Του Σκοτ Ρίττερ *
Ενώ η τελική έκβαση της σύγκρουσης δεν μπορεί ακόμη να
καθοριστεί, ωστόσο, οι ανελέητοι υπολογισμοί των σύγχρονων μαθηματικών του
πολέμου δείχνουν ότι η Ρωσία πλησιάζει ένα σημείο όπου η ανωτερότητα της στη
δύναμη πυρός και ελιγμών στο πεδίο της μάχης κάποια στιγμή θα επιτύχει μια νίκη
στη νότια και την ανατολική Ουκρανία που θα έχει ως αποτέλεσμα την παγίωση του
ρωσικού ελέγχου σε ολόκληρη την περιοχή του Ντονμπάς, και τη δημιουργία μιας
στρατηγικής σημασίας χερσαίας γέφυρας που θα συνδέει την Κριμαία με την
επικράτεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Τότε,ο δηλωμένος στρατιωτικός στόχος της
Ρωσίας για την «απελευθέρωση» της περιοχής του Ντονμπάς θα έχει επιτευχθεί.
Οποιαδήποτε παγίωση του ρωσικού ελέγχου σε αυτήν την περιοχή
θα μπορούσε, ωστόσο, να είναι απλώς ένα μέσο με μεγαλύτερο στόχο τη δημιουργία
ενός νέου πλαισίου ασφαλείας στην Ευρώπη που να αντιμετωπίζει τα αιτήματα
ασφάλειας της Ρωσίας. Το αίτημα αυτό το διευκρίνισε η Ρωσία με δύο συμπληρωματικά σχέδια διεθνών συμφωνιών που
δόθηκαν στα μέσα Δεκεμβρίου του 2021, όπου ζητούσε από το ΝΑΤΟ «να μην
αναπτύξει στρατιωτικές δυνάμεις και όπλα στην επικράτεια οποιουδήποτε άλλου
ευρωπαϊκού κράτους πέρα από αυτά που ήταν ήδη συνδεδεμένα και υπήρχαν ήδη
δυνάμεις του ΝΑΤΟ μέχρι τις 27 Μαΐου 1997» - δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της
Ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Πολωνίας, των κρατών της Βαλτικής
και των βαλκανικών χωρών. Οι Ρώσοι ζήτησαν επίσης, μεταξύ άλλων, να μη υπάρχουν
αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στο έδαφος των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών.
Στις προτεινόμενα σχέδια συμφωνιών ζητούσε επίσης να μην
αναπτύξουν οι ΗΠΑ και η Ρωσία στρατεύματα σε περιοχές που θα μπορούσαν να
εκληφθούν ως απειλή για την εθνική ασφάλεια και την απαγόρευση πτήσης πολεμικών
αεροσκαφών και πολεμικών πλοίων σε περιοχές όπου απειλείται το έδαφος του
άλλου, όπως η Μαύρη Θάλασσα. Η ρωσική πρόταση περιλάμβανε επίσης τον περιορισμό
της ανάπτυξης πυραύλων μέσου και μικρού βεληνεκούς εδάφους και την απαγόρευση
της ανάπτυξης πυρηνικών όπλων εκτός των εθνικών εδαφών.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ απέρριψαν κατηγορηματικά
αυτούς τους περιορισμούς στην παρουσία τους στην Ανατολική Ευρώπη.
Πολλοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι η Ρωσία γνώριζε ότι τα
αιτήματά της ήταν μη ρεαλιστικά και απλά τα χρησιμοποίησε για να δικαιολογήσει
τις επακόλουθες στρατιωτικές της ενέργειες.
Ομως,αυτή η γραμμή σκέψης, δείχνει να αγνοεί ότι η Ρωσία είχε
αντιταχθεί ευθύς εξαρχής στην διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, από τότε που
τέθηκε για πρώτη φορά επισήμως το θέμα της επέκτασης επί προεδρίας Κλίντον το
1993.
Ο τότε Ρώσος Πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν εξέφρασε,τότε, την
«ανησυχία» του για τo θέμα της «ποσοτικής επέκτασης» του ΝΑΤΟ και υποστήριξε
έντονα το «πανευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας».
«Όχι μόνο η αντιπολίτευση», έγραφε ο Γέλτσιν σε επιστολή προς
τον αμερικανικό ομόλογό του, «αλλά και μετριοπαθείς κύκλοι [στη Ρωσία], θα το
αντιλαμβάνονταν αναμφισβήτητα ως ένα είδος νέας απομόνωσης της χώρας μας σε
διαμετρική αντίθεση με τη φυσική είσοδο
της στον ευρωτλαντικό χώρο».
Η πρόθεση της Ουκρανίας να επιδιώξει ένα σχέδιο δράσης με το
ΝΑΤΟ μετά τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, οδήγησε το ρωσικό
υπουργείο Εξωτερικών να δηλώσει ότι «μια ριζοσπαστική νέα επέκταση του ΝΑΤΟ
μπορεί να επιφέρει μια σοβαρή πολιτικοστρατιωτική αλλαγή που θα επηρεάσει
αναπόφευκτα την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας» και τότε η Ρωσία θα είναι
υποχρεωμένη να λάβει τα «κατάλληλα μέτρα» ως απάντηση.
Ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Ρωσία, Γουίλιαμ Μπερνς,
σημείωνε: Ενώ η ρωσική αντίθεση στον πρώτο γύρο της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ στα
μέσα της δεκαετίας του '90 ήταν έντονη, η Ρωσία τώρα αισθάνεται ικανή να
απαντήσει με μεγαλύτερη δύναμη σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως ενέργειες
αντίθετες στα εθνικά της συμφέροντα».
Εάν το δίδυμο ρωσικό σχέδιο συμφωνιών δεν ήταν, στην
πραγματικότητα ένα διαπραγματευτικό κόλπο, αλλά μάλλον μια σαφής δήλωση της
θέσης της Ρωσίας, τότε η εισβολή στην Ουκρανία δεν είναι παρά η αρχή μιας
μεγαλύτερης κίνησης από τη Μόσχα, άσκηση πίεσης στο ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ
προκειμένου να προσχωρήσουν τελικά στα αιτήματά της. Στην πιθανότητα αυτή
αναφέρθηκε ο Μαρκ Μίλεϊ Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των
ΗΠΑ, σε σχόλιο του στο CNN πρόσφατα: «Αυτό που διακυβεύεται είναι η ασφάλεια
της Ευρώπης», είπε, με μια πιθανή ρωσική νίκη να αντιπροσωπεύει «τη μεγαλύτερη
πρόκληση για την ασφάλεια της Ευρώπης από το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου».
ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΠΙΣΩ
Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν, μετά την επίσκεψη
του στην Ουκρανία τον περασμένο μήνα με τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν , τόνισε στους δημοσιογράφους
ότι οι ΗΠΑ δεν θα κάνουν πίσω για χάρη της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ, δήλωσε ο Ώστιν,
θέλει «να δει τη Ρωσία να αποδυναμώνεται σε βαθμό που να μην μπορεί να κάνει
ότι έχει κάνει εισβάλοντας στην Ουκρανία». Τα σχόλια του Όστιν επανέλαβε εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής
Ασφάλειας των ΗΠΑ, ο οποίος δήλωσε ότι ο στόχος των ΗΠΑ ήταν «να καταστεί η
εισβολή αυτή στρατηγική ήττα της Ρωσίας».
Η πρόσφατα ανανεωμένη στρατηγική των ΗΠΑ επιδιώκει να
συνδυάσει μαζική μεταφορά όπλων - ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν μόλις
ενέκρινε 33 δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτικές και άλλες ενισχύσεις για την
Ουκρανία - με κυρώσεις και ελέγχους στις εξαγωγές που θα πλήττουν την οικονομία
και την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας με τρόπο που να αποδυναμώνεται η
ικανότητά της να συντηρεί την εν εξελίξει σύγκρουση και να αποτρέπει μελλοντική
στρατιωτική επιθετικότητα εναντίον των γειτόνων της.
Το αμερικανικό Κογκρέσο παρέμβηκε με μια σύγχρονη εκδοχή του
προγράμματος βοήθειας «Εκμισθώσεως και Δανεισμού» του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου,
και ένα άλλο κανάλι βοήθειας για ταχεία
παροχή σύγχρονων όπλων στον ουκρανικό στρατό.
Αν όμως η Ρωσία ολοκληρώσει την κατάκτηση του Ντονμπάς, θα
είναι ελεύθερη να επεκτείνει τις επιχειρήσεις προς τα νότια, και τη ζωτικής
σημασίας πόλη- λιμάνι της Οδησσού.
Θα μπορούσε λοιπόν να δημιουργήσει μια γέφυρα με τη νότια
Κριμαία, που θα της επέτρεπε να επεκταθεί στην αποσχισθείσα περιοχή της
Υπερδνειστερίας-μια λωρίδα γης μεταξύ Ουκρανίας και Μολδαβίας, όπου οι 200.000
,από τις κατ’εκτίμηση 500.000 πληθυσμού της, έχουν ρωσικά διαβατήρια και όπου
σε δημοψήφισμα του 2006, το 98% ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας και της πιθανής
ενσωμάτωσή της με τη Ρωσία.
Η ρωσο-ουκρανική σύγκρουση έχει τη δική της πορεία, χωρίς
καμία πλευρά να δείχνει διάθεση να υποχωρήσει από αυτό που θεωρεί ως υπαρξιακά
της συμφέροντα.
Επί του παρόντος, το πλεονέκτημα φαίνεται να βρίσκεται στην
πλευρά της Ρωσίας-αλλά οι γεωπολιτικοί υπολογισμοί στην Ευρώπη μπορεί να
αλλάξουν ανά πάσα στιγμή, με τη πιθανότητα ένταξης της Φινλανδίας και της
Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, την Πολωνία να παρεμβαίνει στη δυτική Ουκρανία για
ανθρωπιστικούς λόγους ή την Ουκρανία να επιτίθεται προληπτικά στην
Υπερδνειστερία για να εκτρέψει τη ρωσική προσοχή. Όλα αυτά απειλούν να
κλιμακώσουν την κατάσταση προς μια ευρύτερη σύγκρουση. Ενώ κάθε πρόβλεψη για οποιοδήποτε συγκεκριμένο
αποτέλεσμα είναι παρακινδυνευμένη, ένα πράγμα είναι σίγουρο: η Ευρώπη έχει
μπροστά της ένα μακρύ, θερμό καλοκαίρι, με τον πόλεμο να κυριαρχεί.
* Ο Σκοτ Ρίτερ είναι πρώην αξιωματικός πληροφοριών στο Σώμα
Πεζοναυτών των ΗΠΑ. Για περισσότερα από 20 χρόνια, υπηρέτησε στη Σοβιετική
Ένωση για την εφαρμογή συμφωνιών ελέγχου των όπλων κατά τη διάρκεια του Πολέμου
του Κόλπου και αργότερα ως Γενικός Επιθεωρητής Όπλων του ΟΗΕ στο Ιράκ από το
1991 έως το 1998. Θεωρείται ειδικός στη στρατιωτική στρατηγική και συνεργάζεται
με διάφορα περιοδικά και ειδησεογραφικούς ιστότοπους.