Η Πορτογαλία, με τις γενικές εκλογές της Κυριακής 10 Μαρτίου,
"στράφηκε προς τα δεξιά". Η Alianza Democrática (AD), ο συντηρητικός
συνασπισμός, κέρδισε 79 βουλευτές, με ποσοστό 29,5% , έναντι 77 που κέρδισαν οι
Σοσιαλιστές, με ποσοστό 28,7% των ψήφων, σε σύνολο 230.
Από την καταμέτρηση λείπουν οι 4 έδρες των Πορτογάλων στο
εξωτερικό, οι οποίες θα γίνουν γνωστές σε μια εβδομάδα, αλλά η αναπαράσταση της
πολιτικής εικόνας, είναι αρκετά οριστική.
Πρώτα απ' όλα, η εκλογική συμμετοχή ήταν υψηλή -με τα πρότυπα
που επιβάλλονται πλέον σε ολόκληρη τη Δύση- με 66,23%, το υψηλότερο ποσοστό των
τελευταίων πέντε προηγούμενων γενικών εκλογών.
Η έκκληση για
"χρήσιμη ψήφο" προς την κατεύθυνση των δύο μεγάλων πολιτικών
πόλων της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς αγνοήθηκε. Οι δύο βασικοί
συνασπισμοί δεν έφτασαν το 60% και το κατακερματισμένο πολιτικό πλαίσιο θα
καταστήσει δύσκολη τη "διακυβέρνηση" της χώρας, ιδίως μπροστά στα
κοινωνικά επείγοντα προβλήματα που αντιμετωπίζει εδώ και καιρό η χώρα :
στέγαση, υγεία, επισφάλεια και χαμηλοί μισθοί σε ένα πλαίσιο
"περιφερειακής" οικονομίας που έχει τιμωρηθεί βαριά από την κρίση.
Μια χούφτα ψήφων, μόλις 2.000, χωρίζει την AD από το PS του
Pedro Nuno Santos.
Η Alianza αποτελείται από τρεις σχηματισμούς, εκτός από το
κεντροδεξιό PSD: το συντηρητικό δεξιό CDP-PP και το PPM, δηλαδή το Λαϊκό
Μοναρχικό Κόμμα, δύο σχηματισμοί που προηγουμένως δεν είχαν εκπροσώπους στη
Συνέλευση.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα από κόμμα με την απόλυτη πλειοψηφία -
120 βουλευτές - με τον Κόστα, έγινε η μεγαλύτερη δύναμη της αντιπολίτευσης με
τον Σάντος.
Η Chega,που είναι πλέον
η τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας, με 48 βουλευτές από 12 και ποσοστό λίγο πάνω από 18%, εκλέγει εκπροσώπους σε όλες τις περιφέρειες της
χώρας, εκτός από την Bragança, στο Βορρά- και γίνεται η δύναμη με τις
περισσότερες ψήφους στο Νότο, στο Algarve, όπου η ακροδεξιά κατακτά τις έδρες
που έχασαν οι σοσιαλιστές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κέρδισε έδρες στο ιστορικό προοδευτικό προπύργιο του
Αλεντέχο, αφαιρώντας ψήφους από τους κομμουνιστές.
Ο Βεντούρα, ηγέτης του ακροδεξιού σχηματισμού, χαίρεται και
μιλά για το "τέλος του δικομματισμού" ενώ υποστηρίζει τη φόρμουλα
ενός κυβερνητικού άξονα με τους συντηρητικούς (79 συν 48), που θα εγγυάται την
πλειοψηφία των 230 μελών της Ρεπουμπλικανικής Συνέλευσης.
"Ο λαός είπε ότι η δεξιά πρέπει να κυβερνήσει",
δήλωσε ο Βεντούρα, "και η εντολή μας είναι να κυβερνήσουμε την Πορτογαλία
τα επόμενα τέσσερα χρόνια" για να "απαλλάξουμε την Πορτογαλία από την
άκρα αριστερά".
Από την πλευρά της, η ριζοσπαστική αριστερά επιβεβαιώνει την
πολιτική της περιθωριοποίηση, ακόμη και αν οι "συσχετισμοί δύναμης"
στο εσωτερικό της αλλάζουν: το Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα το οποίο για
πρώτη φορά παρουσίασε τον Πάουλο Ραϊμόντο, συνεχίζει να φυλλοροεί - από 6 σε 4
βουλευτές - οι έδρες του Bloque de Esquerda με τη νέα του ηγέτιδα Μαριάνα
Μόρταγκουα παραμένουν 5, ενώ η Livre είναι η μόνη δύναμη που πραγματικά
ανεβαίνει με 4 βουλευτές σε σχέση με τον μοναδικό που είχε εκλέξει το 2022.
Η Livre, με ποσοστό λίγο πάνω από 3%, εκλέγει τέσσερις
βουλευτές στις κύριες μητροπολιτικές περιοχές (1 στο Πόρτο, 2 στη Λισαβόνα, 1
στη Σετούμπαλ).
Συνολικά 13 βουλευτές -αυτοί της "ριζοσπαστικής
αριστεράς"-, ένας επιπλέον βουλευτής από αυτούς που εξέλεξε η Chega με 7%
στις προηγούμενες εκλογές, και ένας επιπλέον εκπρόσωπος από όσους είχαν
εκλεγεί.
Ο Μοντενέγκρο, μπορεί έτσι να επαναφέρει τους συντηρητικούς
στην εξουσία, μετά τον αποκλεισμό τους με την ψήφο δυσπιστίας πρώτα την περίοδο της λεγόμενης gerigonça
(2015-2021) και στη συνέχεια τη σύντομη περίοδο της σοσιαλιστικής κυβέρνησης.
Η φόρμουλα του συντηρητικού συνασπισμού δεν είναι κάτι
"ανήκουστο" στην πολιτική ιστορία της Πορτογαλίας, αν αναλογιστεί
κανείς ότι, μόλις πέντε χρόνια μετά την έξοδό τους από τη
"σαλαζαρική" δικτατορία, είχε κερδίσει τις εκλογές του 1979. Ωστόσο,
η χρονική απόσταση δείχνει ότι βρισκόμαστε σε μια εντελώς νέα πολιτική φάση.
Ο Μοντενέγκρο αναδείχθηκε σε ένα κόμμα που επίσης καυχιόταν
ότι διέθετε πρωτοκλασάτα στελέχη όπως ο πρώην πρωθυπουργός της
"τρόικας", Pedro Passos Coehlo, (2011-2014) και ο δήμαρχος της
Λισαβόνας και πρώην Ευρωπαίος επίτροπος, Carlos Moedas.
Το ερώτημα είναι : θα αντέξει ο λεγόμενος "δημοκρατικός
υγειονομικός κλοιός" γύρω από το ακροδεξιό Chega ή θα κάνει πίσω χάρη της
"κυβερνητικής σταθερότητας", έλαμβάνοντας όμως υπόψη το ειδικό βάρος
της ακροδεξιάς για ορισμένα "κλασικά" ζητήματα που την ενδιαφέρουν;
Είναι σαφές ότι η κυβερνητική φιλοσοφία των συντηρητικών θα
τείνει να θυσιάσει τις επείγουσες ανάγκες των πορτογαλικών υποτελών τάξεων,
ακολουθώντας τις οδηγίες που έρχονται από τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον.
Ενδεικτική είναι μια φράση του Μοντενέγκρο που περιγράφει τα
δύσκολα χρόνια της λιτότητας (2011-2014) και το έργο του πρώην συντηρητικού
πρωθυπουργού: "η ζωή του λαού δεν βελτιώθηκε, αυτό που βελτιώθηκε είναι η
χώρα". Χωρίς τον λαό, με λίγα λόγια, όλα θα είναι καλύτερα...
[---->]