του Ερρίκου
Φινάλη
Οι
προσωρινές και τυχοδιωκτικές λυκοσυμμαχίες γενικεύουν τη σύρραξη. H Ουάσιγκτον
κάνει μακρόπνοα σχέδια, ξανασχεδιάζοντας τους χάρτες της ευρύτερης περιοχής –
κάπου εκεί χωρά και ένα μικρό κουρδικό προτεκτοράτο με μονιμοποίηση της
αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας, και ανταλλάγματα προς την Τουρκία στα
δυτικά της
Η εκκένωση του Αφρίν
από τις κουρδικές Μονάδες Λαϊκής Προστασίας αλλά και από τεράστιο αριθμό
Κούρδων κατοίκων, και η κατάληψή του από τον τουρκικό στρατό και τους
τζιχαντιστές συμμάχους του (η οποία «φυσικά»
συνοδεύτηκε από σφαγές
αμάχων και λεηλασίες σπιτιών και
μαγαζιών που είχαν εγκαταλείψει οι ιδιοκτήτες
τους), κάθε άλλο παρά
κλείνει ένα ακόμη
αιματηρό επεισόδιο της
συριακής σύγκρουσης.
Όχι
μόνο επειδή οι
Κούρδοι «υπόσχονται» ανταρτοπόλεμο
κι επειδή εκατοντάδες χιλιάδες
άνθρωποι έχουν ξεσπιτωθεί, ενώ την ίδια στιγμή οι Τούρκοι μεταφέρουν στο Αφρίν,
κατά τη συνήθη πρακτική τους, εποίκους ώστε να αλλάξουν την πληθυσμιακή σύνθεση
της επαρχίας. Ούτε μόνο επειδή ο κυνισμός των «μεγάλων» χτύπησε κόκκινο, όταν έδωσαν
στον Ερντογάν το ελεύθερο να αλωνίσει σε συριακό έδαφος.
Το επεισόδιο θα έχει και συνέχεια: μέχρι πού θα προχωρήσει ο
Ερντογάν, και μέχρι πού Θα υποχωρήσουν οι υπό αμερικανική κηδεμονία Κούρδοι;
Πόσο θα ανεχθεί η υπό ρωσική διοίκηση συμμαχία μια μονιμοποίηση της κατοχής συριακού
εδάφους από τον τουρκικό στρατό, και πόσο μακριά (ή πόσο... δυτικά) είναι
διατεθειμένες να φτάσουν οι ΗΠΑ ώστε να μην τα σπάσουν οριστικά με την Τουρκία;
Τι στάση θα τηρήσουν οι Ιρανοί και οι σύμμαχοί τους (που επίσης δεν επιθυμούν
τη δημιουργία κουρδικής οντότητας, πόσο μάλλον υπό αμερικανική επικυριαρχία)
και πόσο
θα εμπλακούν οι
ισραηλινοί; Πόσο θα διαρκέσουν οι τωρινές τριγωνικές
λυκοσυμμαχίες; Με πλευρές
αυτών των ερωτημάτων
καταπιανόμαστε στα παρακείμενα άρθρα. Αλλά το Αφρίν ανοίγει και πιο
γενικά ερωτήματα.
Μακρόπνοος
σχεδιασμός των ΗΠΑ
Παρ' όλη την αντιφατικότητα και τις εναλλαγές τακτικών, είναι
εμφανές ότι η Ουάσιγκτον θα κινηθεί με μοναδικό γνώμονα την εξυπηρέτηση των
«ζωτικών συμφερόντων» της και την ανάσχεση της ρωσικής διείσδυσης. Αλλά το
βορειοαμερικανικό κατεστημένο, και κάθε κέντρο του ξεχωριστά, παραμένει βαθιά
διχασμένο στο πώς μπορεί να
επιτευχθούν αυτοί οι
στόχοι,ενώ ταυτόχρονα γίνεται σαφές ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να επιβάλουν
τη γραμμή τους με μια μονοκοντυλιά, όπως παλιότερα. Έτσι εξηγείται και η
αναγκαστική ανοχή τους προς το αρκετά «χειραφετημένο» πλέον τουρκικό καθεστώς.
Οπωσδήποτε η Ουάσιγκτον (όπως και κάθε άλλη ξένη δύναμη που
παρεμβαίνει) κάνει μακρόπνοα και πιο γενικά σχέδια, ξανασχεδιάζοντας τους χάρτες
της ευρύτερης περιοχής. Κάπου εκεί χωρά και ένα μικρό κουρδικό προτεκτοράτο με
μονιμοποίηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας, και πρόσθετα ανταλλάγματα
προς την Τουρκία στα δυτικά της ώστε να επιδείξει κατανόηση. Μία Τουρκία στην
οποία οι ΗΠΑ δεν βλέπουν αιώνια κυριαρχία του Ερντογάν.
Ιδανικά για την Ουάσιγκτον, τα κατευναστικά δώρα προς την
Άγκυρα θα δοθούν λοιπόν σε μια μετα-ερντογανική Τουρκία, ενισχύοντας τους
αντικαταστάτες του σημερινού Σουλτάνου. Αλλά ούτως ή άλλως ήδη κατασκευάζονται.
«Προετοιμασία»
της δυτικής κοινής γνώμης
Το πιο τυχοδιωκτικό τμήμα της βορειοαμερικανικής διοίκησης, με
την «πολιτική» υποστήριξη του στρατοπέδου της παγκοσμιοποίησης, θα ήθελε
δυναμικότερη αντιμετώπιση των Ρώσων και εκδίωξή τους από τη Συρία. Έτσι
εξηγείται η κλιμάκωση της αντιρωσικής υστερίας από τη Βρετανία με αφορμή τη
δηλητηρίαση του διπλού πράκτορα Σκρίπακ, με το Λονδίνο να βάζει όλη τη μαεστρία
του ώστε να επιτύχει μια κοινή καταδίκη της Μόσχας από τις τέσσερις
σημαντικότερες δυτικές δυνάμεις – και, κυρίως, να προετοιμάσει την κοινή γνώμη
για «αποφασιστικά αντίποινα» προς
τη Ρωσία.
Στο ίδιο πλαίσιο
μπαίνει και η
δυτική προπαγάνδα για «επιθέσεις
του δικτάτορα Άσαντ σε αμάχους με χημικά όπλα». Και μάλιστα τη στιγμή που
αποδείξεις υπάρχουν μόνο περί του αντιθέτου, αφού χημικά όπλα βρέθηκαν
μόνο σε
αποθήκες των αντικαθεστωτικών συμμάχων της Δύσης και του ISIS που
καταλήφθηκαν από στρατεύματα της συμμαχίας Ρωσίας-Ιράν-Συρίας.
Αυτή η υστερική
κλιμάκωση από πλευράς
δυτικών κύκλων, με «λαγό»
τη Βρετανία, αποσκοπούσε στην
προετοιμασία της δυτικής κοινής γνώμης για ένα συντριπτικό χτύπημα εναντίον του
Άσαντ (δηλαδή, εναντίον
των Ρώσων) –
πιθανά με τη
μορφή πυραυλικής επίθεσης εναντίον της ίδιας της Δαμασκού. Η
ρωσική αντίδραση, με τη γενική προειδοποίηση ότι «μια τέτοια επίθεση θα ήταν το
τελευταίο πράγμα που θα έκανε κάποιος», φαίνεται ότι ακύρωσε ή ανέβαλε τέτοια
σχέδια.
Είναι άλλωστε αμφίβολο αν ο ίδιος ο Τραμπ τα υιοθετούσε,
ρισκάροντας μια κατά
μέτωπο σύγκρουση. Αντίθετα, ο Αμερικανός πρόεδρος έστειλε με
μάλλον επιδεικτικό τρόπο συγχαρητήρια στον Πούτιν για την επανεκλογή του,
κόντρα στις συμβουλές πολλών επιτελών του – και χωρίς να τα διανθίσει με
διαμαρτυρίες για ρωσικές παρεμβάσεις είτε στις πολιτικές αναμετρήσεις εντός των
ΗΠΑ είτε σε διεθνή μέτωπα.
Πού είναι
το Ιράν και το Ισραήλ;