ΟΙ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΕΣ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ ΣΕ ΚΑΔΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΜΑΤΩΝ

 liberaldemocrazie bruciano cassonetti

 

Του Andrea Zhok

 

Με αφορμή τις σοβαρές συγκρούσεις στο Παρίσι μετά τη δολοφονία του 17χρονου Ναέλ από αστυνομικό, προκύπτουν πολλά ερωτήματα.

 

Πρώτα απ' όλα, βγάζει μάτια  η απουσία μιας κατανοητής εικόνας  από τα μέσα ενημέρωσης σχετικά με τα πιθανά αίτια αυτής της έκρηξης βίας (που αποτελεί πλέον ένα σταθερό κυκλικό φαινόμενο στη Γαλλία). Από την περιγραφή των γεγονότων στις περισσότερες εφημερίδες, είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί τα γαλλικά προάστια (banlieue) εξεγείρονται. Με τον τρόπο που περιγράφουν το γεγονός οι αρχές και τα μμε, φαίνεται πως πρόκειται για ένα ατυχές περιστατικό που θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. Αλλά η άποψη του αστικού υποπρολεταριάτου των γαλλικών προαστίων είναι ότι αφορά ξεκάθαρα αυτούς και όχι τη "γαλλική νεολαία" γενικά. Μήπως πρέπει να πούμε ότι είναι θύματα μιας ψευδαίσθησης; Αν πρόκειται για ψευδαίσθηση, είναι κάτι πολύ επίμονο, διότι οι ταραχές στα γαλλικά προάστια είναι γεγονότα που επαναλαμβάνονται εδώ και δεκαετίες.

 

 

 

Οι λίγοι, συνήθως από τη γαλλική άκρα αριστερά, που δίνουν μια μη συγκυριακή ανάγνωση των γεγονότων χρησιμοποιούν το συνηθισμένο άχρηστο κλειδί ανάγνωσης του "ρατσισμού". Αλλά μπροστά σε ένα ανοιχτόχρωμο αγόρι με καταγωγή από το Μαγκρέμπ γεννημένο όμως στη Γαλλία, σε μια χώρα όπου το 21% των νεογέννητων έχει ένα όνομα αραβικής προέλευσης και το 8,8% είναι μουσουλμάνοι, είναι ανόητο να πιστεύει κανείς ότι η "φυλετική" ταυτοποίηση είναι καθοριστική. Επιπλέον, η αστυνομία είναι γεμάτη από μπάτσους με παρόμοια εθνικά χαρακτηριστικά.

 

Βέβαια, στο νοητικό χυλό της σημερινής πολιτικά ορθής κοινωνιολογίας ο "ρατσισμός" έχει γίνει ένας όρος γενικής χρήσης, που χρησιμοποιείται για να στιγματίσει πολλά διαφορετικά πράγματα, πολιτιστικά, οικονομικά, ταξικά, θρησκευτικά, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με τη βιολογική έννοια της "φυλής". Αυτό που είναι ουσιαστικό σε αυτές τις λεκτικές χρήσεις είναι στην πραγματικότητα η μυστικοποιητική πρόθεση, η επιθυμία να χρησιμοποιούνται οι κατηγορίες όχι με στόχο τον ορισμό των αντικειμένων τους, αλλά αντίθετα με στόχο να εμποδίζεται ο ορισμός τους.

 

Αυτή η μυστικοποιητική πρόθεση είναι επίσης ξεκάθαρα ορατή σε θεσμικό επίπεδο, όπου, για παράδειγμα στη Γαλλία, απαγορεύεται στις επίσημες απογραφές να συλλέγονται στοιχεία σχετικά με την εθνοτική και θρησκευτική σύνθεση. Διότι,σύμφωνα με το οργουελικό στιλιστικό πρότυπο που χαρακτηρίζει τη σημερινή δυτική κουλτούρα, τα προβλήματα εξαφανίζονται αλλάζοντας ή διαγράφοντας τις έννοιες που τα προσδιορίζουν.

 

Μπροστά στις επαναλαμβανόμενες οικονομικοπολιτισμικές συγκρούσεις που χαρακτηρίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και την Ευρώπη, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πώς εδώ και χρόνια η κοινωνιολογία κάνει σοβαρή προσπάθεια προσπαθώντας να διαπιστώσει αν το γαλλικό "αφομοιωτικό" σύστημα ή το βρετανικό "κοινοτιστικό" σύστημα είναι το καλύτερο.

 

Και εδώ για ακόμα μια φορά, η κατηγοριοποίηση δεν χρησιμεύει στην κατανόηση, αλλά στην κάλυψη.

 

Στην πραγματικότητα, από τη στιγμή που ένα πρόβλημα τίθεται σε αυτή την αντιθετική βάση, φαίνεται ότι όλο το ζήτημα είναι να δούμε ποια από τις δύο αυτές λύσεις είναι η λύση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, δημιουργούνται διάφορες ομαδοποιήσεις στους διανοούμενους οι οποίοι αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν το ένα ή το άλλο  αναμασημένο δίλημμα, που τους επιτρέπει να βγάζουν ανέμελα τα προς το ζην. Από τη στιγμή που τα καλύτερα μυαλά αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν αυτά τα διλήμματα, η πραγματικότητα μπορεί να συνεχίσει να ξεδιπλώνει τις λογικές της, χωρίς να την αγγίζει τίποτα.

 

Στην πραγματικότητα, η διαφορά μεταξύ του γαλλικού "αφομοιωτικού" συστήματος και του βρετανικού "κοινοτιστικού" (ή "πλουραλιστικού") συστήματος είναι μια απλή διαφορά ρητορικής για δημόσια χρήση.

 

 

 

Και στις δύο περιπτώσεις η κοινωνική δυναμική είναι ακριβώς η ίδια :

 

 

 

 1) Η μετανάστευση έχει μια βραχυπρόθεσμη οικονομική λειτουργία , καθώς παρέχει στο παραγωγικό σύστημα φθηνό εργατικό δυναμικό- ως εκ τούτου, υποστηρίζεται με πιασάρικα επιχειρήματα, διακηρύξεις περί πολυπολιτισμικότητας, θεοποίηση του πολιτισμικού χωνευτηριού (melting pot), και αμέτρητες άλλες ανοησίες .

 

 

 

2)Το ιδανικό θα ήταν  αυτή η οικονομική λειτουργία των "ξεριζωμένων" να δοσολογείται με βάση τις ανά λεπτό ανάγκες της οικονομίας, όπως στα γραφήματα προσφοράς και ζήτησης : όταν δηλαδή μας χρειάζονται θα πρέπει να υπάρχουν, όταν δεν μας χρειάζονται θα πρέπει να εξαφανίζονται ως δια μαγείας- δυστυχώς, όμως,οι άνθρωποι αυτοί, εκτός από χρήσιμοι φτηνοί εργάτες, είναι και δυσκίνητα ανθρώπινα όντα , και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα.

 

3) Η όλη συζήτηση περί ενσωμάτωσης με την οποία γεμίζει το στόμα της η δυτική διανόηση είναι σαφώς καλοπροαίρετη σαβούρα, για  χρήση της πλέμπας: στην πραγματικότητα, οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι κοινωνίες που παράγουν κατά βάση και συνεχώς απο-ενσωμάτωση : διαίρεση, αποκλεισμό, ανταγωνιστικό κατακερματισμό. Φυσικά, αυτό το κάνουν απέναντι σε όλους, στο πλαίσιο του παροιμιώδους φιλελεύθερου πνεύματος της εθνικής και πολιτισμικής ισότητας, όπου η μόνη διαφορά που έχει πραγματικά σημασία είναι αυτή στο εκκαθαριστικό σημείωμα της τράπεζας. Αλλά φυσικά οι νεοαφιχθέντες που αναζητούν εργασία κάθε είδους τείνουν να συγκεντρώνονται στα κατώτερα σκαλοπάτια, και ο συνήθης μηχανισμός του συστήματος είναι τα χρήματα να γεννούν χρήματα και η δυστυχία να γεννά περισσότερη δυστυχία. Έτσι, ο κοινωνικός αποκλεισμός τείνει να επιμένει και να παγιώνεται διαγενεακά.

 

 

 

4) Σε αυτό το σημείο επανέρχεται στο προσκήνιο ο πολιτισμός. Ο πολιτισμός δεν ιππεύει σε φτερωτά άλογα πάνω από την κοινωνία και την οικονομία, αλλά είναι πάντα και αναγκαστικά συνυφασμένος με αυτές. Στο σημερινό δυτικό μοντέλο, ο πολιτισμός είναι υπηρέτρια της κοινωνίας, η οποία με τη σειρά της είναι υπηρέτης της οικονομίας. Όσο κι αν κατηχούν τους δασκάλους ώστε και αυτοί με τη σειρά τους να κατηχήσουν το υποπρολεταριάτο των πόλεων για να "αισθάνεται ενσωματωμένο", η αλήθεια είναι ότι η πολιτιστική ταυτότητα των εργατικών γειτονιών αυτονομείται ανάλογα με την κοινωνική τάξη, κάτι που δεν έχει καμία σχέση με την "επίσημη κουλτούρα".

 

5) Η πολιτισμική ταυτότητα είναι απαραίτητη όταν η ζωή σου εξαρτάται από το αν μπορείς να εμπιστευτείς άλλους (τους άλλους που δεν μπορείς να πληρώσεις). Γι αυτό, στα υποβαθμισμένα προάστια των μεγάλων αστικών κέντρων σχηματίζονται υποκουλτούρες ταυτότητας που είναι πολύ πιο στέρεες από ό,τι μπορεί να συναντήσει κανείς στις εύπορες γειτονιές. Αυτές οι υποκουλτούρες ταυτότητας ελάχιστη σχέση έχουν με οποιαδήποτε αυθεντική εθνοτική ή θρησκευτική καταγωγή, είναι όμως διακριτές.

 

Οι Αφροαμερικανοί δημιούργησαν την υποπολιτισμική τους ταυτότητα στις ΗΠΑ, όπως ακριβώς έκαναν οι Μαγκρέβιοι στη Γαλλία: όχι ως πραγματική κληρονομιά από έναν διαφορετικό πολιτισμό, αλλά ως λειτουργικό δημιούργημα για να επιβιώσουν στο έθνος όπου διέμεναν χωρίς να ανήκουν σε αυτό.

 

Αν κοιτάξει κανείς τη βιογραφία των ισλαμιστών βομβιστών στη Γαλλία και την Αγγλία πριν από λίγα χρόνια, θα δει πως ήταν "πρώην κοσμικοί και νυν ισλαμιστές", γεννημένοι στη Γαλλία, προφανώς "ενσωματωμένοι" ως κοσμικοί, για να ανακαλύψουν, ως δεύτερη γενιά, πως στη Γαλλία (όπως και παντού στη Δύση) δεν υπάρχει καμία ενσωμάτωση που να δημιουργεί το ανήκειν. Στη Δύση, ούτε καν οι ανώτερες τάξεις, οι οποίες θα μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να ξεφύγουν από το παιχνίδι της ανταγωνιστικής αποσύνθεσης, δεν διαθέτουν πια κάποιο ανήκειν.

 

 

 

Συνδέοντας τα νήματα αυτής της εικόνας, βλέπουμε ότι το δομικό αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει οι δυτικές κοινωνίες δεν μπορεί να λυθεί ούτε με μονομερή εξέταση της "κουλτούρας" ούτε με μονομερή εξέταση του "εισοδήματος".

 

Από τη μία πλευρά, οι οικονομικοί μηχανισμοί της βραχυπρόθεσμης κερδοφορίας ωθούν στη ρευστοποίηση της κάθε κουλτούρας και του κάθε ανήκειν: πέρα από τη φλυαρία περί πολυπολιτισμικότητας, δουλεύουμε  για ένα σύστημα όπου, μόνο τα αυτοαναφορικά, εναλλάξιμα, χωρίς κουλτούρα, χωρίς ανήκειν άτομα έχουν νόμιμη θέση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο καθαγιάζεται η "κινητικότητα", είτε εσωτερική είτε διεθνής.

 

Από την άλλη πλευρά, οι "ηττημένοι" του συστήματος έχουν ζωτική ανάγκη να δημιουργήσουν για τον εαυτό τους ένα είδος πολιτισμικής ταυτότητας που να ορίζει μια ομάδα στην οποία θα μπορούν να βασίζονται σε δύσκολους καιρούς. Και αυτό συμβαίνει μέσω της δημιουργίας άκρως προβληματικών αμυντικών υποκουλτούρων,  οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση  με τις αξιώσεις νομιμότητας, εχθρικές προς την επίσημη κουλτούρα της χώρας στην οποία ζουν (μια κουλτούρα, εξάλλου, που συχνά παραμελείται από τους ίδιους τους ντόπιους).

 

Σαυτές τις συνθήκες δεν υπάρχουν ήρωες, παρά μόνο διάφορες μορφές υποβάθμισης.

 

Οι εθνικές "ελίτ" έχουν προδώσει όλα όσα θα μπορούσαν να προδώσουν, έχοντας γίνει ένας αξιολύπητος κοσμοπολίτικος χυλός χωρίς δεσμούς, χωρίς αφοσίωση, χωρίς δική τους κουλτούρα, έτοιμες να εγκαταλείψουν το πλοίο που ταξιδεύουν, αν αυτό δείξει σημάδια αστάθειας.

 

 

 

Οι ντόπιοι εργαζόμενοι παρασύρθηκαν με τις χάντρες της αγοράς ή εκβιάστηκαν όταν δεν κατάφεραν να τους υποτάξουν: το αποτέλεσμα, ωστόσο, ήταν η αποσύνθεση, από την οποία προσπαθούν να αμυνθούν προσκολλημένοι στα απομεινάρια των παραδόσεων, των πεποιθήσεων και των όλο και πιο εφήμερων εθίμων.

 

Οι νεότεροι ή οι πιο ανενημέρωτοι καταβροχθίζουν τα ιδεολογικά χάπια των ινφλουένσερς που βρίσκονται στη μισθοδοσία των ελίτ, συμμετέχοντας στις κατά καιρούς μοδάτες  εκστρατείες χειραφέτησης.

 

Εκείνοι που έχουν λίγο περισσότερη μνήμη οπισθοχωρούν και καταλήγουν να ταυτίζουν τους απελπισμένους μη γηγενείς με τους "πολιτισμικούς εισβολείς" που έχουν διαλύσει την αίσθηση του κόσμου που κάποτε υπήρξε.

 

 

 

Το μη ντόπιο υποπρολεταριάτο, το οποίο, ακόμη κιαν έχει εθνική ιθαγένεια, δεν διαθέτει καμία αίσθηση του ανήκειν, χτίζει πρόχειρα οχυρά στις κοιτίδες του, αναπτύσσοντας παράνομες ή παρασιτικές υποκουλτούρες, χρησιμοποιώντας τις αναμνήσεις πολιτισμών και παραδόσεων ως λειτουργικό υλικό για τη δική του επιβίωση.

 

Τρεις δυσλειτουργίες που τις συνειδητοποιούμε μόνο όταν καίγονται οι κάδοι απορριμμάτων.

 


 [----->]


Ήθελαν να έχουν υποζύγια - και τα έχουν- αλλά θα έχουν όλο και περισσότερο - άγρια θηρία.

 

  Χάρτης με τις πυρκαγιές και τις περιοχές ταραχών στη μητροπολιτική ζώνη του Παρισιού 


Οι σκηνές που συνεχίζουν να μας έρχονται από τη Γαλλία, αν προέρχονταν από οποιαδήποτε "μικρότερη" χώρα με αδύναμες συμμαχίες, θα θεωρούνταν το προοίμιο ενός εμφυλίου πολέμου, μιας ανατροπής του καθεστώτος.

Ο αριθμός των εξεγερμένων σε όλη τη χώρα είναι τέτοιος που η αστυνομία δεν μπορεί να ελέγξει τίποτα. Σε ορισμένες περιοχές (Angers) έχουν σημειωθεί συγκρούσεις μεταξύ πολιτών της "τάξης" και πολιτών που "εξεγείρονται".

Το "μονοπώλιο της βίας" που ορίζει ένα κράτος φαίνεται να μην υπάρχει.

Φυσικά, αυτό δεν είναι και δεν μπορεί να είναι επανάσταση, διότι μια επανάσταση απαιτεί μια κατευθυντήρια γραμμή, πολιτικά αιτήματα, κάποιο θετικό μοντέλο που πρέπει να επιβληθεί.

Αλλά εδώ δεν υπάρχει τίποτα από αυτά, τίποτα που να μπορεί να μετατρέψει αυτόν τον κοινωνικό πυρετό σε όραμα για μια καλύτερη κοινωνία.

Από την άλλη , αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίο οι εξεγέρσεις αυτού του είδους πετυχαίνουν - με την έννοια ότι υπονομεύουν σοβαρά την κατεστημένη εξουσία.

Διότι αν επρόκειτο για μια οργανωμένη, πολιτικοποιημένη διαμαρτυρία, με στόχο την πειθώ και την πρόταση, με καθορισμένη πολιτική ατζέντα, θα είχε τεθεί προ πολλού υπό έλεγχο, θα φρουρούνταν από τον μηχανισμό ασφαλείας, θα σαμποταριζόταν από τα μέσα ενημέρωσης, θα είχαν έντεχνα διεισδύσει ,για να αποτρέψουν την ανάδυση οποιασδήποτε πραγματικής εναλλακτικής λύσης. Αυτό συμβαίνει επειδή οι φιλελεύθερες δημοκρατίες - όπως και οι απολυταρχίες - εργάζονται συνεχώς για τη διατήρηση της εξουσίας των ήδη κυβερνώντων.

Κάποτε κυκλοφορούσε η ιδέα - πολύ σοφή κατ' αρχήν - ότι η δημοκρατία, εγγυώμενη την πραγματική εκπροσώπηση των αιτημάτων από τα κάτω, θα μπορούσε να εκτονώσει τις βίαιες διαμαρτυρίες και να επιτρέψει την αρμονική βελτίωση ολόκληρου του κοινωνικού σώματος. Αλλά οι φιλελεύθερες δημοκρατίες έχουν από καιρό εκφράσει την απροκάλυπτα πλουτοκρατική τους τάση, μετατρεπόμενες σε φρούρια προστασίας του κεφαλαίου..

Ως εκ τούτου, ελλείψει εκπροσώπησης και παρουσία των συνήθων μηχανισμών αποκλεισμού, εκμετάλλευσης και κατακερματισμού των καπιταλιστικών κοινωνιών, ο μόνος δρόμος που παραμένει ανοιχτός είναι αυτός της καταστροφής, της λεηλασίας και της καθαρτικής βίας.

Οι φιλελεύθερες δημοκρατικές κοινωνίες έχουν συχνά προσπαθήσει να διοχετεύσουν αυτές τις δυναμικές σε ελεγχόμενους χώρους, όπως τα γήπεδα και οι κυριακάτικοι καβγάδες μεταξύ των Ultras. Αλλά πέρα από ένα ορισμένο όριο, η απογοήτευση και ο θυμός δεν μπορούν πλέον να περιφράσσονται και εκρήγνυνται.

Έχοντας σαρώσει με επιτυχία κάθε αυθεντική δημοκρατική πολιτική, έχοντας αμβλύνει τους μηχανισμούς συμμετοχής, έχοντας μπλοκάρει όλους τους δρόμους πρόσβασης στην εξουσία με τα παρατηρητήρια των μέσων ενημέρωσης, οι ελίτ έχουν εξασφαλίσει στον εαυτό τους τη μη νομική αμφισβήτηση της εξουσία τους.

Αλλά αυτό αφήνει χώρο μόνο στις παράνομες εκρήξεις , στις ανεξέλεγκτες καταστροφές, χωρίς καθορισμένο σκοπό, παρά μόνο για να γίνει γνωστό ότι "ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ".

Ήθελαν να έχουν υποζύγια  - και τα έχουν- αλλά θα έχουν όλο και περισσότερο - άγρια θηρία.

[------>]

Πληθωρισμός κερδών

 

από τον Joseph Halevi

 

Δημοσιεύουμε το κείμενο ελαφρώς αναθεωρημένο και διευρυμένο από τον Joseph Halevi ως εισαγωγή στο συλλογικό έργο (Giacomo Cucignatto et al.), "Πληθωρισμός. Ψευδείς μύθοι και σύγκρουση αναδιανομής ", εκδόσεις Punto Rosso, Μιλάνο, Μάρτιος 2023

 

Από το 2020, η παγκόσμια οικονομία έχει εισέλθει εκ νέου σε περίοδο πληθωρισμού. Σε αντίθεση με το προηγούμενο επεισόδιο, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, αυτή τη φορά τα αίτια είναι πολύ σαφή.

 

Στο πρώτο επεισόδιο, οι συνθήκες πληθωρισμού στην Ευρώπη ήταν διαφορετικές από αυτές στις ΗΠΑ, ενώ η Ιαπωνία αφενός επηρεάστηκε από τον εισαγόμενο πληθωρισμό και αφετέρου δέχθηκε μια νομισματική γροθιά από τις ΗΠΑ -με την ταχύτατη και απότομη ανατίμηση του γεν- τέτοια που θα είχε καταβάλει ακόμη και μια χώρα όπως η Γερμανία,την οποία ευτυχώς προστάτευε η ασπίδα της εμπορικής ζώνης της ΕΟΚ, η οποία ήταν από τότε η κύρια εξαγωγική της διέξοδος.

 

Η Ιαπωνία, όμως, αν και δεν διέθετε κάποια οικονομική ενδοχώρα, αντιστάθηκε αρκετά καλά, ενισχύοντας σημαντικά το τεχνολογικό της επίπεδο και την παγκόσμια προβολή της βιομηχανίας της.

 

Εκείνα τα χρόνια, στη Δυτική Ευρώπη, στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ιταλία, ωρίμαζε μια έντονη και μακροχρόνια σύγκρουση αναδιανομής μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, η οποία και στις δύο χώρες έσβησε με διαφορετικό τρόπο στο διάστημα μεταξύ των δύο τελευταίων ετών της δεκαετίας του 1970 και των πρώτων χρόνων της επόμενης δεκαετίας.

 

Αναφέρομαι στις διαφορετικές, αλλά παρ' όλα αυτά βίαιες και σκληρές συνθήκες μέσα στις οποίες έκλεισε η σύγκρουση στις δύο χώρες. Στην Ιταλία από την απαγωγή και τη δολοφονία του Μόρο το 1978, μέχρι τη βομβιστική επίθεση στον κεντρικό σταθμό της Μπολόνια το καλοκαίρι του 1980 και την συντριπτική επίθεση που δέχτηκε ο συνδικαλισμός στη FIAT στα τέλη του φθινοπώρου του ίδιου έτους.

 

Συνολικά, στην Ιταλία, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μπήκε σε λειτουργία ένας μηχανισμός προς μια κατάσταση χωρίς επιστροφή όσον αφορά τις συνδικαλιστικές και ταξικές σχέσεις στη χώρα.

 

Σε αυτό το πλαίσιο, τα όσα συνέβησαν από τη συμφωνία για το κόστος της εργασίας το 1992-93 και μετά δεν είναι ιστορία αλλά χρονικό, αφού οι επιπτώσεις συνεχίζουν να βαραίνουν, όλο και πιο έντονα, τις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων και εργαζομένων και των τελευταίων με τους θεσμούς.

 

Ετσι, αν σήμερα η μισθωτή εργασία στέκει αβοήθητη απέναντι στον πληθωρισμό των κερδών, οι βασικοί λόγοι ανάγονται σε εκείνη την περιβόητη συμφωνία για το κόστος εργασίας.

 

Με αυτή την έννοια, πιστεύω ότι η αποδυνάμωση της ικανότητας της μισθωτής εργασίας να υπερασπιστεί τα αιτήματά της, αναλύεται σε μια μακροπρόθεσμη ανάλυση της ιταλικής μακροοικονομίας - της περιόδου από το 1990 έως το 2014 - του Pasquale Tridico με τίτλο From economic decline to the current crisis in Italy, ελεύθερα προσβάσιμη στην Academia.

 

Βέβαια, στο προηγούμενο επεισόδιο, την παγκόσμια διάσταση του πληθωρισμού την έδινε η πολιτική των ΗΠΑ στον πόλεμο του Βιετνάμ, η οποία οδήγησε στην κρίση του διεθνούς νομισματικού συστήματος και τις σταθερές ισοτιμίες στις συναλλαγματικές ισοτιμίες με κέντρο το δολάριο.

 

Ακολούθησε η διαχείριση της πολιτικής πετρελαϊκής κρίσης, η οποία εκδηλώθηκε με τον πόλεμο Ισραήλ-Αιγύπτου-Συρίας το 1973, ως συνάρτηση της διατήρησης της ηγεμονίας του δολαρίου, δηλαδή της δυνατότητας των ΗΠΑ να χρηματοδοτούν κατα βούληση τα εξωτερικά τους ελλείμματα και να πραγματοποιούν αγορές στο εξωτερικό χωρίς δεσμεύσεις.

 

Αυτός ο στόχος οδήγησε στη συμφωνία μεταξύ των ΗΠΑ και της Σαουδικής Αραβίας – την επαύριον της πολλαπλής αύξησης της τιμής του αργού πετρελαίου το 1973 και το 1974 - και τη δέσμευση του Σαουδαραβικού βασιλείου να συναλλάσσεται με πετρέλαιο μόνο σε δολάρια και να τα επανακαταθέτει στις ΗΠΑ μέσω αγοράς ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου.

 

Η ιρανική κρίση του 1978, παρόλο που αποτέλεσε την απώλεια ενός πελατειακού κράτους, ενίσχυσε σημαντικά τη θέση του δολαρίου, καθώς οδήγησε σε νέα μεγάλη αύξηση της τιμής του αργού πετρελαίου και σε περαιτέρω άλμα του πληθωρισμού.

 

Η νέα κεντρική θέση των ΗΠΑ έδωσε το έναυσμα στον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Πολ Βόλκερ να επιτεθεί στα συνδικάτα, χρησιμοποιώντας ως πειραματόζωο τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας. Ο στόχος εδώ ήταν να σπάσει η διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων και όχι να καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός, όπως έλεγε ο ίδιος και ο πρόεδρος Ρίγκαν. Χρόνια αργότερα ήταν ο ίδιος ο Βόλκερ που το παραδέχτηκε αυτό με μεγάλη ειλικρίνεια.

 

Από τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν, ξεκινώντας από διαφορετικά επίπεδα σε σχέση με τις ευρωπαϊκές χώρες, να βαδίζουν ασταμάτητα προς τον αποπληθωρισμό των μισθών (για την Ιαπωνία η κατάσταση ήταν διαφορετική, διότι μέχρι τα μέσα του 1995 συνέχιζε να δέχεται από τις ΗΠΑ σφοδρά χτυπήματα που, όπως είπε ο Βιτόριο Γκάσμαν στην ταινία Τέρατα ( Mostri), πονούσαν).

Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας, ούτε καν η μεγάλη μείωση των τιμών των πρώτων υλών από τα τέλη του πρώτου μισού της δεκαετίας του 1980 δεν άλλαξε το πρόσημο της μεγάλης συγκράτησης των μισθών η οποία, αντίθετα, κυριάρχησε στην ιταλική και την ευρωπαϊκή οικονομία πέρα από την οικονομία των ΗΠΑ.

 

Δεκαετίες συγκράτησης των μισθών χωρίς πραγματικές και μόνιμες αυξήσεις των πραγματικών μισθών έχουν στην αντοχή των εργαζομένων τις ίδιες επιπτώσεις που έχει ένας μακρύς και ατέλειωτος πόλεμος φθοράς που διεξάγεται μόνο από μία πλευρά, την πλευρά των επιτιθέμενων.

 

Φτάνουμε λοιπόν στο σήμερα.

 

Η σημερινή άνοδος του πληθωρισμού δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιας ενεργής κοινωνικής σύγκρουσης που σχετίζεται με μάχες για την ανάκτηση του χαμένου εδάφους στους μισθούς. Απόδειξη γι' αυτό και ελπίζω να κάνω λάθος, η κατάσταση στη Γαλλία.

 

Γενικά, ένα μεγάλο κίνημα αγώνων συνοδεύεται από την προβολή άλλων διεκδικήσεων, και ποια μπορεί να είναι καλύτερη διεκδίκηση που να ενώνει όλους τους μισθωτούς από τον αγώνα ενάντια στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος;

 

Η μισθολογική μεταρρύθμιση, φυσικά, δεδομένου ότι ακόμη και στην "ωραία Γαλλία" οι μισθοί είχαν μείνει στάσιμοι και έχουν υποστεί τις απώλειες στην αγοραστική δύναμη που προκαλεί ο σημερινός πληθωρισμός. Ομως, δεν έγινε τίποτα.

 

Κατά τη γνώμη μου, αυτό επιβεβαιώνει το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση όσον αφορά τη δυνατότητα ανάκτησης των μισθών, η οποία, όπως δίδασκε ο Vittorio Foa στα σεμινάρια και τα γραπτά του, είναι ο άξονας της ίδιας της ύπαρξης της συνδικαλιστικής δράσης.

 

Ο σημερινός πληθωρισμός προέρχεται από συμφόρηση της παραγωγής που δημιούργησε αρχικά η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ έναντι των τεχνολογικών βιομηχανιών της Κίνας και συνέχισε ο διάδοχός του, ακολούθησαν οι ευρωπαϊκές χώρες και, πολύ απρόθυμα, και η Ιαπωνία.

 

Σε αυτό προστέθηκαν οι περιορισμοί που θεσμοθετήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τη διαχείριση της πανδημικής κρίσης και, τέλος, ο αντίκτυπος από τη σύγκρουση στην Ουκρανία, όχι μόνο στις τιμές και τις ροές της ενέργειας αλλά και σε ορισμένα βιομηχανικά υλικά.

 

Αυτά τα τρία κοντινά γεγονότα δημιούργησαν μια σωρευτική διαδικασία πληθωριστικού και αντιεπεκτατικού τύπου στην πραγματική παραγωγή, η δυναμική της οποίας, με εξαίρεση την Κίνα και την Ινδία, δεν ήταν ποτέ ισχυρή μετά το 2008.

 

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον πληθωρισμό των κερδών. Δεν μπόρεσα να βρω πανευρωπαϊκές μελέτες για το θέμα αυτό, αλλά υπάρχουν κάποιες για τις ΗΠΑ.

 

Οι κυριότερες εκτιμήσεις αφορούν τη συμβολή της αύξησης του κόστους εργασίας στην αύξηση των τιμών και στην αύξηση του ίδιου του πληθωρισμού. Κατά μέσο όρο, φαίνεται ότι οι αυξήσεις του κόστους εργασίας συμβάλλουν κατά 10% στις αυξήσεις των τιμών, ενώ οι αυξήσεις των κερδών συμβάλλουν κατά 33-35% στον πληθωρισμό.

 

Το σπιράλ είναι επομένως ένα σπιράλ τιμών και κερδών και όχι τιμών και μισθών (Servaas Storm, "Inflation in the Time of Crown and War", Institute for New Economic Thinking Working Paper Series No. 185, 20 Ιουνίου 2022. Προσβάσιμη στο διαδίκτυο).

 

Σε αυτή την εικόνα προστίθεται η αποφασιστικότητα των Κεντρικών Τραπεζών - από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μέχρι την ΕΚΤ και την Τράπεζα της Αγγλίας - να μην επιτρέψουν την αποτελεσματική ανάκαμψη των μισθών έναντι της αύξησης των τιμών. Οι Κεντρικές Τράπεζες δεν έχουν, από δική τους επιλογή, άλλο μέσο από το να αυξάνουν τα επιτόκια.

Είναι πλέον γεγονός ότι, ενώ κατά το ξέσπασμα της κρίσης του 2007-2008 η πλειονότητα των παράγωγων προϊόντων, τα οποία βρέθηκαν στο επίκεντρο της κρίσης, ήταν συγκεντρωμένα στα λεγόμενα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης και στα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), σήμερα έχουν δομηθεί κυρίως πάνω στα επιτόκια, όταν αυτά ήταν πολύ χαμηλά.

 

Αυτή η αντίφαση ενισχύει την αποφασιστικότητα των κεντρικών τραπεζών να μην ανεχθούν την ανάκαμψη των μισθών πάνω από τον πληθωρισμό. Φαίνεται λοιπόν ότι οι εργαζόμενοι θα αναγκαστούν να υποστούν τη μείωση των μισθών που παράγει ο πληθωρισμός, αφού πρώτα υπέμειναν παθητικά τη μακρά στασιμότητα.

https://sinistrainrete.info/articoli-brevi/25497-joseph-halevi-l-inflazione-e-da-profitti.html