Daniel Munevar,πρώην σύμβουλος του Βαρουφάκη : «Να γιατί άλλαξα γνώμη για το Grexit»

exit-sign_00420286



« Στην ευρωζώνη πολιτική βούληση για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων του ευρώ δεν υπάρχει».

του Thomas Fazi

Ο Daniel Munevar  είναι ένας νεαρός μετα-κεϋνσιανός οικονομολόγος από τη Μπογκοτά. Εργάστηκε με το Γιάννη Βαρουφάκη, ως σύμβουλος δημοσιονομικών πολιτικών και βιωσιμότητας του χρέους την περίοδο που ο Βαρουφάκης ήταν υπουργός Οικονομικών στην Ελλάδα. Έχει διατελέσει σύμβουλος  επί δημοσιονομικών θεμάτων στο Υπουργείο Οικονομικών της Κολομβίας, και ειδικός σύμβουλος για τις άμεσες ξένες επενδύσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών του Ισημερινού. Θεωρείται από τους κορυφαίους ειδικούς στη μελέτη του δημόσιου χρέους της Λατινικής Αμερικής. Αυτό καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα την αξιολόγηση του για τις διαπραγματεύσεις και τη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών της. Στη συνέντευξη εξηγεί το λόγο που τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων τον έκαναν να αλλάξει γνώμη για  το Grexit.

Ποια είναι η  γνώμη σας για την τελευταία συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών της;

Λοιπόν, πρώτα απ 'όλα δεν είναι ακόμη σαφές κατά πόσον θα υπάρξει συμφωνία - υπάρχουν πολλά κοινοβούλια που θα πρέπει να εγκρίνουν τη συμμετοχή των αντίστοιχων χωρών στο πρόγραμμα "διάσωσης" του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Κι ακόμα και αν με κάποιο τρόπο καταλήξουν σε συμφωνία, δεν υπάρχει περίπτωση το πρόγραμμα να  "περπατήσει". Τα οικονομικά μέτρα του προγράμματος πολύ απλά είναι τρελά. Οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί, αλλά αν κοιτάξουμε τις αναλύσεις βιωσιμότητας του χρέους (Debt Sustainability Analysis, DSA) που δημοσιεύτηκαν από το ΔΝΤ και την Επιτροπή, θα δούμε ότι και οι δύο ανεβάζουν τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% σε μεσοπρόθεσμη βάση.

Αλλά αν δει κανείς τι έχει συμβεί τα τελευταία πέντε χρόνια, η Ελλάδα κατάφερε να "βελτιώσει"  το διαρθρωτικό ισοζύγιό της - τη μείωση των δαπανών και την αύξηση των φόρων - κατά 19 μονάδες του ΑΕΠ. Την ίδια περίοδο το ΑΕΠ της χώρας κατέρρευσε κατά περίπου 20%: μια αναλογία περίπου  1: 1. Ετσι αν ξεκινήσει με ένα πρωτογενές έλλειμμα 1% - μια γενικά αποδεκτή πρόβλεψη για το τρέχον έτος – για φτάσει το 3,5% θα πρέπει να κάνει μια προσαρμογή πάνω από το 4% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι το ΑΕΠ θα πέσει άλλες 4 ποσοστιαίες μονάδες από σήμερα μέχρι το  2018 .

Αυτό μας οδηγεί σε ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, ότι δηλαδή η σημερινή συμφωνία είναι μόνο μια γεύση γιαυτό που πρόκειται να έρθει. Το τελικό Μνημόνιο (Memorandum of Understanding (MoU) είναι σίγουρο ότι θα περιλαμβάνει πολύ αυστηρότερα μέτρα λιτότητας απ’ όσα επί του παρόντος έχουν τεθεί στο τραπέζι, προκειμένου να αντισταθμιστεί η πτώση του ΑΕΠ των τελευταίων μηνών λόγω της αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές. Το πρόβλημα είναι ότι αυτά τα Μνημόνια μετατρέπουν την Ελλάδα σε αποικία χρέους : βασικά, δημιουργείται ένα σύνολο κανόνων και αν δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι – κάτι που αναπόφευκτα θα συμβεί – τότε θα υποχρεωθεί η κυβέρνηση να κάνει πρόσθετες περικοπές, οι οποίες με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση του ΑΕΠ, πράγμα που σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα, και πάει λέγοντας. Μιλάμε για ένα ατελείωτο  φαύλο κύκλο.

Αυτό αναδεικνύει ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα: το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα διαχώριζαν πάντα τους δημοσιονομικούς στόχους από την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους. Η λογική της ελάφρυνσης του χρέους είναι ότι η ελάφρυνση βασικά σας επιτρέπει να βάλεται μικρότερους δημοσιονομικούς στόχους  και να μοιράσεται σε περισσότερα χρόνια τις συνέπειες της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας, ακόμα και αν το χρέος μειωνόταν στο βαθμό που επιθυμεί η Αθήνα – πράγμα απίθανο- η χώρα είναι υποχρεωμένη  να πάρει μαζικά μέτρα λιτότητας, περισσότερα από όσα έχει πάρει μέχρι σήμερα.

Τουλάχιστον η ελάφρυνση του χρέους τώρα συζητιέται ανοιχτά ...

Αυτό είναι θετικό. Αλλά οι δανειστές γνώριζαν πάντα αυτό που το ΔΝΤ  μόλις πρόσφατα παραδέχθηκε: ότι η Ελλάδα ήταν και παραμένει αφερέγγυα και το χρέος της ήταν και παραμένει μη βιώσιμο. Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ είναι πολύ σαφής ως προς αυτό.
Αλλά και οι προηγούμενες εκθέσεις – που ποτέ δεν δημοσιοποιήθηκαν, όλες έλεγαν το ίδιο πράγμα: ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι ποτέ δεν το παραδέχθηκαν, ακόμα και αν ήταν σε όλους σαφές  ότι χωρίς αναδιάρθρωση - και αν αυτή δεν συνδεόταν με μικρότερους δημοσιονομικούς στόχους – η όποια συμφωνία δεν ήταν εφικτή. Μόνο τώρα το πρόβλημα έχει αρχίσει να τίθεται κι αυτό είτε επειδή η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορεί να αγνοηθεί, είτε επειδή ο κίνδυνος για ένα Grexit έχει γίνει τόσο εμφανής  που οι  ΗΠΑ άρχισαν να ασκούν πιέσεις στο ΔΝΤ για να πιέσει κι αυτό με τη σειρά του την Ευρώπη.

Σχετικά με το Grexit, δεν είναι αντιφατικό ότι η Γερμανία είναι αντίθετη στη μείωση του χρέους, αλλά είναι υπέρ μιας λύσης που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει την Ελλάδα στην παύση πληρωμής του εξωτερικού της χρέους, πράγμα που σημαίνει ότι η Γερμανία θα χάσει όσα λεφτά έχει δανείσει στην Ελλάδα;

Είναι, αν το δούμε καθαρά από οικονομική άποψη. Από αυτή την πλευρά η γερμανική θέση δεν έχει νόημα. Ολα αυτά όμως δεν έχουν καμία σχέση με την οικονομία, ή ότι η Γερμανία δεν θέλει να χάσει τα χρήματά της. Εξάλλου, μιλάμε για ένα άνοιγμα της Γερμανίας γύρω στα 80 δισεκατομμύρια ευρώ - ένα αμελητέο ποσό συνολικά. Έχει σχέση όμως με την ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ  να γίνει ένα παράδειγμα για την υπόλοιπη Ευρώπη. Ό, τι έγινε τους τελευταίους μήνες δεν ήταν παρά ένας τρόπος να πουν στους λαού της Ευρώπης: «Προσέξτε μην ψηφίσετε κόμματα που έχουν το ίδιο πρόγραμμα, γιατί θα σας συντρίψουμε. Αυτό γίνεται όταν κάποιος δεν ακολουθεί τους κανόνες ή όταν αρνείται να πληρώσει τον λογαριασμό. Ή λιτότητα ή βγαίνετε έξω» Ο Τσίπρας το είπε ξεκάθαρα: υπέγραψε τη συμφωνία με το μαχαίρι στο λαιμό. Αυτό ήταν το επιχείρημα του Σόιμπλε για το Grexit: αν οι Έλληνες δεν θέλουν να πληρώσουν, ας τους πετάξουμε έξω, να τους δούμε να υποφέρουν και ας τους χρησιμοποιήσουμε σαν παράδειγμα για να φοβίσουμε και τις άλλες υπερχρεωμένες χώρες .

Η ελληνική κυβέρνηση γνώριζε από την αρχή, ότι οι δανειστές δεν είχαν καμία απολύτως πρόθεση να εξετάσουν το θέμα της μείωσης του χρέους;

Ναι, αλλά η θέση του Βαρουφάκης ήταν ότι η Ελλάδα  έπρεπε να παλέψει για να κλείσει μια συμφωνία με καλή επιχειρηματική λογική,  που θα περιλάμβανε δηλαδή τη μείωση του χρέους και βιώσιμους δημοσιονομικούς στόχους. Αλλά, όπως εξήγησε σε συνέντευξή του στο New Statesman, σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων εργάστηκε με ένα συλλογικό σύστημα λήψης αποφάσεων όπου ήταν πάντα μειοψηφία, οπότε οι πιθανότητες να περάσει τις απόψεις του ήταν αρκετά περιορισμένες.

Η πλειοψηφία της ομάδας Τσίπρα πίστευε πάντα πως αν η Ελλάδα έκανε παραχωρήσεις θα μπορούσε να κλείσει  μια καλή συμφωνία. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο μετά το Γιουρογκρούπ της Ρίγα ο Τσίπρας ουσιαστικά έβαλε στο περιθώριο τον  Βαρουφάκη και άρχισε να κάνει παραχωρήσεις, ελπίζοντας ότι η στρατηγική αυτή θα είχε επιτυχία. Αυτή ήταν η στρατηγική της κυβέρνησης τους τελευταίους μήνες. Αν συγκρίνουμε τις προτάσεις που μπήκαν στο τραπέζι με τις προτάσεις του Μαρτίου, θα δούμε ότι υπάρχει μια πλήρης αντιστροφή προς το χειρότερο.

Αυτό, επειδή πίστευαν ότι μέσα από παραχωρήσεις θα κατάφερναν να διαπραγματευτούν μια καλή συμφωνία. Και έτσι εξηγείται επίσης γιατί, μέχρι το δημοψήφισμα, η μείωση του χρέους δεν ήταν καν στην ημερήσια διάταξη. Φυσικά, η στρατηγική αυτή δεν λειτούργησε, διότι οι πιστωτές δεν είχαν την πρόθεση  να δοθεί στην Ελλάδα κάτι που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μια πολιτική νίκη της Ελλάδας.

Πιστεύετε ότι θα ήταν καλύτερα για την ελληνική κυβέρνηση, αν ακολουθούσε τη στρατηγική Βαρουφάκη, μείωση του χρέους ή τίποτα;

Με κάθε ειλικρίνεια, είναι δύσκολο να πει κανείς αν τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά. Οι Έλληνες δεν είχαν ούτε χρήματα ούτε δύναμη. Τα μόνα όπλα που είχαν στη διάθεσή τους στις διαπραγματεύσεις ήταν τα επιχειρήματα, η λογική και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Αλλά προφανώς ζούμε σε μια Ευρώπη στην οποία κανένα από αυτά δεν έχει αξία.

Έτσι, και οι δύο στρατηγικές - του Βαρουφάκη και του Τσίπρα - ήταν καταδικασμένες να αποτύχουν από την αρχή;

Ναι, ήταν μια παγίδα. Στο παρελθόν, κάθε φορά που τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα αντιμετώπιζαν κάποια πρόκληση από μια εθνική κυβέρνηση κατάφευγαν σε απειλές: αύξηση των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων, απειλή ότι θα κλείσουν τις τράπεζες, κ.λπ.για να τις συνετίσουν Στο παρελθόν, η γραμμή αυτή “δούλεψε” πάντα: οι κυβερνήσεις υπέκυπταν. Και υποτίθεται ότι και με τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα έκαναν. Αλλά η Ελλάδα δεν έκανε πίσω, και αυτός είναι ο λόγος που τα θεσμικά όργανα αντέδρασαν τόσο βίαια.

Πιστεύεται ότι η εισαγωγή
των IOUs  - κάτι που πρότεινε τόσο ο Βαρουφάκης όσο και ο Σόιμπλε – θα μπορούσε να είναι μια βιώσιμη εναλλακτική λύση;

Το πρόβλημα είναι ότι αν αρχίσεις να εισάγεις το IOUs για να πληρώσεις μισθούς και συντάξεις, θα μπεις σ’ένα δρόμο ολισθηρό, επειδή οι άνθρωποι θα υποθέσουν ότι αυτό είναι το πρώτο βήμα για να εγκαταλείψεις το ευρώ οπότε θα συμπεριφερθούν ανάλογα, αποθησαυρίζοντας τα διαθέσιμα ευρώ. Συνεπώς, η οικονομική δραστηριότητα θα μειωθεί  ακόμα περισσότερο και ένα σημαντικό μέρος από τα φορολογικά έσοδα θα πρέπει να μετατραπεί σε ΙΟUs. Αυτό με τη σειρά του θα υποχρεώσει την κυβέρνηση να εκδώσει περισσότερα IOUs για να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες, και στο τέλος θα βρεθείτε σε ένα φαύλο κύκλο που ουσιαστικά οδηγεί στην στην έξοδο από το σύστημα.

Αυτός είναι και ο λόγος που η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε αυτή τη μέθοδο χρηματοδότησης, επειδή ο κίνδυνος ήταν να μπει σε κίνηση μια διαδικασία χωρίς επιστροφή. 
Δείτε τι συμβαίνει σήμερα με τις ελληνικές τραπεζικές καταθέσεις: υπό μία έννοια, η Ελλάδα βρίσκεται με το ένα πόδι έξω από το ευρώ, διότι βρίσκεται σε μια θέση όπου οι καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς δεν διαπραγματεύονται στο άρτιο : δηλαδή το ένα ευρώ του τραπεζικού συστήματος στην πραγματικότητα έχει μικρότερη αξία από το ένα ευρώ σε μετρητά. 

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αναφορά και μόνο περί εξόδου  της χώρας από την Ευρωζώνη  έχει οδηγήσει σε μια διαφοροποίηση κινδύνου μεταξύ μετρητών και καταθέσεων, αφού σε περίπτωση εξόδου της χώρα από το ευρώ,αυτές που θα μετατραπούν σε δραχμές θα είναι οι καταθέσεις . Αυτό εξηγεί  και το λόγο που πολλές επιχειρήσεις στην Αθήνα δεν δέχονται πιστωτικές κάρτες. Με τα ΙΟUs ίσως συμβεί το ίδιο: να τεθεί σε λειτουργία ένας αυτοτροφοδοτούμενος μηχανισμός που θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει στην έξοδο, ανεξάρτητα από τους στόχους της κυβέρνησης.

Αυτό που πιθανόν ήθελε ο Σόιμπλε ...

Ακριβώς. Και στο τέλος μάλλον θα το πετύχει. Επειδή αυτή η συμφωνία δεν θα λύσει τίποτα, ούτε για την Ελλάδα ούτε για την ευρωζώνη. Στην πραγματικότητα θα επιδεινώσει τα προβλήματα. Όπως είπα και πριν, ακόμα και αν γίνει ελάφρυνση του χρέους, αν αυτό δεν συνοδεύεται από δημοσιονομικούς στόχους πιο βιώσιμους η χώρα θα εξακολουθήσει την πορεία οικονομικής παρακμής της. Πράγμα που σημαίνει ότι είναι μόνο θέμα χρόνου και ότι αργά ή γρήγορα, η ελληνική οικονομία θα εκραγεί και το πρόβλημα της εξόδου θα επανεμφανιστεί.

Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιλέξει την έξοδο της από το ευρώ;

Δείτε, εγώ ήμουν πάντα αντίθετος σε ένα Grexit, όπως και ο Βαρουφάκης. Αλλά τώρα, μετά την υπογραφή της τελευταίας συμφωνίας, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου το κόστος παραμονής της στη ζώνη του ευρώ έχει αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να την συμφέρει περισσότερο να φύγει - καλύπτοντας όλες τις βραχυπρόθεσμες δαπάνες της εξόδου από το ευρώ - παρά να παραμείνει σε συνθήκες παραίτησης από την εθνική κυριαρχία και χωρίς κανένα οικονομικό όφελος. 

Νομίζω ότι ο Τσίπρας έχει ζυγίσει τα πράγματα και έχει αποφασίσει  ότι είναι καλύτερο για την Ελλάδα να παραμείνει στο ευρώ, ανεξάρτητα από το κόστος. Είναι μια απόφαση που την σέβομαι. Αλλά όταν αρχίσετε να εξετάζετε την οικονομική λογική της συμφωνίας και όλα όσα έχουν συμβεί, δεν μπορεί παρά να καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ δεν έχει μέλλον.

Η συμφωνία αυτή αναβάλλει απλώς το αναπόφευκτο. Επειδή εδώ που φτάσαμε, πρέπει να δούμε ότι στην ευρωζώνη πολιτική βούληση για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων του ευρώ δεν υπάρχει. Τα πράγματα είναι έτσι ακριβώς όπως ουσιαστικά αναφέρει  η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ: ή θα γίνει μια αναδιάρθρωση του χρέους ή θα θεσπιστεί ένα σύστημα μεταφοράς πόρων  για την Ελλάδα - με άλλα λόγια, η δημιουργία μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης. 


Όλοι γνωρίζουμε ποιο είναι το προπατορικό αμάρτημα του ευρώ: ότι αποφασίστηκε ένα κοινό νόμισμα, χωρίς να προβλέπεται ένα σύστημα μεταφοράς πόρων. Αλλά πολιτική βούληση για την επίλυση αυτού του ζητήματος δεν υπάρχει. Έτσι, δε μένει παρά να δεχτούμε ότι το σύστημα δεν λειτουργεί. Αυτό, στην Ευρώπη, μετά από όσα συνέβησαν στην Ελλάδα, δεν θα πρέπει πλέον να θεωρείται ταμπού.

[--->]

Τα IOUs (συντομογραφία του I owe you) είναι ένα κατά κανόνα ανεπίσημο έγγραφό, το οποίο αναγνωρίζει κάποιο χρέος. Πρόκειται δηλαδή για υποσχετικές (υποσχετικά χρεόγραφα), οι οποίες όμως δε συνοδεύονται από κάποια μορφή εγγύησης. Επίσης, διαφέρει από τα γραμμάτια, τα οποία είναι χρεόγραφα στα οποία υπάρχει σαφής αναφορά στην ημερομηνία αποπληρωμής του εκάστοτε χρέους. 
Τα IOUs μπορεί να είναι έντυπα ή ψηφιακά, να φέρουν κάποια μορφή υπογραφής ή σφραγίδας και επίσης μπορεί να είναι ανταλλάξιμα με κάποιο προϊόν ή υπηρεσία και όχι μόνο με νόμισμα. 
Τα IOU θα είναι ένα χρεόγραφο το οποίο θα χρησιμοποιείται παράλληλα με το κεντρικό νόμισμα της χώρας και θα διασφαλίζει την αποπληρωμή συγκεκριμένου ποσού στον κάτοχό τους.
Θα εκδίδονται από το Δημόσιο και πάνω τους θα αναγράφεται η ημερομηνία έκδοσης, το ποσό οφειλής και το όνομα του δικαιούχου.
Τέτοιου είδους χαρτιά θα συναλλάσσονταν στη δευτερογενή αγορά με μεγάλη έκπτωση έναντι του ευρώ, και θα μετατρέπονταν σε «νόμισμα», παράλληλα με το ευρώ.

Δεν θα γίνονταν ευρέως αποδεκτά -πχ σε καταστήματα- αλλά θα χρησιμοποιούνταν για την αποπληρωμή λογαριασμών προς το κράτος, τουλάχιστον αρχικά.
Η εισαγωγή ενός νέου νομίσματος, μαζί με το ευρώ, μπορεί να αποδειχθεί προβληματική, με προφανή κίνδυνο υπερπληθωρισμού.

Επίσης οι όροι για οποιαδήποτε επιστροφή στο ευρώ θα είναι αμφιλεγόμενοι. Σε εκείνο το σημείο, κάποιος θα πρέπει να αποφασίσει ποια θα είναι η κατάλληλη συναλλαγματική ισοτιμία ανάμεσα στην Ελλάδα και το ευρώ. Αν η «επίσημη» ισοτιμία που θα διαλέξει η ελληνική κυβέρνηση απέχει πολλοί από αυτήν στους δρόμους της Αθήνας, θα δημιουργηθεί άμεσο πρόβλημα.
 Τι σημαίνει η έκδοση IOUs
Στις ΗΠΑ όπου έχουν εκδοθεί επανειλημμένα, τα IOUs είναι μια προσωρινή λύση ρευστότητας που έχει χρησιμοποιηθεί αρκετές φορές, ειδικά για την κάλυψη ταμειακών ελλείψεων. 
Στο χώρο του ευρώ παρόμοια παραδείγματα δεν υπάρχουν. Η έκδοση IOUs μπορεί να αποτελεί μια προσωρινή λύση για την κάλυψη των υποχρεώσεων του δημοσίου προς ιδιώτες. Ωστόσο, για πολλούς αναλυτές αποτελεί την προεργασία για μετάβαση σε νέο νόμισμα, κάτι που έχει διαψευσθεί  κατηγορηματικά από όλες τις πλευρές της ελληνικής κυβέρνησης.

Ξέπλυμα μαύρου πολιτικού συστήματος

Τα πράγματα είναι απλά. Ούτε σχόλια χρειάζονται, ούτε αναλύσεις. Η Ιστορία τα καταγράφει μια χαρά. Το μαύρο πολιτικό σύστημα που μας έφτασε εδώ και μας ετοιμάζει για τα χειρότερα, δεν θα τιμωρηθεί ποτέ.

ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΛΙΓΟΤΕΡΟΣ

Είπε ο αριστερός κ. Τσίπρας ότι ένας από τους μεγάλους αντιπάλους για τις δυνάμεις της προόδου και της Αριστεράς είναι οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες.
Και θα τους χτυπήσει είπε. Και θα τους νικήσει.
Την ίδια ώρα ο δεξιός κ. Τσίπρας τρέχει να μας βάλει στο λαιμό την τρίτη μνημονιακή θηλιά για να χαρίσει ακόμη 25 δισ. στις Τράπεζες.
Δηλαδή στους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Τους τσάκισε ο αριστερός κ. Τσίπρας.
Νίκησε ο δεξιός κ. Τσίπρας. Κορώνα – γράμματα δικά του.

Αμόλησε ο παλαιοπασόκος κ. Τσίπρας το τάγμα αυριανιστών που δημιούργησε γύρω του κι άρχισε αυτό το τάγμα να απαιτεί την παραίτηση των βουλευτών που δεν ψηφίζουν τις μνημονιακές παραχωρήσεις του κ. Τσίπρα. «Να δείξουν υπευθυνότητα και να παραδώσουν τις έδρες τους» απαιτούν τα τάγματα αυριανιστών.
Την ίδια ώρα, ο δεξιός κ. Τσίπρας δηλώνει ατάραχος «Αναλαμβάνω τις ευθύνες για τα λάθη του παρελθόντος αλλά δεν θα δραπετεύσω από τις ευθύνες μου».

Για πολλοστή φορά εκπρόσωπος του παλιού πολιτικού συστήματος αναλαμβάνει τις ευθύνες του … παραμένοντας στη θέση του χωρίς να τις πάρει μαζί του φεύγοντας αξιοπρεπώς. Ε, λοιπόν, το ίδιο λένε και οι βουλευτές που αρνούνται να παραδώσουν τις έδρες τους.

Διότι, σύμφωνα με τη λογική του κ. Τσίπρα, αν τις παρέδιδαν θα ήταν σαν να έλεγαν «Αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας και δραπετεύουμε από αυτές».
 Το να θέλει ο κ. Τσίπρας να παραμείνει στη θέση του αναλαμβάνοντας τις ευθύνες του, αλλά να φύγουν οι υπόλοιποι αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους είναι από μόνο του ένας παραλογισμός.

Μας κοροϊδεύει κατάμουτρα ο κ. Τσίπρας υποσχόμενος ότι «Δεν μειώνονται οι συντάξεις». Διότι πρώτον κρύβει ότι δεν μειώνονται οι ήδη υπάρχουσες συντάξεις.

Οι μελλοντικές συντάξεις εξαϋλώνονται, εξαερώνονται, εξευγενίζονται σε χαρτζιλίκι και κοροϊδία.

Και μας κοροϊδεύει διότι, δεύτερον, μπορεί να υπόσχεται ότι δεν μειώνεται το ποσό των συντάξεων, αλλά και μόνο η αύξηση του ΦΠΑ μείωσε ήδη την πραγματική αξία τους.

Στη συνέχεια θα μειωθούν κι άλλο μέσω της αύξησης της ΔΕΗ, την εξαφάνιση του ΕΚΑΣ κι όποιου άλλου συνταξοβόρου μέτρου υπογράψει ο δεξιός κ. Τσίπρας στο τρίτο μνημόνιο «για την ανάπτυξη».

Πολυλογάς σε εμάς ο αριστερός κ. Τσίπρας, εξυπηρετικότατος στους δανειστές ο δεξιός κ. Τσίπρας.

Συμμετείχε ο κ. Τσίπρας στο γεύμα που παρέθεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στους πολιτικούς αρχηγούς με την ευκαιρία «της 41ης επετείου της αποκατάστασης της Δημοκρατίας».
Στο γεύμα, μαθαίνουμε, ότι επικράτησε «ευχάριστη και φιλική ατμόσφαιρα». Μέσα στην τόση ευχάριστη ατμόσφαιρα ο κ. Παυλόπουλος ευχήθηκε σε όλους «χρόνια πολλά» για την ημέρα και τόνισε ότι «αυτή η συνάντησή μας τιμά και την ημέρα, αλλά έχει και τον συμβολισμό της αποκατάστασης της Δημοκρατίας» και ο αριστερός κ. Τσίπρας δεν άρπαξε το ασημένιο μαχαίρι να κάνει χαρακίρι από ντροπή, διότι επικράτησε ο δεξιός κ. Τσίπας που βρήκε φυσιολογικό, κανονικό και δημοκρατικότατο το να έχει προτείνει και ψηφίσει πριν λίγες ώρες τις απαιτήσεις χιλιάδων σελίδων που έστειλαν οι δανειστές στα αγγλικά, χωρίς να τις διαβάσουν οι βουλευτές και δίχως να μπορούν να τις συζητήσουν.

Το γεύμα των πολιτικών αρχηγών ήταν ο συμβολισμός της Δημοκρατίας. Στην κυριολεξία.
Λάβετε, φάγετε• τούτο εστί το μέλλον μας. Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γάρ εστί το αίμα μας.

Διότι όπως είπε και η κυρία Φώφη Γεννηματά τσιμπώντας λίγο λαβράκι με βλήτα και πίνοντας μια γουλιά λευκό σαμιώτικο κρασί: «Σήμερα καταρρέει ο διαχωρισμός «μνημόνιο – αντιμνημόνιο»».

Ακριβώς αυτό. Όσοι πιστέψαμε ότι υπήρξε αληθινή διαφορά μεταξύ των κομμάτων, ας το ξεπιστέψουμε.
Ο πραγματικός διαχωρισμός είναι εμείς και αυτοί. Η δημοκρατία τους δεν έχει αδιέξοδα για αυτούς. Πάντα θα υπάρχουν έξοδοι να διαφύγουν.
 Η δημοκρατία τους είναι το κλουβί μας.
Η δημοκρατία μας είναι στους δρόμους.
‘Η θα βγούμε από τα σπίτια μας ή θα τα πάρουν οι τράπεζες.
Κι αυτό το ερώτημα δε μπορεί να απαντηθεί σε δημοψήφισμα.
Μόνο με πράξεις.

[--->]

Η Ελληνική Κατάρρευση, του Perry Anderson



 Για την κρίση στην Ελλάδα και την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να αντισταθεί στην Ευρωζώνη.

 novote

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί πρόσφατη συμβολή ενός από τους σημαντικότερους σύγχρονους μαρξιστές διανοητές, του Πέρι Άντερσον, σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα.  Το αρχικό κείμενο, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Jacobin, βρίσκεται εδώ.
Μετάφραση – Επιμέλεια: Γιώργος Σουβλής, Ειρήνη Γαϊτάνου


Η Ελληνική Κατάρρευση

Η ελληνική κρίση έχει προκαλέσει ένα προβλέψιμο μείγμα αγανάκτησης και αυτοϊκανοποίησης στην Ευρώπη, που ταλαντεύεται ανάμεσα στον θρήνο για τη σκληρότητα της συμφωνίας που επιβλήθηκε στην Αθήνα και στους πανηγυρισμούς για τη  διατήρηση, την υστάτη στιγμή, της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια – ή και τα δύο ταυτόχρονα. Και οι δύο αντιδράσεις είναι εξίσου άγονες. Καμία από τις δύο δεν έχει θέση σε μια ρεαλιστική ανάλυση.

To ότι η Γερμανία είναι και πάλι η ηγεμονική δύναμη της ηπείρου, δεν είναι κάτι το οποίο περιμέναμε να μάθουμε το 2015: είναι σαφές τουλάχιστον εδώ και είκοσι χρόνια. Το ότι η Γαλλία λειτουργεί ως υπηρέτης της, μια σχέση αρκετά παρόμοια με αυτήν που διατηρεί το Ηνωμένο Βασίλειο με τις ΗΠΑ, ούτε αυτό συνιστά πολιτική καινοτομία: μετά τον Ντε Γκολ, τα αντανακλαστικά του πολιτικού προσωπικού της Γαλλίας θυμίζουν τις αρχές της δεκαετίας του 1940:  όχι μόνο αποδοχή, αλλά ακόμα και θαυμασμός απέναντι στην κυρίαρχη δύναμη της περιόδου, πρώτα την Ουάσινγκτον και μετά το Βερολίνο.

Ακόμη μικρότερη έκπληξη προξενεί η τρέχουσα έκβαση της νομισματικής ένωσης. Από την αρχή, τα οικονομικά οφέλη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης –τα οποία θεωρούνται υποτίθεται ως δεδομένα από τις διάφορες ορθόδοξες απόψεις – ήταν πραγματικά πολύ περιορισμένα.

Το 2008 οι πιο προσεκτικές εκτιμήσεις, από δύο οικονομολόγους υπέρμαχους της ολοκλήρωσης, τον Barry Eichengreen και τον Andrea Bolth, κατέληξαν ότι το ΑΕΠ στην κοινή αγορά έχει αυξηθεί από 3 ως 4% στην περίοδο ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και τα μέσα της δεκαετίας του 1970· ότι ο αντίκτυπος του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος ήταν ασήμαντος· ότι η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη θα μπορούσε να προσθέσει άλλο 1%· και ότι η νομισματική ένωση δεν είχε καμία σχεδόν επίδραση είτε στο ρυθμό ανάπτυξης είτε στο επίπεδο της παραγωγής.

Αυτά συνέβαιναν προτού η παγκόσμια οικονομική κρίση πλήξει την Ευρώπη.  
Από τότε, ως γνωστόν, ο ζουρλομανδύας του ενιαίου νομίσματος έχει αποδειχθεί τόσο καταστροφικός για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που μετέχουν στην ΕΕ όσο είναι συμφέρων για την Γερμανία, όπου η καθήλωση των μισθών – που συγκαλύπτει  την πολύ χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας – εξασφάλισε στην γερμανική βιομηχανία το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα έναντι της υπόλοιπης Ευρωπαικής Ένωσης. 

Όσο για το ρυθμό ανάπτυξης, μια ματιά στην οικονομική απόδοση του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Σουηδίας, μετά το Μάαστριχτ, αρκεί για δείξει τη σαθρότητα του  ισχυρισμού ότι το ευρώ έχει υπάρξει ωφέλιμο για οποιαδήποτε χώρα – αν εξαιρέσουμε τον βασικό αρχιτέκτονά του.

Αυτή είναι η πραγματικότητα της «ευρωπαϊκής Οικογένειας», όπως οικοδομήθηκε από τη νομισματική ένωση και το Σύμφωνο Σταθερότητας
Αλλά, παρά την πραγματικότητα αυτή, η ιδεολογία της παραμένει απαρασάλευτη. Στον επίσημο λόγο, καθώς και στον λόγο των διανοουμένων, η ΕΕ εγγυάται πάντα την ειρήνη και την ευημερία της ηπείρου, εξαφανίζοντας το φάντασμα του πολέμου μεταξύ των εθνών, υπερασπίζοντας τις αξίες της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και διατηρώντας τις αρχές μιας ήπιας ελεύθερης αγοράς, στην οποία, εν τέλει, θεμελιώνεται κάθε ελευθερία. 

Οι κανόνες της, αν και σταθεροί, είναι ευέλικτοι· τα κίνητρά της ανταποκρίνονται στην διπλή επιταγή της αλληλεγγύης και της αποτελεσματικότητας.

Για τις ευαισθησίες τις οποίες διαμορφώνει αυτή η ιδεολογία – την οποία συμμερίζεται όλο το ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο και η μεγάλη πλειοψηφία των σχολιαστών και των δημοσιογράφων – τα δεινά των Ελλήνων ήταν ένα οδυνηρό θέαμα. Ευτυχώς, στο τέλος η λογική θριάμβευσε, επιτεύχθηκε συμβιβασμός και πρέπει όλοι να μοιραστούμε την ελπίδα ότι η ΕΕ δεν έχει υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές.

Από την εκλογική νίκη του Σύριζα τον Ιανουάριο η πορεία που έχει πάρει η κρίση στην Ελλάδα ήταν επίσης προβλέψιμη, με εξαίρεση μια τελική αναδίπλωση που δεν μπορούσε να έχει προβλεφθεί.  
Οι ρίζες της κρίσης εδράζονται στον συνδυασμό αφενός της απάτης που διέπραξε το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη για να μπορέσει η Ελλάδα να μπει στην Ευρώπη και, αφετέρου, των επιπτώσεων που είχε η παγκόσμια κατάρρευση του 2008 στην αδύναμη – επιβαρυμένη με χρέος και μη ανταγωνιστική – ελληνική οικονομία.

Από το 2010 διαδοχικά πακέτα λιτότητας – αυτά που κάποτε αποκαλούνταν «σταθεροποιητικά σχέδια» – επιβλήθηκαν στην Ελλάδα. Τα πακέτα αυτά τα υπαγορεύθηκαν από τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι τράπεζες των οποίων κινδύνευαν περισσότερο από μια ελληνική χρεοκοπία, αλλά τα εφάρμοσε η τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΕΚΤ, ΔΝΤ) σε ένα καθεστώς στενής επιτήρησης.

Έπειτα από πέντε χρόνια μαζικής ανεργίας και περικοπών κοινωνικών παροχών, το ελληνικό χρέος είχε απλώς διογκωθεί ακόμη περισσότερο. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την κυβέρνηση, επειδή υποσχέθηκε, με ιδιαίτερα πύρινη ρητορική, να θέσει τέλος στην υπαγωγή της Ελλάδος στην εξουσία της τρόικας. 
Θα “διαπραγματευόταν εκ νέου” τους όρους της κηδεμονίας της χώρας από την Ευρώπη. 

Πως ήλπιζε να το κάνει αυτό; Απλώς παρακαλώντας για καλύτερη μεταχείριση και αναθεματίζοντας όταν αυτή δεν ερχόταν – ικεσίες και κατάρες, καθώς και αναφορές στις υψηλές αξίες της Ευρώπης στις οποίες το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν θα μπορούσε φυσικά να κωφεύει.

Ασύμβατη με αυτές τις εκρήξεις, τις μίξεις ικεσίας και κατάρας, ήταν – και αυτό κατέστη σαφές από την αρχή – κάθε σκέψη παραίτησης από το Ευρώ.  
Υπήρχαν δυο λόγοι για αυτό. 
 Επαρχιώτικη στην αντίληψη της, η ηγεσία του Σύριζα το έβρισκε δύσκολο να κάνει την οποιαδήποτε διανοητική διάκριση μεταξύ συμμετοχής στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, αντιλαμβανόμενη την έξοδο από την μια σαν να σήμαινε αποπομπή από την άλλη: ο απόλυτος εφιάλτης για οποιοδήποτε καλό Ευρωπαίο, όπως θεωρούσε και η ίδια τον εαυτό της.

Είχε επίσης συνείδηση ότι του γεγονότος ότι το ελληνικό βιοτικό επίπεδο – λιπαινόμενο από τα χαμηλά επιτόκια που ήρθαν από την σύγκληση των spreads σε όλη την Ευρώπη, επιπρόσθετα με τα διαρθρωτικά ταμεία (Structural Funds) – είχε πράγματι αυξηθεί κατά τη διάρκεια των χρόνων Ποτέμκιν της διακυβέρνησης Σημίτη, δημιουργώντας μια θερμή λαϊκή δεξίωση του ευρώ – μνήμη που δεν συνδέθηκε με τις κακουχίες που ακολούθησαν. 

 Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσπάθησε να εξηγήσει την σύνδεση αυτή. Ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του διαβεβαίωναν οποιονδήποτε μπορούσε να ακούσει πως, αντιθέτως, δεν υπήρχε κανένα ζήτημα εγκατάλειψης του Ευρώ.

Έτσι όμως εγκατέλειψαν κάθε ελπίδα διαπραγμάτευσης με την πραγματικήόχι με την ονειρεμένη τους – Ευρώπη. 

To 2015, η απειλή ενός Grexit ήταν οικονομικά πολύ ασθενέστερη σε σχέση με το πώς θα ήταν το 2010, επειδή τώρα οι Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες είχαν ξεπληρωθεί, και το bail out μεταφερόταν ονομαστικά στην Ελλάδα. 

Παρά κάποια καμπανάκια κινδύνου που κάπου κάπου ακούγονταν ακόμα, ο Γερμανός υπουργός οικονομικών είχε, για αρκετό χρόνο και για καλό λόγο, αποφύγει οποιαδήποτε δραματική υλική συνέπεια από μια ελληνική χρεοκοπία.

Αλλά για την ευρωπαϊκή ιδεολογία, την οποία ασπάζονται όλες οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης, επειδή το συμβολικό πλήγμα στο ευρωπαϊκό νόμισμα – στην πραγματικότητα, στην τρέχουσα φορμαλιστική γλώσσα των ημερών, σε αυτό καθαυτό το «ευρωπαϊκό σχέδιο» – θα ήταν τεράστιο, μια τέτοια εξέλιξη θεωρήθηκε σημαντικό να αποφευχθεί. 

 Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που εξελέγη, είχε έτοιμα σχέδια για μια συντεταγμένη χρεοκοπία, – προετοιμάζοντας έλεγχο κεφαλαίων, εναλλακτικό νόμισμα και άλλα μεταβατικά μέτρα τα οποία μπορεί να ήταν αναγκαίο να  εφαρμοστούν μέσα ένα βράδυ,  για να μην ακολουθήσει διαταραχή – και αν είχε απειλήσει την ΕΕ με αυτά, θα είχε ένα διαπραγματευτικό όπλο στα χέρια του.

Εάν επίσης είχε κάνει σαφές ότι, στην περίπτωση μιας σύγκρουσης, θα μπορούσε να βγάλει την Ελλάδα έξω από το ΝΑΤΟ, ακόμη και το Βερολίνο θα σκεφτόταν διπλά το τρίτο πακέτο λιτότητας μπροστά στον αμερικάνικο φόβο για οποιαδήποτε τέτοια πιθανότητα. Αλλά για τους Βολτερικούς αισιόδοξους του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό ήταν φυσικά ακόμη μεγαλύτερο ταμπού από τη σκέψη μιας εξόδου από την Ευρωζώνη.

Έτσι, αντιμέτωπες με έναν ικέτη που εναλλάσσεται μεταξύ του παρακαλητού και της προσβολής, χωρίς καμία κάρτα στα χέρια του, γιατί θα έπρεπε οι συνασπισμένες ευρωπαϊκές δυνάμεις να κάνουν οποιαδήποτε υπαναχώρηση, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι οτιδήποτε αποφάσιζαν θα γινόταν αποδεκτό; 

Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους, φέρθηκαν απολύτως ορθολογικά.

Μια ανατροπή σε ένα χρονικό κατά τα άλλα τόσο προβλεπόμενο προέκυψε όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σε απόγνωση, κάλεσε σε δημοψήφισμα για το τρίτο μνημόνιο, και το ελληνικό εκλογικό σώμα το απέρριψε κατά μεγάλη πλειοψηφία. 

Εξοπλισμένος με αυτό το ηχηρό «ΟΧΙ», ο Τσίπρας επέστρεψε από τις Βρυξέλλες έχοντας ψελλίσει ένα πρόστυχο “ναι” σε ένα τέταρτο και ακόμα σκληρότερο μνημόνιο, ισχυριζόμενος ότι δεν είχε καμία εναλλακτική λύση, επειδή οι Έλληνες ήταν προσκολλημένοι στο ευρώ.

Σε αυτή την περίπτωση, γιατί δεν απηύθυνε την ερώτηση στο λαό στο δημοψήφισμα – θα δεχτείτε τα πάντα προκειμένου να κρατήσετε το ευρώ? Καλώντας σε ένα αποφασιστικό “όχι”, και λίγο περισσότερο από μια βδομάδα μετά απαιτώντας ένα υποτακτικό “ναι”, ο ΣΥΡΙΖΑ αποστάτησε με ταχύτητα που δεν έχουμε ξαναδεί από τότε που οι πολεμικές αποζημιώσεις υποστηρίζονταν από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία το 1914, ακόμα κι αν αυτή τη φορά μια μειοψηφία του κόμματος έσωσε την τιμή του.

Βραχυπρόθεσμα, ο Τσίπρας χωρίς καμία αμφιβολία θα ανθίσει πάνω στα ερείπια των υποσχέσεών του, όπως – η πιο προφανής ξένη σύγκριση -  ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος Ramsay Macdonald κάποτε έκανε στη Βρετανία, ως επικεφαλής μιας εθνικής κυβέρνησης που αποτελούνταν από Συντηρητικούς και που επέβαλε λιτότητα κατά τη διάρκεια της Ύφεσης, προτού ταφεί στην περιφρόνηση από τους σύγχρονούς του και τους απογόνους του.

 Η Ελλάδα είχε επίσης το μερίδιο της σε τέτοιες καταστάσεις και στο παρελθόν. Λίγοι έχουν ξεχάσει τον Στέφανο Στεφανόπουλο και την Αποστασία του 1965. Η χώρα, χωρίς αμφιβολία, είναι αντιμέτωπη με άλλη μια τέτοια κατάσταση.

Τι συμβαίνει λοιπόν με την ευρύτερη λογική της κρίσης?  

Όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, η προσήλωση στην ΕΕ μειώνεται απότομα κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, παντού και με καλές αιτίες. 

Τώρα, η ΕΕ αντιμετωπίζεται ευρύτατα ως αυτό που έχει γίνει: μια ολιγαρχική δομή, γεμάτη διαφθορά, θεμελιωμένη στην άρνηση κάθε είδους λαϊκής κυριαρχίας, επιβάλλοντας ένα πικρό καθεστώς προνομίων για τους λίγους και καταπίεσης για τους πολλούς.

Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι αντιμετωπίζει κανένα θανάσιμο κίνδυνο από τα κάτω.

Ο θυμός διογκώνεται στον πληθυσμό. Αλλά ο φόβος εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να υπερτερεί. 

Σε συνθήκες αυξανόμενης ανασφάλειας, αλλά όχι ακόμα πλήρους καταστροφής, το πρώτο ένστικτο θα είναι πάντα η προσκόλληση σε οτιδήποτε υπάρχει, όσο απωθητικό κι αν είναι αυτό, παρά η διακινδύνευση οτιδήποτε άλλου θα μπορούσε να είναι ριζικά διαφορετικό. 

Αυτό θα αλλάξει μόνο αν, και όταν, ο θυμός είναι μεγαλύτερος από την οργή. Προς το παρόν, εκείνοι που ζουν βασιζόμενοι στο φόβο – δηλαδή η πολιτική τάξη, στην οποία τώρα ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του έχουν προσχωρήσει – είναι ασφαλείς.

Το να κυβερνάς με ιδεοληψίες δεν είναι απλώς καταστροφικό, είναι τελικά εγκληματικό

Ο Γιάννης Κιμπουρόπουλος έγραψε μια εκπληκτική κριτική στις ιδεοληψίες του Τσίπρα και του Βαρουφάκη. Ο ίδιος επέλεξε και ένα απόσπασμα του άρθρου του σαν πρόλογο:

Οι θέσεις των εταίρων μας δεν αποσπάστηκαν ούτε δευτερόλεπτο από τον Ορθό Λόγο, ήταν πάντοτε και προβλέψιμες και απολύτως λογικές. Κυρίως όμως ήταν Ευρωπαϊκές. Διότι αυτή ήταν και είναι η λογική των ευρωπαϊκών μηχανισμών, αυτή είναι η λογική της Ενωμένης Ευρώπης, όπως από τη δεκαετία του 1960 διακήρυσσε η Ελληνική αριστερά. Μια λογική ταξική, σαφώς λογική μηχανισμών απόσπασης πλούτου από τους αδύνατους και μεταφορά του στους δυνατούς. Ακόμα και τώρα που όλοι πλέον, με πρώτους τους ίδιους τους «θεσμούς», βλέπουν ότι το τρίτο μνημόνιο δεν υπάρχει περίπτωση να επιτύχει κανέναν από τους στόχους του, γιατί άραγε η Ε.Ε. επιμένει; Λόγω παραλογισμού; Όχι, απλούστατα διότι υπάρχουν φιλέτα και ασημικά στα οποία δεν έχουν βάλει χέρι ακόμα. Διάφανη λογική που μόνο ιδεοληπτικές εμμονές μπορεί να εμποδίζουν κάποιον να τη διακρίνει. Αυτή είναι η πραγματική Ευρώπη. Η Ευρώπη των κκ. Βαρουφάκη και Τσίπρα υπάρχει στη σφαίρα της Ονειροφαντασίας. Το να κυβερνάς με ιδεοληψίες δεν είναι απλώς καταστροφικό, είναι τελικά εγκληματικό.

Παραθέτω τώρα ολόκληρο το άρθρο, εμπλουτισμένο με σημειώσεις, τονισμούς και συνδέσμους:

Το να κυβερνάς με ιδεοληψίες δεν είναι απλώς καταστροφικό, είναι τελικά εγκληματικό

του ΚΜ

Αφορμή για το σχόλιο αυτό έδωσε ο καταιγισμός άρθρων, συνεντεύξεων και χρησμών, συχνά αντιφατικών, που κατά ριπές (η μεταφορά δεν είναι δική μας) εξαπολύει ο κ. Βαρουφάκης τις τελευταίες μέρες. Θέλουμε εδώ να δούμε τις κεντρικές ιδέες που προβάλλονται από τον, ας μην το ξεχνάμε, κεντρικό διαπραγματευτή της Ελληνικής κυβέρνησης, παρά την παραίτησή του στο παρά πέντε.

O κ. Βαρουφάκης εξακολουθεί να ταξιδεύει στα πέλαγα του ιδεαλισμού (χρησιμοποιώ τον όρο αυστηρά φιλοσοφικά και όχι με την τρέχουσα χρήση). 

Σύμφωνα με όσα είπε σε χθεσινή συνέντευξή του στο CNN: «Η αλήθεια είναι ότι η ισχυρή τρόικα των πιστωτών δεν ενδιαφερόταν να βρεθεί λογική, έντιμη, αμοιβαία αποδεκτή λύση», [1] δηλαδή, ακόμη και τώρα θεωρεί ότι η Ελληνική Κυβέρνηση όφειλε να «διαπραγματεύεται» σύμφωνα με τις ιδέες της «λογικής» και της «εντιμότητας» ή, όπως τόχε πει γλαφυρά τότε, σύμφωνα με τον «Ορθό Λόγο» του Καντ. Για να καταλήξει στο …«Τι έχει κάνει η Ευρώπη στον εαυτό της;», υπονοώντας ότι η συμφωνία με την Ελλάδα είναι καταστροφική για την …Ευρώπη, μια φαντασιακή Ευρώπη, που όπως θα δούμε, υπάρχει μόνο στο μυαλό των Ευρωπαϊστών της «αριστεράς παντός καιρού», όπως πετυχεμένα χαρακτηρίστηκαν πρόσφατα.

Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. 

Πριν ακριβώς δύο χρόνια, σε άρθρο με τίτλο «Πόσο ευσταθούν οι θέσεις της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, όταν αναλάβει την κυβέρνηση;» [2], είχα ασχοληθεί με την ουσία των ιδεών περί διαπραγμάτευσης της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ με στόχο να αποδειχτεί ότι «η κατά Α. Τσίπρα διαπραγμάτευση δε στέκεται από την άποψη της στρατηγικής θεωρίας και επομένως δεν πρόκειται να γίνει».  

Ειδικότερα, είχα ασχοληθεί με τις δύο αντιφατικές αφετηρίες-όρους της «διαπραγμάτευσης» κατά ΣΥΡΙΖΑ, αφενός της κατάργησης των μνημονίων και αφετέρου της παραμονής στην Ευρωζώνη κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.

Αρχικά, είχα καταπιαστεί με το ερώτημα που από τη ΔΕΘ το 2012, είχε κληθεί να απαντήσει ο Τσίπρας: Αν η ΕΕ αρνηθεί τα Ελληνικά αιτήματα, θα αποχωρήσει η ΕΕ Ελλάδα [διόρθωση omadeon] από την Ευρωζώνη; 

Είχε απαντήσει τότε (2012) ο Τσίπρας ότι η ΕΕ αποκλείεται να μη δεχτεί τα Ελληνικά αιτήματα, επειδή η Ελλάδα κρατά την …τύχη της Ευρωζώνης στα χέρια της.

Όμως οκτώ μήνες αργότερα, η ΕΕ δεν ενέδωσε στην Κύπρο και αποδείχτηκε ότι εδώ η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ είχε σοβαρά κενά. 

Ο μόνος που μέχρι τέλους τότε επέμεινε ότι η Κύπρος δεν έπρεπε να ενδώσει, διότι η ΕΕ …μπλόφαρε(!) ήταν ο κ. Βαρουφάκης. 

 Αντίθετα, ο κ. Τσίπρας, σε συνέντευξή του στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» τον Ιούλιο του 2013, πρόβαλε την επόμενη ιδεοληψία που μας ταλανίζει τα τελευταία χρόνια. Ότι δηλαδή η έλευση του ΣΥΡΙΖΑ θα αλλάξει το τοπίο της Ευρώπης ριζικά, ώστε να προκύψει νέα δομή και λειτουργία των οργάνων της ΕΕ και να δικαιωθούν τα αιτήματα του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρενθετικά εδώ να σημειώσουμε ότι η θεωρία αυτή, που διαδίδεται εμφατικά ακόμα και τώρα, συνυπάρχει με την αντίθετη Βαρουφάκεια αφήγηση, σύμφωνα με την οποία το Eurogroup είναι 99% όργανο του Σόιμπλε με κάποια ψήγματα ανεξαρτησίας των Γάλλων. Αλλά αυτό είναι το χαρακτηριστικό των ιδεοληψιών, ότι ενσωματώνονται σε συστήματα με τυπικές αντιφάσεις, χωρίς να διαρρηγνύεται η ικανότητα τους να διαδίδονται από τα ΜΜΕ και τους υπόλοιπους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους.

Αλλά ας επιστρέψουμε στο 2013. Είχε υπαινιχθεί τότε ο Τσίπρας ότι σε περίπτωση που η Ευρώπη τον αναγκάσει, θα απαντήσει με μονομερείς ενέργειες, υπονοώντας την στάση πληρωμών. Είχα αποδείξει τότε ότι η απειλή (με τη στρατηγική έννοια του όρου) που επέσειε ο Τσίπρας προς τους εταίρους δεν επρόκειτο να γίνει πιστευτή όσο η Ελλάδα δεν είχε ως εναλλακτική την έξοδο από την Ευρωζώνη

Το δίδαγμα από την περίπτωση της Κύπρου ήταν ότι θα έπρεπε να έχουμε απάντηση στην περίπτωση που η ΕΚΤ διέκοπτε τη ρευστότητα των Ελληνικών τραπεζών. Η μόνη δυνατή απάντηση σε μια τέτοια περίπτωση είναι η έξοδος από την Ευρωζώνη, αλλά ο Τσίπρας a priori και εμφατικά απέρριπτε σε κάθε περίπτωση τέτοιο ενδεχόμενο. Άρα η απειλή των μονομερών ενεργειών ήταν μια κούφια απειλή και τέτοιες απειλές είναι μη χρησιμοποιήσιμα χαρτιά στις διαπραγματεύσεις.

Έτσι φτάσαμε στον Ιανουάριο του 2015 και στην ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο οποίος πλέον έπρεπε στα σοβαρά να «διαπραγματευτεί» έχοντας όμως ήδη «κάψει» όποια διαπραγματευτικά χαρτιά διέθετε στη σφαίρα της πραγματικότητας.

Τι επέλεξε λοιπόν να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στην αντίφαση; Για μια ακόμα φορά δραπέτευσε στη χώρα της Ονειροφαντασίας. 

Τώρα επιστρατεύτηκε ο «Ορθός Λόγος» και ο Καντ. 

Όταν ρωτήθηκε ο κ. Βαρουφάκης στις 6 Φεβρουαρίου φέτος «Πως θα αρθούν οι πιέσεις» αρκέστηκε να απαντήσει «μέσα από τον ορθό λόγο που δημιούργησε η Ευρώπη» [3]. Δηλαδή, η ΕΕ θα υποχωρούσε στα αιτήματα της Ελλάδας, επειδή αυτά ήταν …«δίκαια», «λογικά», κ.λπ.(!) και δεν ήταν νοητό η Ευρώπη του ορθολογισμού να μην τα λάβει υπόψη της.

 Έτσι, σύμφωνα με την αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ, τελικά η συμφωνία ήταν βέβαιη και αναπόφευκτη, έστω και με υποχωρήσεις, και όλοι θυμόμαστε ότι την ανέμεναν εδώ και μήνες «από μέρα σε μέρα».

Ο παραλογισμός αυτής της δήθεν διαπραγμάτευσης υπογραμμίζεται ακόμα περισσότερο αν θυμηθούμε ότι στις 16 Φεβρουαρίου ο κ. Βαρουφάκης επανήλθε με …απαιτήσεις: «Η Ευρώπη πρέπει να προσαρμοστεί στο γεγονός πως η Ελλάδα αμφισβητεί ένα πρόγραμμα, το οποίο απέτυχε». Σύμφωνοι, αλλά αν η Ευρώπη δεν «προσαρμοστεί», τι προτείνει ο κ. Βαρουφάκης; 

Μα, τις αρχές της …δημοκρατίας, απάντησε, «Η Δημοκρατία λέει να υπάρξει ένας συγκερασμός αντιτιθέμενων απόψεων. Δεν μπορούμε να λέμε ότι αυτό είναι και τέλος. Η ιστορία της ΕΕ έχει αποδείξει πως τα τελεσίγραφα δεν αποτελούν λύση» [4].

Οι ιδεαλιστικές ιδεοληψίες στο μεγαλείο τους: «οι αρχές της δημοκρατίας επιτάσσουν…»! Αλλά η δραπέτευση από την πραγματικότητα στη συνέχεια έφτασε σε παροξυσμό. Διότι, αμέσως μετά ο κ. Βαρουφάκης, που θεωρείται και γνώστης της Θεωρίας Παιγνίων, προσέθεσε: «Δεν μπλοφάρουμε, λέμε ότι θέλουμε τίμια συμφωνία και κοινά σημεία επαφής. Είναι η μόνη επιλογή που έχουμε. Είναι το σχέδιο Α μας. Δεν έχουμε σχέδιο Β».


Απίστευτο πού μπορεί να οδηγήσουν οι ιδεοληψίες.

Έγραψα τότε ότι «η σηματοδότηση [από την Ελληνική κυβέρνηση] με κάθε τρόπο της θέλησής της να υπογράψει και ο τονισμός της έλλειψης από την πλευρά της οποιουδήποτε άλλου σχεδίου, συνιστούν κατά τη γνώμη σας διαπραγματευτική τακτική; Ή μήπως θυμίζουν εκείνον τον αλήστου μνήμης υπόδικο προκάτοχο του κ. Βαρουφάκη, τον Γ. Παπακωνσταντίνου, που όταν «διαπραγματευόταν» το πρώτο μνημόνιο διακήρυσσε σε όλους τους τόνους ότι η Ελλάδα δε διαθέτει άλλη διέξοδο από αυτό, παρομοιάζοντας την περίπτωσή της με τον «Τιτανικό»;» [5].

Και φτάνουμε στην υπογραφή της Συμφωνίας, η οποία έγινε με την Ελληνική κυβέρνηση να αποδέχεται τη Θατσερική θεωρία της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative—Δεν Υπάρχει Εναλλακτική) και τον κ. Βαρουφάκη να την καταψηφίζει με την (ορθή) θέση ότι διαιωνίζει και χειροτερεύει το πρόβλημα.

Αλλά τότε;

Αν δεν υπάρχει εναλλακτική και αν η διαθέσιμη συμφωνία οδηγεί σε ακόμη χειρότερα, μήπως ως Έθνος πρέπει να πάμε να αυτοκτονήσουμε ομαδικά;

Αυτή τη λογική αντίφαση ακόμα και ο κ. Βαρουφάκης πρέπει να την είδε και αιφνιδίως βγήκε να ανακοινώσει ότι βεβαίως και υπήρχε Plan B στα χέρια του κ. Τσίπρα, ο οποίος προφανώς δεν το αποδέχτηκε

Φαίνεται να τον έτσουξε ο αφορισμός του Krugman ότι δεν περίμενε τέτοια ανικανότητα από την Ελληνική κυβέρνηση. 

Αυτό το Plan Β όμως δεν μας το έχουν πει, όπως και δεν έχουν δώσει την υποτιθέμενη μελέτη σύμφωνα με την οποία ο Τσίπρας προτίμησε να υπογράψει από το να περάσει στο Plan B. 

Αλλά από ακριτομυθίες προκύπτει ότι το Βαρουφάκειο Plan B, αν ποτέ υπήρξε, δεν αντιμετωπιζόταν ως σοβαρή εναλλακτική, αλλά απλά ως μια μέθοδος να παραταθεί ακόμη περισσότερο η (υποτιθέμενη) διαπραγμάτευση, δηλαδή η γελοία διαδικασία που μας οδήγησε στο γονάτισμα. 

Ουσιαστικά επρόκειτο για έκδοση διπλού νομίσματος μέσω IOU’s που και πάλι θα γινόταν με ταυτόχρονη διακήρυξη της με κανένα τρόπο και για καμία αιτία αποχώρησης από την Ευρωζώνη, δηλαδή μια από τα ίδια για να συνεχίζει ο κ. Βαρουφάκης να πηγαινοέρχεται στο Eurogroup.

Και εδώ ο κ. Βαρουφάκης περιπίπτει σε μία ακόμα αντίφαση. 

Ταυτόχρονα με την απάντηση που επιχειρεί στην κριτική του Krugman, ότι τάχα είχαν Plan B (που έτσι κι αλλιώς είναι αντίφαση σε σχέση με όσα διαπρυσίως διακήρυσσε παλιότερα, όπως έχουμε δει), προχωρά στο εξής :

  «Ο πρωθυπουργός  ήταν αντιμέτωπος με μια απίστευτα δύσκολη επιλογή. Να αυτοκτονήσει ή να εκτελεστεί» [1]. Μα αυτό αντιφάσκει με την ύπαρξη Plan B, το Plan B εξ ορισμού είναι ένα σχέδιο για να σου επιτρέψει να επιβιώσεις αν το αρχικό σου σχέδιο αποτύχει.

Οπωσδήποτε υπάρχουν προσωπικά κίνητρα πίσω από τις ριπές άρθρων, ομιλιών, διαρροών, συνεντεύξεων, κ.ο.κ. τις οποίες εξαπολύει ο κ. Βαρουφάκης τις τελευταίες μέρες. Αλλά αυτά δε μας ενδιαφέρουν.
Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η ποιότητα του ιδεολογικού λόγου που εκφέρει, η πολιτική και θεωρητική κριτική στα επιχειρήματά του και κυρίως στο βαθμό που αυτά αποτέλεσαν και επιχειρήματα του καθεστωτικού ΣΥΡΙΖΑ.

Πρώτα πρώτα, μας ενδιαφέρει η επίκληση στην άσκηση πολιτικής της «λογικής» και των «πανανθρώπινων αξιών» ως ιδεολογικών επιχειρημάτων. Αυτά όλα θα ακουγόντουσαν, ίσως, με κάποιο ενδιαφέρον στις αρχές και τα μέσα του 18ου αιώνα, όταν η αστική τάξη προετοίμαζε την έφοδό της κατά της φεουδαρχίας, επικαλούμενη επίσης τη «λογική» και τις «πανανθρώπινες αξίες» ως ιδεολογικά επιχειρήματα.

Αλλά από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στ΄ αυλάκι. Και όταν αυτά τα επιχειρήματα επιπλέον χρησιμοποιούνται για να καλύψουν τον αφοπλισμό μιας, υποτίθεται, αριστερής κυβέρνησης, τότε εύλογα κάποιος αναρωτιέται τι άλλο μπορεί να συμβαίνει.

Δεύτερο, μας ενδιαφέρει όχι μόνο η ανυπαρξία εναλλακτικών σχεδίων (βαριά ανικανότητα κατά Krugman) αλλά επιπλέον η a priori διακήρυξη του εθελοντικού αφοπλισμού μας, της δημόσιας αποκήρυξης κάθε άλλης εναλλακτικής, εκτός από το αρχικό σχέδιο επίκλησης των αρχών της δημοκρατίας και του δικαίου.  

Μόνο στην Ελλάδα μπορεί να πουληθεί το ολοφάνερο ψέμα ότι αυτή η στυλ Γ. Παπακωνσταντίνου «διαπραγμάτευση» συνιστά όντως διαπραγμάτευση. Για να αφήσουμε στην άκρη και το εξωφρενικό, ότι θα μπορούσε ποτέ άνθρωπος που γνωρίζει το Α-Β της Θεωρίας Παιγνίων να περιπέσει σε τέτοια απίστευτη ηλιθιότητα.

Όταν κάποιος ασχολείται με τους προηγούμενους έξη μήνες, αλλά και την περασμένη πενταετία, θα πρέπει να διαχωρίσει τις περιπτώσεις Τσίπρα και Βαρουφάκη. Ο κ. Τσίπρας παίζει πάνω στις φαντασιώσεις μιας κοινωνίας που έμαθε να σκέπτεται ιδεοληπτικά μέσω «Μεγάλων Ιδεών». 

Η άρχουσα τάξη έχει αγκαλιάσει με πάθος στις μέρες μας την Μεγάλη Ιδέα του Ευρώ, τα συνθλιβόμενα μεσαία και μικροαστικά στρώματα τη Μεγάλη Ιδέα του Ευρωπαϊσμού, κάποια εργατικά στρώματα τη Μεγάλη Ιδέα του «Λαϊκή Εξουσία ή Τίποτα», κάποια άλλα περιθωριοποιούμενα στρώματα τη Μεγάλη Ιδέα της Εκδίωξης των Μεταναστών που μας παίρνουν το ψωμί από το στόμα.

Ο κ. Τσίπρας, σα γνήσιος λαϊκιστής, εκφέρει λόγο που συναντιέται με αυτές τις μαζικές ιδεοληψίες της κοινωνίας επιχειρώντας, όπως αποδείχτηκε τελικά, να ενσωματώσει την κοινωνική διαμαρτυρία στο κοινωνικό σύστημα του εξαρτημένου Ελληνικού καπιταλισμού. Η περίπτωσή του είναι άλλη από αυτήν του κ. Βαρουφάκη.

Ο τελευταίος επιχειρεί να συνθέσει μια αφήγηση για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, να κατασκευάσει μια θεωρία που θα ιδεολογικοποιεί όσα απίστευτα παρακολουθήσαμε τους επτά τελευταίους μήνες. Προσωπικά, μου κάνει τεράστια εντύπωση η σαθρότητα του λόγου του κ. Βαρουφάκη. Ο λόγος αυτός δεν είναι απίστευτος μόνο για πολιτικό. Είναι απίστευτος κυρίως για ακαδημαϊκό, και μάλιστα ακαδημαϊκό που θεωρείται και γνώστης της στρατηγικής θεωρίας.

 Όταν χρησιμοποιεί τον όρο «διαπραγμάτευση» για μια διαδικασία που από πολιτική και θεωρητική σκοπιά ουδεμία σχέση είχε με διαπραγμάτευση και όταν, προκειμένου να κρύψει την κενότητα του λόγου του ολισθαίνει στην επίκληση των ιδεών του «ευρωπαϊσμού«, της «λογικής» και της «εντιμότητας«, τότε οφείλουμε όλοι να αντιληφθούμε ότι ο κ. Βαρουφάκης δεν ήταν απλώς ο λάθος άνθρωπος στη λάθος θέση. 

Ο κ. Βαρουφάκης είναι το θεωρητικό σύμπτωμα ενός βαθύτερου κρισιακού φαινομένου που οδήγησε ένα κόμμα του «βλέπουμε και κάνουμε» να εκφράσει την κοινωνική διαμαρτυρία.

Οι θέσεις των εταίρων μας δεν αποσπάστηκαν ούτε δευτερόλεπτο από τον Ορθό Λόγο, ήταν πάντοτε και προβλέψιμες και απολύτως λογικές. Κυρίως όμως ήταν Ευρωπαϊκές. Διότι αυτή ήταν και είναι η λογική των ευρωπαϊκών μηχανισμών, αυτή είναι η λογική της Ενωμένης Ευρώπης, όπως από τη δεκαετία του 1960 διακήρυσσε η Ελληνική αριστερά. 

Μια λογική ταξική, σαφώς λογική μηχανισμών απόσπασης πλούτου από τους αδύνατους και μεταφορά του στους δυνατούς. Ακόμα και τώρα που όλοι πλέον, με πρώτους τους ίδιους τους «θεσμούς», βλέπουν ότι το τρίτο μνημόνιο δεν υπάρχει περίπτωση να επιτύχει κανέναν από τους στόχους του, γιατί άραγε η Ε.Ε. επιμένει; 

Λόγω παραλογισμού; Όχι, απλούστατα διότι υπάρχουν φιλέτα και ασημικά στα οποία δεν έχουν βάλει χέρι ακόμα. Διάφανη λογική που μόνο ιδεοληπτικές εμμονές μπορεί να εμποδίζουν κάποιον να τη διακρίνει.

Αυτή είναι η πραγματική Ευρώπη. Η Ευρώπη των κκ. Βαρουφάκη και Τσίπρα υπάρχει στη σφαίρα της Ονειροφαντασίας. Το να κυβερνάς με ιδεοληψίες δεν είναι απλώς καταστροφικό, είναι τελικά εγκληματικό.


 [1] http://tvxs.gr/news/ellada/baroyfakis-sto-cnn-eixame-plan-b-me-entoli-toy-prothypoyrgoy
[2] «Πόσο ευσταθούν οι θέσεις της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, όταν αναλάβει την κυβέρνηση;» http://www.aristerovima.com/details.php?id=4335
[3]http://www.euro2day.gr/news/economy/article/1301476/varoyfakhs-synehizomenh-yfesh-to-mnhmonio.html
[4] http://news.in.gr/economy/article/?aid=1231386193
[5]«Μπότες, Σπιρούνια και Καυτές Διαπραγματεύσεις», http://www.aristerovima.com/details.php?id=4780.