Υπογράφηκε το Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού (Tpp)



Ο μισός Ειρηνικός σε αμερικανικά χέρια

 του Claudio Conti
Τέλος στην εποχή του ΠΟΕ και της παγκοσμιοποίησης, σήμερα περνάμε στην εποχή των υπερατλαντικών συνθηκών που αναπόφευκτα θα βάλουν σε δοκιμασία τα οικονομικά και εμπορικά μπλοκ, άμεσα ή στο μέλλον, σε άγριο «ανταγωνισμό» με όλους τους υπόλοιπους.

Η υπογραφή χθες στην Ατλάντα, της Γεωργίας των ΗΠΑ, του  
Συμφώνου Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού (Tpp) είναι μια πράξη πολέμου. Εμπορικού πολέμου, για την ώρα. Όπως θα είναι, εάν ολοκληρωθούν οι ακόμα πιο δύσκολες διαπραγματεύσεις, της Διατλαντικής Συνεργασίας στο Εμπόριο και στις Επενδύσεις  (ΤΤΙΡ) μεταξύ  Ηνωμένων Πολιτειών και  Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Οι χώρες που συμμετέχουν είναι μόνο δώδεκα: οι ΗΠΑ,η Αυστραλία, η Χιλή,ο Καναδάς, το Μεξικό, η Ιαπωνία, η Νέα Ζηλανδία, η Μαλαισία, το Βιετνάμ, το Μπρουνέι, το Περού και η Σιγκαπούρη. Πρακτικά, εκτός από το Βιετνάμ, μόνο αγγλόφωνες χώρες ή πρώην «αποικίες» των Ηνωμένων Πολιτειών.

Περιττό να πούμε ότι όλα τα καθεστωτικά μμε αναφέρουν - ότι ο «εχθρός» είναι η Κίνα.

Στους μεγάλους απόντες θα πρέπει να υπογραμμιστεί  η απουσία μιας άλλης ιστορικής «βάσης» των ΗΠΑ, της Νότιας Κορέας, κάτι για το οποίο όλως περιέργως δε αναφέρεται κανένας, αν και έχει πολυεθνικές πρώτου μεγέθους (Samsung. Hyundai, LG, Ssanyong, Daewoo, κ.λπ. ).

Το λεπτομερές περιεχόμενο της συμφωνίας, περίπου 30 κεφάλαια, θα δημοσιευθεί μετά από λίγους μήνες, μετά την έγκριση της από τα κοινοβούλια των χωρών μελών, κάτι που δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ξεκινώντας από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όχι μόνο λόγω της αντίθεσης των Ρεπουμπλικάνων και κάποιων Δημοκρατικών (εκείνων που συνδέονται με τα συνδικάτα, που φοβούνται την πτώση των μισθών που προκύπτουν από την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων που παράγονται με χαμηλότερο κόστος) αλλά και των αμερικάνικων πολυεθνικών του αυτοκινήτου.

Η πρώτη που κάλεσε ρητώς το Κογκρέσο να απορρίψει τη συνθήκη ήταν η Ford. Δεν είναι τυχαίο ότι η βιομηχανία αυτοκινήτων (καθώς και η φαρμακοβιομηχανία, και σε γενικές γραμμές ο τομέας ρύθμισης των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας) ήταν ένα από τα πιο δύσκολα σημεία των διαπραγματεύσεων, οι οποίες διήρκεσαν πέρα από την προβλεπόμενη προθεσμία (Κυριακή), λόγω της αντιπαράθεσης με την Ιαπωνία.

Οι λόγοι της εχθρότητας της Ford (και πιο διακριτικά της General Motors και της
Fiat-Chrysler) επίσημα αφορούν τη «χειραγώγηση των ισοτιμιών», κάτι που δεν αναφέρεται σε κανένα κεφάλαιο της PPT. Αν επρόκειτο μόνο γιαυτό, το πρόβλημα δεν θα ήταν και τόσο μεγάλο αφού οι «ανταγωνιστικές υποτιμήσεις» μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστούν με ένα παραγωγικό σύστημα  που έχει τη στήριξη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ.

Αλλά το πραγματικό σημείο τριβής μόνο σε αυτόν τον τομέα, αφορά το «ελάχιστο ποσοστό αξίας» που περιλαμβάνεται σε ένα προϊόν που παράχθηκε στη χώρα εξαγωγής. Ακούγεται περίπλοκο και στην πραγματικότητα είναι , επειδή είναι ένα θέμα που επηρεάζει το μέγεθος και την έκταση των παγκόσμιων δικτύων παραγωγής. Πρακτικά, το ζήτημα ήταν να συμφωνηθεί το όριο κάτω από το οποίο ένα ιαπωνικό προϊόν (ή οποιασδήποτε άλλης χώρας που συμμετέχει στο TPP), δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ως Ιαπωνικής κατασκευής(ή άλλη σε χώρα), διότι έχει πάρα πολλά εξαρτήματα που κατασκευάζονται σε άλλες χώρες, με πιο χαμηλό κόστος. Οπότε θα έπρεπε να φορολογείται ως εισαγόμενο με δασμούς περισσότερο ή λιγότερο υψηλούς.

Στη Συνθήκη της NAFTA, που συμμετέχουν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και το Μεξικό, το όριο αυτό ορίζεται σε 62,5%, ενώ στην TPP η  Ιαπωνία (η μόνη μεταξύ των μελών της που ανταγωνίζεται την αμερικάνικη αυτοκινητοβιομηχανία) κέρδισε ένα πολύ πιο βολικό 45%.Τα ιαπωνικά αυτοκίνητα, που έχουν ένα μεγάλο αριθμό εξαρτημάτων που κατασκευάζονται στην Κίνα ή άλλες χώρες της Ασίας, θα μπορούν συνεπώς να εισάγονται στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία (οι κύριες αγορές της TPP για το αυτοκίνητο), χωρίς να φορολογούνται ιδιαίτερα : μόνο 2,5% για τα απλά αυτοκίνητα, αλλά μέχρι και 25% για τα τμήματα με υψηλό κέρδος και υψηλή δημοτικότητα στις αγορές αυτές, όπως τα SUV, τα pickups και τα minivans.

Το άλλο μεγάλο εμπόδιο ήταν η χρονική διάρκεια των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, ειδικά στα φάρμακα. Οι ΗΠΑ θα ήθελαν προφανώς τουλάχιστον δώδεκα χρόνια «απαγόρευσης» πριν επιτραπεί η κατασκευή των γενόσημων φαρμάκων ή ισοδύναμων, ενώ όλες οι άλλες χώρες ζητούσαν - με επιτυχία, όπως φαίνεται, να μειωθεί αυτή η περίοδος στα 5 και τα  8 χρόνια.

Ζητήματα που μπορεί να φαίνονται «ψιλά γράμματα», αλλά που καθορίζουν τη δυνατότητα εμπορικής εκμετάλλευσης των επιστημονικών ανακαλύψεων και τις τεχνολογικές εφαρμογές τους. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο μπορεί κάποια πολυεθνική να διατηρεί το «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» έναντι των ανταγωνιστών της.

Επειδή εκεί βρίσκεται η ουσία  της οποιασδήποτε εμπορικής συνθήκης ή οποιασδήποτε νομισματικής ένωσης μεταξύ χωρών με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης: το πλεονέκτημα το έχει πάντα ο ισχυρότερος. Αυτός είναι ο λόγος που η προπαγάνδα - ή, όπως τη λένε τώρα, «η επικοινωνία» - δίνει έμφαση πέραν του δέοντος στο παραμύθι ότι «όλοι ωφελούνται». Γιατί δε ρωτάτε τους Μεξικανούς, να σας πουν αν αληθεύει ...