Έξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης,
με την κοινωνία και την πολιτική ζωή σε συνεχή αναστάτωση, η Ελλάδα όχι
μόνο δεν σταθεροποιείται, αλλά φαίνεται να μπαίνει σε συνθήκες τέλειας καταιγίδας.
Η πρώτη ένδειξη είναι ότι στις 9 Φεβρουαρίου το Χρηματιστήριο Αθηνών έκλεισε στις 450 μονάδες, όταν στις 31 Δεκεμβρίου 2015 ήταν στις 631
μονάδες. Η γιγαντιαία πτώση έχει επίκεντρο την κατακρήμνιση των
τραπεζικών μετοχών λόγω της αποχώρησης ξένων κεφαλαίων. Τα χρηματιστήρια
βέβαια υποχωρούν παγκοσμίως, καθώς αρχίζουν να εμφανίζονται και πάλι
συνθήκες παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ο δείκτης Ντάου Τζόουνς
της Νέας Υόρκης, για παράδειγμα, έχει πέσει από 17500 μονάδες το Δεκέμβριο του 2015 σε 16000 μονάδες
σήμερα. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε εξαιρετικά εύθραυστη
κατάσταση. Η αθηναϊκή κατάρρευση όμως εκφράζει και την ξεχωριστή
αδυναμία της ελληνικής οικονομίας.
Η ελληνική αδυναμία φαίνεται
και από τη γρήγορη άνοδο του σπρεντ των δεκαετών ομολόγων σε σχέση με
τα γερμανικά. Στις 8 Ιουλίου 2015, λίγο μετά το δημοψήφισμα, το σπρεντ
ήταν πάνω από 19%. Η συνθηκολόγηση Τσίπρα και το νέο
Μνημόνιο έφερε καθοδική πορεία μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου 2015, με το
σπρεντ να πέφτει κάτω από το 7%. Μετά το Νοέμβριο το σπρεντ ανέβηκε
συστηματικά, ενώ τις τελευταίες μέρες έχει εκτιναχθεί πάνω από 10%. Η
ελληνική κυβέρνηση θεωρείται ολοένα και πιο επίφοβη από τις διεθνείς αγορές.
Η εκτίμηση των αγορών είναι λογική διότι η περιβόητη αξιολόγηση που θα επιτρέψει την εκταμίευση ποσών
από τη δανειακή σύμβαση δεν φαίνεται ότι θα ολοκληρωθεί σύντομα.
Συγκεκριμένα, η μείωση συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 1,8 δις είναι
αδύνατον να επιτευχθεί με το σχέδιο Κατρούγκαλου, πράγμα που σημαίνει
περικοπές σε επικουρικές και ίσως και σε κύριες συντάξεις.
Η ευρύτερη δομική αλλαγή του συνταξιοδοτικού έχει ήδη συναντήσει
τεράστιες κοινωνικές αντιδράσεις και πολύ δύσκολα θα επιβληθεί. Η αλλαγή
του φορολογικού συστήματος με την αύξηση του ανώτατου συντελεστή δεν
φαίνεται να γίνεται αποδεκτή από τους δανειστές. Η χειρότερη νάρκη ίσως
αποδειχθεί η ρύθμιση των «κόκκινων δανείων», καθώς οι τράπεζες έχουν
αρχίσει να πιέζουν δραματικά τους δανειολήπτες. Πως θα τακτοποιηθούν
αυτές οι εκκρεμότητες σε εύλογο διάστημα για να ολοκληρωθεί η
αξιολόγηση;