Συντάκτης: Βίκη Σκούμπη*
Για ποια εμπιστοσύνη μιλάμε;
Οι κύριοι Σαπέν, Μοσκοβισί και Γιουνκέρ, οι υποτιθέμενοι δηλαδή
σύμμαχοι μας στο τελευταίο Eurogroupe, δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν
ότι η Ελλάδα οφείλει να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των εταίρων της.
Για
αυτό καλείται η κυβέρνηση και η Βουλή να ψηφίσει σε fast truck
διαδικασία μέτρα που καμία μνημονική κυβέρνηση δεν τόλμησε να περάσει
μέχρι τώρα.
Διότι η διαδικασία του δημοψηφίσματος σόκαρε τους πιστωτές
και δημιούργησε έλλειμμα εμπιστοσύνης.
Για να επανακτήσει λοιπόν το
κεφάλαιο εμπιστοσύνης που απώλεσε, η κυβέρνηση ποδοπατά όλες τις
προεκλογικές αλλά και τις προ του δημοψηφίσματος δεσμεύσεις της.
Και
έτσι χάνει
οριστικά και αμετάκλητα την εμπιστοσύνη του κόσμου που την
ψήφισε ενάντια στην τρομολαγνική προπαγάνδα καναλαρχών και ευρωπαίων
ηγετών.
Η επιλογή τίθεται εδώ με όρους αποκλειστικής διάζευξης: ή την
εμπιστοσύνη του λαού διατηρείς, ή αυτήν των δανειστών.
Μέση οδός δεν
υπάρχει.
Ούτε περιθώριο για ‘έντιμο συμβιβασμό’. Οι συμβιβασμοί εξ
ορισμού είναι άτιμοι, και στην προκειμένη περίπτωση αποδεικνύονται
ατιμωτικοί.
Πραξικόπημα
Μας λένε σήμερα ορισμένοι ότι πρέπει να υπερασπίσουμε την κυβέρνηση,
όποια πολιτική κι αν εφαρμόζει, για να μην περάσει το χρηματοπιστωτικό
πραξικόπημα. Κάπως αργά άνοιξαν τα μάτια τους.
Περίμεναν άραγε να
διαπιστώσουν αν αυτός που θα χτυπήσει την πόρτα το πρωί θα είναι ο
γαλατάς για να αφυπνιστούν;
Το πραξικόπημα, όπως το ξέρουμε όλοι,
διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μας, τουλάχιστον από τις αρχές
Φλεβάρη, όταν η ΕΚΤ σταμάτησε ξαφνικά να δέχεται ως waiver τα ελληνικά
ομόλογα για να δανείζει στις τράπεζες. Το έκανε τη στιγμή ακριβώς
που άρχιζαν οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους πιστωτές.
Τότε βγήκαμε στους δρόμους καταγγέλλοντας χρηματιστικό πραξικόπημα.
Από εκείνη τη στιγμη μέχρι σήμερα, μια μεθοδευμένη κλιμάκωση της
στρατηγικής της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας εκτυλίσσεται μπροστά στα
μάτια μας.
Αναφέρω μόνο το προτελευταίο στάδιο της, την έντεχνα
ενορχηστρωμένη φυγή κεφαλαίων που υπό την μορφή της αυτοεκπληρούμενης
προφητείας
κατέληξε να πάρει διαστάσεις bank run.
Ούτε τότε υποψιάστηκαν κάτι τα κυβερνητικά επιτελεία; Κι αν
υποψιάστηκαν, πως και δεν στρώθηκαν στην δουλειά για να επεξεργαστούν
ένα εναλλακτικό σχέδιο που θα απελευθέρωνε την κοινωνία από την μέγγενη
των στυγνών εκβιασμών;
Μήπως ήδη από τις αρχές Φλεβάρη δεν είχε πει ο
Ντάισελμπλουμ στον Γιάνη, πως, αν τυχόν δεν υπογραφεί αμέσως νέο
μνημόνιο, οι πιστωτές θα καταστρέψουν την ελληνική οικονομία ωθώντας το
τραπεζικό σύστημα σε χρεοκοπία;
Ο ευφυέστατος τέως υπουργός Οικονομικών, τι συμπέρασμα έβγαλε άραγε
μετά από μια τόσο ωμή και απροκάλυπτη δήλωση προθέσεων; Βγήκε και το
κατήγγειλε στους ευρωπαϊκούς λαούς;
Κάλεσε άραγε την κυβέρνηση να
αποκαλύψει αυτά τα σχέδια στην Βουλή και στο Ευρωκοινοβούλιο;
Ή έστω
έβγαλε ο ίδιος ή κάποιος άλλος από το κυβερνητικό επιτελείο τα
συμπεράσματα που επιβάλλονταν σε ότι αφορά τις διαπραγματεύσεις;
Γιατί
όλοι εκ των υστέρων παραδέχονται ότι πραγματικές διαπραγματεύσεις δεν
έγιναν ποτέ, και έτσι φτάσαμε με τα αποθεματικά της Ελλάδας είχαν
εξαντληθεί, τη χώρα εκτός προγράμματος και τις τράπεζες κλειστές στην
τελευταία διάσκεψη κορυφής.
Ο πρωθυπουργός, ο κύριος Βαρουφάκης και η υπόλοιπη κυβέρνηση
συνέχισαν επί πέντε μήνες να διαπραγματεύονται μέχρι να τους κολλήσουν
στον τοίχο χαλκομανία, ελπίζοντας στον περιβόητο ‘έντιμο συμβιβασμό’
και την ‘αμοιβαία επωφελή’ συμφωνία..
Τόση αφέλεια πια;
Και τέλος
πάντων πως δικαιολογείται μια τέτοια
‘αφέλεια’, για να μην χρησιμοποιήσω
έναν πιο απρεπή όρο, όταν υπάρχουν τα προηγούμενα ανάλογων
χρηματοπιστωτικών πραξικοπημάτων στην Ιρλανδία τον Νοέμβρη του 2010 και
στην Κύπρο του 2013;
Όταν όλοι ξέρουμε πως οργανώθηκε η φυγή κεφαλαίων
ανάμεσα τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα το 2012;
Άρα όλοι μας
ξέραμε πολύ καλά τι μας περιμένει.
Επομένως πίστευε η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα ότι θα πείσει τους
«εταίρους» με λογικά επιχειρήματα και επιστημονικές αναλύσεις;
Ή μήπως
βασίστηκε στην οικονομίστικη υπόθεση σύμφωνα με την οποία ο δανειστής
είναι ο πρώτος που μεριμνά για την οικονομική ευρωστία του οφειλέτη για
να εξασφαλίσει την πλήρη και τακτική πληρωμή των οφειλών;
Είναι δυνατόν
όσοι μας κυβερνούν εδώ και πέντε μήνες να μην έχουν δει ότι το πρόγραμμα
των δανειστών για την Ευρώπη δεν είναι πρωτίστως οικονομικό αλλά
πολιτικό;
Και ότι η αιχμή του δόρατος αυτού του σχεδίου συνολικής
αναδιαμόρφωσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών είναι
η παραδειγματική συντριβή
της κυβέρνησης Πρώτη φορά αριστερά;
Το συμβάν της 5ης Ιουλίου
Την προηγούμενη Κυριακή στην Ελλάδα συνέβη κάτι το πρωτόγνωρο. Τα
φτωχά και μεσαία στρώματα απελευθερώθηκαν από το καθεστώς του χρεωμένου
ανθρώπου με μια λυτρωτική χειρονομία αποδέσμευσης από τον φόβο αλλά και
από την μέριμνα των στενά εννοούμενων βιοτικών συμφερόντων.
Ο κόσμος που
ψήφισε Όχι χειραφετήθηκε από την κυρίαρχη αφήγηση και την ηγεμονία των
ΜΜΕ της διαπλοκής.
Ταυτόχρονα όμως λυτρώθηκε και από την λογική που
επιβάλλει να φροντίζουμε κατά προτεραιότητα για τα ‘ καλά και
συμφέροντα’.
Η αβεβαιότητα της επόμενης μέρας του Όχι ήταν πλήρης, παρά
τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης.
Και παρ’ όλα αυτά,
παρά τις κλειστές τράπεζες και την πλήρη παράλυση της οικονομίας, ο
κόσμος τόλμησε το μέγα Όχι.
Και αντίθετα με ό, τι αρκετά εύκολα λέγεται
δεν το διακινδύνευσαν μόνον όσοι και όσες δεν έχουν τίποτα πια να
χάσουν μετά από πέντε χρόνια μνημονιακής λαίλαπας.
Αλλά και πολλοί από
αυτούς που έχουν ακόμη κάτι να περισώσουν, έστω και ένα πετσοκομμένο
μισθό, μια μισή σύνταξη, ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους ή ένα
πενιχρό κομπόδεμα για ώρα ανάγκης στην τράπεζα.
Η 5η Ιουλίου σηματοδοτεί την στιγμή ανάδυσης ενός εν τη γενέσει
πολιτικού υποκειμένου που δεν καθορίζεται από μια καθαρά οικονομίστικη
λογική προάσπισης των άμεσων συμφερόντων του. Πρόκειται για μια
εξαιρετικά θαρραλέα αποδέσμευση από το εκβιαστικό δίλημμα « τα λεφτά σου
ή την ζωή σου».
Ο κόσμος με απίστευτη γενναιότητα δεν έθεσε υπεράνω
όλων τα λίγα λεφτουδάκια που είχε περισώσει καθώς κατάλαβε ότι και οι
δύο πλευρές της διάζευξης ήταν υποθηκευμένες.
Το καλούσαν να συναινέσει
σε μια διπλή απώλεια, και των λεφτών του δηλαδή που θα εξανεμιζόντουσαν
με τα καινούργια μέτρα, και της ήδη ρημαγμένης ζωής του.
Έτσι απάντησε
στο πολιτικό σχέδιο των δανειστών με μια πολιτική πράξη που
απελευθερώνει το μέλλον, αυτό δηλαδή που η εξυπηρέτηση του χρέους κρατά
εξορισμού δέσμιο.
Αυτήν ακριβώς την δυνατότητα για ένα άλλο μέλλον
διατρανώνει το απίστευτο 61,3%. Αποδεικνύει πως
σε εξαιρετικές συνθήκες
είμαστε σε θέση να υπερβούμε τον εαυτό μας και να δράσουμε ενάντια στον
ετερό-καθορισμό μας ως απλοί homo economicus.
Αυτή η στιγμή εκκόλαψης ενός πολιτικού υποκειμένου αποτελούσε μέγιστη
απειλή για τα σχέδια των Ευρωπαίων ηγετών.
Πόσω μάλλον που είχε ένα
πρωτοφανή αντίκτυπο στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ήταν λοιπόν
επείγον να συντριβεί εν τη γενέσει του ό,τι διαφάνηκε σαν δυνατότητα
την 5η Ιουλίου.
Κινητοποιήθηκαν τα μεγάλα μέσα - οι τράπεζες, το
κούρεμα καταθέσεων, τι άλλο;- για να επανεγκλωβιστεί ο αιρετικός
οφειλέτης στην παγίδα της αέναης και αιώνια επαυξανόμενης εξόφλησης.
΄Έτσι φτάσαμε στο πρωί της 13ης Ιουλίου όπου το πολιτικό υποκείμενο
ανακλήθηκε στην τάξη του χρεωμένου υποζυγίου.
Εδώ πρέπει να
ομολογήσουμε πως ό, τι διαμείφθηκε σε επίπεδο κυβερνητικών χειρισμών την
εβδομάδα που πέρασε, οδηγούσε κατ’ ευθείαν στην πλήρη και άνευ όρων
συνθηκολόγηση.
Από την ‘εθνική συναίνεση’ μέχρι τα ανοίγματα στα
ποταμίσια ρεύματα, όλες οι κυβερνητικές κινήσεις συνέκλιναν στην
πλήρη
ακύρωση της 5ης Ιουλίου.
Καταλήξαμε μοιραία να μας σώζει ο πρωθυπουργός από την χρεωκοπία των
τραπεζών και της χώρας, αποδεχόμενος την πλήρη ηθική και πολιτική
χρεωκοπία της παράταξής του αλλά και της κοινωνίας ολάκερης.
Θα κούρευαν
λέει αλλιώς τελείως τις καταθέσεις οι ‘εταίροι’, θα τις μηδένιζαν.
Δεν
είχε άραγε περάσει ένα ανάλογο ενδεχόμενο από το μυαλό όσων ψήφισαν
Όχι;
Μην μας υποτιμάτε και τόσο! Ο λαϊκός κόσμος που αρνήθηκε την
συνθηκολόγηση είχε συναίσθηση ότι έμπαινε σε ζώνη αβεβαιότητας και θα
υπήρχε κόστος. Δεν ήξερε κανένας ποιο ακριβώς θα ήταν αυτό, αλλά ουδείς
ήλπιζε ότι η λαϊκή ετυμηγορία θα γινόταν σεβαστή χωρίς αντίτιμο από τους
δανειστές.
Αν το δίλημμα είναι οι καταθέσεις μας ή η ζωή μας ρωτήστε
μας τουλάχιστον.
Αφήστε μας ένα περιθώριο να διαλέξουμε εμείς και όχι
εσείς στην θέση μας, ανάμεσα στις οικονομίες μας, και στην ελευθερία μας
και την αυτοδιάθεσή μας.
Την μία και μοναδική φορά που μας ρωτήσετε,
πήρατε την απάντηση.
Και τώρα τι;
Το μόνο που απομένει σε αυτήν την κυβέρνηση είναι να αρνηθεί να
εφαρμόσει ένα οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα εξόντωσης που βρίσκεται
στους αντίποδες της εντολής που έλαβε, και
να παραιτηθεί.
Δεν
χρησιμοποίησε το μόνο όπλο που σύμφωνα με όλους τους διεθνείς αναλυτές
θα μπορούσε να μετρήσει έστω και την τελευταία στιγμή στις
διαπραγματεύσεις και που δεν ήταν άλλο από την ύπαρξη ενός εναλλακτικού
σχεδίου που θα απεγκλώβιζε την Ελλάδα από τα εκβιαστικά διλήμματα.
Ένα
τέτοιο σχέδιο δεν υπήρξε ποτέ και έτσι η κυβέρνηση παγιδεύτηκε η ίδια
στο
‘Ευρώ πάση θυσία’.
Τουλάχιστον ας μην προσυπογράψει, έστω και την
ύστατη στιγμή, την εκχώρηση εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας και το
πρόγραμμα εξόντωσης περιττών πληθυσμών που επιβάλλουν οι δανειστές.
Επιτρέψτε μου να θέσω ένα συγκεκριμένο ερώτημα:
τι ακριβώς ασημικά έχει
ακόμη να εκποιήσει η Ελλάδα που να έχουν αξία 50 δις για το περίφημο
ταμείο γερμανικής κοπής; Τίποτα άλλο από τις μετοχές των τραπεζών που
κατέχει το ελληνικό δημόσιο.
Ναι, για τις μετοχές πρόκειται που έχουν
χρυσοπληρώσει οι πολίτες και που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ.
δεν τόλμησε
να μετατρέψετε σε προνομιούχες για να πάρει έτσι τον έλεγχο των
συστημικών τραπεζών οι οποίες ανήκουν δικαιωματικά σε εμάς που τις
ανακεφαλαιοποιήσαμε.
Αυτές είναι
τα τελευταία περιουσιακά στοιχεία που
καλούμαστε να εκποιήσουμε ως χρεωμένοι άνθρωποι και υποδουλωμένη
κοινωνία. Θα το δεχτεί και αυτό η κυβέρνηση;
Δικαιούμαι άραγε
να διατυπώνω αυτή την κριτική τέτοιες κρίσιμες ώρες;
Υπενθυμίζω ότι
υπήρξα από τους πρώτους, που κατήγγειλαν το χρηματιστικό πραξικόπημα, το
οποίο ευοδώθηκε εξαιτίας των δολοπλοκιών των δανειστών, αλλά
και χάρη
στους κυβερνητικούς χειρισμούς.
Προσθέτω ότι παρά μια όχι ιδιαίτερα
ευτυχή εμπειρία από το σύντομο πέρασμα μου από τον Σύριζα Παρισιού,
έκανα τα αδύνατα δυνατά για να προασπίσω το ‘Πρώτη φορά αριστερά’ στον
διεθνή και στον εσωτερικό χώρο.
Κι αν τυχόν αναρωτιέστε γιατί δεν
εξαπολύω μύδρους ενάντια στην ποταπή τακτική των δανειστών, σας
υπενθυμίζω ότι το έκανα, όταν είχε νόημα.
Έγκαιρα και όχι κατόπιν
εορτής.
Τελείως ενδεικτικά αναφέρω:
Αντίσταση
Ορισμένοι, ενάντια σε κάθε λογική, ισχυρίζονται πως, στο βαθμό που ο
Τσίπρας παραμένει πρωθυπουργός, το πραξικόπημα απέτυχε.
Εν ολίγοις η
παραμονή του Σύριζα ή ενός τμήματός του στην κυβέρνηση, θα αποτελούσε
αυτή καθαυτή νίκη ενάντια στις μηχανορραφίες των δανειστών, ακόμα κι
όταν αυτή η ίδια κυβέρνηση αναλάβει να εφαρμόσει ένα κανονικό πρόγραμμα
εξόντωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Ο κύριος Σούλτς δεν έχει ακριβώς αυτή την γνώμη.
Ενώ πριν το
δημοψήφισμα δήλωνε ότι πρέπει επί τέλους
να τελειώνουμε με την εποχή
Σύριζα, τώρα μας διαβεβαιώνει ότι
ο μόνος πολιτικός που μπορεί να
επιβάλλει πραγματικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα – δηλαδή
αντιμεταρρυθμίσεις που να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των δανειστών –
είναι ο Αλέξης Τσίπρας.
Φάσκει και αντιφάσκει άραγε, σε μια ακόμη άσκηση
διγλωσσίας σαν αυτές που μας έχει συνηθίσει;
Ή μήπως λέει εδώ κάτι πολύ
πιο αποκαλυπτικό;
Μήπως η αυλαία τέλους στην εποχή Σύριζα θα πέσει,
όταν ακριβώς χρησιμοποιηθεί ευφυώς το πολιτικό κεφάλαιο του Τσίπρα για
να περάσουν ειδεχθή μέτρα που θα έριχναν οποιανδήποτε άλλη κυβέρνηση;
Με ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια.
Ο Τσίπρας περνάει ότι αντιμεταρρυθμίσεις θέλουμε και φθείρεται μέχρι
τελικής πτώσεως. Έτσι η εποχή Σύριζα λήγει
οριστικά και αμετάκλητα.
Ας
μην βαυκαλιζόμαστε λοιπόν ανάγοντας σε πράξη αντίστασης την παραμονή του
Σύριζα στην κυβέρνηση με οποιοδήποτε κόστος.
Είναι αλήθεια πράξη
αντίστασης στους δανειστές να ανακαλέσει η κυβέρνηση τα ελάχιστα μέτρα
που πρόλαβε να πάρει και τα οποία θεωρούνται ‘μονομερείς ενέργειες’;
Είτε μας αρέσει, είτε όχι, το πραξικόπημα των ταλιμπάν του
νεοφιλελευθερισμού πέτυχε, και μάλιστα με τον καλύτερο για αυτούς τρόπο.
Διότι ο
ευτελισμός και η πλήρης
αναξιοπιστία μιας κυβέρνησης στα μάτια
αυτών που την εξέλεξαν, αποτελεί πιο ισοπεδωτικό θρίαμβο από την
ανατροπή της.
Όταν ανατρέπεις μια εκλεγμένη κυβέρνηση, οποιανδήποτε
στιγμή μπορεί με μια αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων να επανέλθει στο
προσκήνιο.
Όταν όμως την εξευτελίζεις κάνοντας την να χάσει κάθε
αξιοπιστία, τότε δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Επιστέγασμα αυτή της
στρατηγικής θα είναι η κυβερνητική
σύμπλευση της προεδρικής ομάδας του
Σύριζα με τα γνωστά Πασοκοπόταμα.
Όπως είπε και ο Σταύρος, ο ‘στόχος
επετεύχθη’, αναμένουμε στο ακουστικό μας για την σωτηρία της πατρίδος.
Θα ήταν επομένως πραγματική
στρεψοδικία να αντιτάξει κάποιος ότι αν
τυχόν παραιτηθεί ο Τσίπρας θα μπει δοτή κυβέρνηση στη θέση του.
Είναι
προτιμότερο να επιτελέσει το έργο δοτής κυβέρνησης η σημερινή κυβέρνηση,
απαλλαγμένη από όσους διαφωνούν και εμπλουτισμένη με τους γνωστούς
πρόθυμους;
Να γίνει δηλαδή δοτή μια κυβέρνηση που εκλέχθηκε σε συνθήκες
ιδεολογικού και επικοινωνιακού πολέμου και ενσάρκωσε μέχρι πρότινος τις
ελπίδες των λαών της Ευρώπης;
Έχουμε συναίσθηση που θα εκτιναχτεί το
ποσοστό της Χρυσής Αυγής σε μια τέτοια περίπτωση;
Ας παραιτηθεί λοιπόν η κυβέρνηση τώρα και ας αναλάβουν οι όποιοι
Παπαδήμοι, για να έχουμε και μια κυβέρνηση να ρίξουμε.
Διότι η παραμονή
του Σύριζα ή ενός μέρος του στην κυβέρνηση
δρα ανασχετικά στις λαϊκές
κινητοποιήσεις ενάντια στο τρίτο και επαχθέστερο μνημόνιο.
Είναι σωστό
να κατέβει κανείς στους δρόμους ενάντια στην κυβέρνηση που θέλει να
ρίξει ο Σόιμπλε, αναρωτιούνται αρκετοί και διστάζουν να βγουν στους
δρόμους.
Εξάλλου η άρνηση της κυβέρνησης να εφαρμόσει ένα καθολικό
πρόγραμμα εξόντωσης, είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί η ήδη
επισφαλής ενότητα του Σύριζα.
Γιατί, αν αυτή η κυβέρνηση στη προσεχή
«αναβαθμισμένη» εκδοχή της, μετατραπεί σε διαχειριστή του ολέθρου που
επιβάλλουν οι δανειστές, όχι μόνο
ο Σύριζα θα διαλυθεί εις τα εξ ων
συνετέθη, αλλά και ο κόσμος θα βρεθεί αργά ή γρήγορα στους δρόμους και
ενδεχομένως με
πολύ άγριες διαθέσεις.
Σε αυτήν την περίπτωση, σκοπεύει ο κύριος Πανούσης να μας ψεκάσει
ληγμένα χημικά και να μας λιανίσει με επιδρομές Δελτάδων;
Το Όχι της
5ης Ιουλίου δεν ακυρώνεται τόσο εύκολα. Σήμερα, αύριο ή σε λίγους μήνες,
θα βγούμε στους δρόμους για να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.
Και αν χρειαστεί, θα το κάνουμε και ενάντια στον Σύριζα.
*αρχισυντάκτρια του περιοδικού αληthεια
[--->]