Είναι λάθος να θεωρείται η Γερμανία νικήτρια χώρα



O Hans-Werner Sinn συνοψίζει στους Financial Times αυτό που όλοι γνωρίζουμε ως " κύκλο του Frenkel" (ή το ειδύλλιο κέντρου-περιφέρειας),υποστηρίζει όμως ότι είναι λάθος να λέμε ότι η Γερμανία ως χώρα νίκησε (αν και  γνωρίζουμε ότι κάποιες χώρες βγήκαν χαμένες και φυσικά κάποιος κερδίζει από αυτό).Αυτό που προτείνει είναι η μεταρρύθμιση της ευρωζώνης σε ένα σύστημα πιο κοντά στο παλιό Bretton Woods:


"Οι χώρες που αντιμετωπίζουν σήμερα προβλήματα ήταν οι αποδέκτες των κεφαλαίων που κινητοποιήθηκαν  από τη νομισματική ένωση.Το ευρώ εξάλειψε τον συναλλαγματικό κίνδυνο, οπότε όσοι επένδυαν στις χώρες του νότου αποδεχόντουσαν τις χαμηλότερες αποδόσεις. Οι εισροές κεφαλαίων τροφοδοτούσαν κύματα οικονομικής δραστηριότητας που μετατράπηκαν σε φούσκες, δημιουργώντας έτσι τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών.Οι φούσκες έσκασαν όταν οι επενδυτές σταμάτησαν να χρηματοδοτούν αυτά τα ελλείμματα, εγκαταλείποντας τις μη ανταγωνιστικές οικονομίες. "

Ο συγγραφέας καθιστά επίσης σαφές ότι τώρα:
"Το πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί ικανοποιητικά μέσω του αποπληθωρισμού, δεδομένου ότι αυτό θα οδηγούσε σε πτώχευση πολλά υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις."

Ο Hans-Werner Sinn στη συνέχεια κάνει ένα διαχωρισμό και υποστηρίζει ότι, παρότι η κατάσταση δεν είναι συμμετρική,εντούτοις δεν μπορούμε να μιλάμε για χώρες που "οφελούνται" και χώρες που "χάνουν" από τα εμπορικά ελλείμματα:

" Ο Niall Ferguson έγραφε πρόσφατα στους Financial Times ότι το ευρώ βοήθησε τη Γερμανία επειδή δημιούργησε πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών σε βάρος των χωρών του Νότου. Αυτή η άποψη είναι λάθος. Οι ανισορροπίες στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ροές κεφαλαίων. Οταν υπάρχει μια ροή κεφαλαίων από τη χώρα Α στη χώρα Β, η Α αντιμετωπίζει μια επιβράδυνση της οικονομίας της, ενώ η Β ανάπτυξη.Οι χώρες που αναπτύσσονται εισάγουν περισσότερα, ενώ η αύξηση των μισθών συμπιέζει τις εξαγωγές τους. Το αντίθετο συμβαίνει με τις χώρες εταίρους τους. Και μόνο για αυτό το λόγο είναι παράλογο να λέμε ότι μια χώρα "οφελείται" από τα πλεονάσματα των τρεχουσών συναλλαγών ή "χάνει" με το έλλειμμα. "


Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι μερκαντιλίστικη στρατηγική της Γερμανίας είναι μια στρατηγική αδιέξοδη, και ότι η Γερμανία, ως χώρα, κατήγαγε μια πύρρειο νίκη. Ο λόγος είναι αυτός που είχαμε διαβάσει στο Spiegel: για να κερδίσει τη δεσπόζουσα θέση της η Γερμανία, έπρεπε να συμπιέσει την εγχώρια ζήτηση και τις επενδύσεις, μειώνοντας έτσι την τρέχουσα και μελλοντική ανάπτυξή της. Ο Hans-Werner Sinn, το εξηγεί:


"Η Γερμανία, στα πλαίσια του ευρώ, υπήρξε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κεφαλαίων και βυθίστηκε σε μια περίοδο πρωτοφανούς στασιμότητας. Μόνο το ένα τρίτο των αποταμιεύσεών της επενδύθηκαν στο εσωτερικό της χώρας, με αποτέλεσμα, τα πρώτα χρόνια του ευρώ, οι καθαρές επενδύσεις της και η ανάπτυξή της να  ήταν η μικρότερη στην Ευρώπη.Η ανεργία που αυξανόταν ώθησε την κυβέρνηση Σρέντερ να εφαρμόσει το 2003 οδυνηρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις (για να το πούμε καλύτερα: η Γερμανία, ενώ κήρυσσε τη δημοσιονομική πειθαρχία στους άλλους, εφάρμοζε ανταγωνιστικές μεταρρυθμίσεις για τη μείωση του κόστους εργασίας, αναλαμβάνοντας τη φροντίδα των θυμάτων τους με παροχή κρατικών επιδοτήσεων, στμ). Όταν το 1995 ανακοινώθηκε το ευρώ, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Γερμανίας ήταν στη δεύτερη θέση στην Ευρωζώνη. Σήμερα είναι στην έβδομη θέση. Αυτό δεν είναι ακριβώς μια απόδοση "ευρώ-νικητή".


Τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται για τη Γερμανία λίγο μετά το σκάσιμο της φούσκα στις χώρες της νότιας Ευρώπης, γιατί τότε η Γερμανία έγινε ένα "ασφαλές καταφύγιο", για τις αποταμιεύσεις. "

Στο τελευταίο μέρος ο συγγραφέας κρατάει αποστάσεις από τον Niall Ferguson και την πρόταση για την καθιέρωση μορφών αναδιανομής του πλούτου μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, όπως είναι οι εγγυήσεις για τις καταθέσεις, ένας κοινός προϋπολογισμός για της χώρες της ευρωζώνης ή τα περιβόητα "ευρωομόλογα". Γιατί; Επειδή αυτά τα μέτρα θα παρατείνουν την αγωνία:

"Αυτό θα διαιώνιζε τις διαφορές ανταγωνιστικότητας που έχουν προκύψει ως συνέπεια της πιστωτικής φούσκας στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, θα κρατούσε τους μισθούς σε επίπεδα που δεν αντικατοπτρίζουν την παραγωγικότητα και θα μετέτρεπε μια προσωρινή κρίση σε χρόνια ασθένεια. Αντίθετα, μαυτό τον τρόπο το ευρώ θα γινόταν πιο ακριβό , επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο τη ανταγωνιστικότητα των χωρών που πλήττονται από την κρίση. "


Ποια είναι λοιπόν η λύση κατά τη γνώμη του Hans-Werner Sinn; Η πρώτη απάντηση είναι απογοητευτική:

"Να τραβήξουμε μπροστά είναι η μόνη λύση.Η Γερμανία πρέπει να αποδεχτεί μεγαλύτερο πληθωρισμό, ενώ οι χώρες του νότου να μειώσουν τον δικό τους και να συνεχίσουν να ευθυγραμμίζουν τις σχετικές τιμές." Ο Sinn αναφέρει ρητά επίσης ότι αυτό  "απαιτεί σκληρά μέτρα λιτότητας."


Αλλά ο Sinn αναγνωρίζει επίσης ότι οι χώρες που δεν θα τα καταφέρουν πρέπει να βγουν από το ευρώ :

"Στις χώρες που δεν τα καταφέρνουν, θα πρέπει να επιτρέπεται να φεύγουν από το ευρώ, και να επανέρχονται, αφού υποτιμήσουν το νόμισμα τους και εφαρμόσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Η Ευρωζώνη δεν είναι ομοσπονδιακό κράτος και  το ευρώ δεν μπορεί να λειτουργήσει όπως το δολάριο. Θάπρεπε να μοιάζει περισσότερο με ένα σύστημα όπως το παλιό σύστημα του Bretton Woods στο οποίο οι χώρες μπορούσαν να βγουν και να ξαναμπούν αφού επαναπροσδιόριζαν την ισοτιμία του νομίσματός τους. Η Ελλάδα θα είχε οφέλη από μια συντεταγμένη έξοδο της αν στη συνέχεια προχωρούσε σε υποτίμηση του νομίσματος της. Η έξοδος θα πρέπει να συνοδεύεται με κούρεμα του χρέους που θα μετατρέπει το χρέος σε εγχώριο νόμισμα και η δυνατότητα επανόδου θα έδινε το κίνητρο στη χώρα να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. "
Η ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, καταλήγει, δίνει μαθήματα αναφορικά με τους κινδύνους αμοιβαιοποίησης του χρέους, για παράδειγμα μέσω των ευρωομολόγων:

"Μετά την αμοιβαιοποίηση των χρεών των Ηνωμένων Πολιτειών το 1791 και ξανά μετά το δεύτερο πόλεμο κατά της Μεγάλης Βρετανίας το 1813, οι Πολιτείες υπερχρεώθηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί μια πιστωτική φούσκα που έσκασε το 1837 και οδήγησε στη χρεοκοπία πάνω από τις μισές Πολιτείες. Όπως έδειξε ο Harold James του Princeton, το μόνο αποτέλεσμα της αμοιβαιοποίησης του χρέους ήταν μια σύγκρουση (ο πόλεμος απόσχισης το 1861, στμ) "


Ο συγγραφέας του άρθρου είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου της Βαυαρίας και πρόεδρος του Ifo Institute.