικότητες του δυτικού κόσμου, αυτό που σε μια πιο μαρξιστική πολιτική διάλεκτο θα χαρακτηρίζαμε ως η αφρόκρεμα της ηγεσίας των δυτικών
ιμπεριαλιστικών χωρών.