Η ΑΝΤΙΣΙΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ-- MATZPEN

 

                                      Η Israca ήταν το περιοδικό της Matzpen στο εξωτερικό.


Matzpen (εβραϊκά: מצפן, lit. "Πυξίδα") είναι το όνομα μιας επαναστατικής σοσιαλιστικής και αντισιωνιστικής οργάνωσης, που ιδρύθηκε στο Ισραήλ το 1962 και δραστηριοποιήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1980. Το επίσημο όνομά της ήταν Σοσιαλιστική Οργάνωση στο Ισραήλ, αλλά έγινε ευρύτερα γνωστή ως Matzpen μετά την έκδοση του μηνιαίου εντύπου της.

 

Προέλευση

Η οργάνωση ιδρύθηκε από πρώην μέλη του Ισραηλινού Κομμουνιστικού Κόμματος - Maki - που αντιτάχθηκαν στην αδιαμφισβήτητη υποστήριξη του κόμματος αυτού προς την εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης. Προσέφεραν μια πιο ριζοσπαστική ανάλυση και αντίθεση στον Σιωνισμό [ 1]. Μια πρώιμη ανάλυση της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, που γράφτηκε πριν εγκαταλείψουν το Κομμουνιστικό Κόμμα, από τους Moshe Machover και Akiva Orr (με το ψευδώνυμο, N. Israeli), εμφανίστηκε στα εβραϊκά το 1961 υπό τον τίτλο Shalom, Shalom ve'ein Shalom (שלום, שלום, ואין שלום- Ειρήνη, ειρήνη όταν δεν υπάρχει ειρήνη - η αγγλική μετάφραση ολοκληρώθηκε το 2009- αν και δεν είχε δημοσιευτεί μέχρι τον Αύγουστο του 2016, η μετάφραση είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο). [2] Η Matzpen συγκέντρωσε Εβραίους και Άραβες ακτιβιστές με διαφορετικό παρελθόν σε αριστερές οργανώσεις και ομαδοποιήσεις. Εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών κατείχε ο Jabra Nicola, Νικόλα, ένας Παλαιστίνιος-Ισραηλινός διανοούμενος και ακτιβιστής, ο οποίος βοήθησε στη διαμόρφωση του θεωρητικού προσανατολισμού της εκκολαπτόμενης οργάνωσης[3][4], η οποία εξέδιδε ένα ομώνυμο περιοδικό στα εβραϊκά και στα αραβικά. Η οργάνωση αναπτύχθηκε την περίοδο μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 και την κατοχή των παλαιστινιακών και αραβικών εδαφών από το Ισραήλ[5].

 

 

Βασικές θέσεις

Σε μια δήλωση με τίτλο "Κάτω η κατοχή", από την 1η Ιανουαρίου 1969, η Matzpen διακρίθηκε - μαζί με το Κομμουνιστικό Κόμμα (Rakah) - ως οι μόνες δυνάμεις που διεξάγουν "συνεπή αγώνα ενάντια στη συνεχιζόμενη κατοχή των εδαφών που κατακτήθηκαν τον Ιούνιο του '67". [6] Αντιμέτωπο με μια κατάσταση στην οποία "το Ισραήλ ελέγχει το σύνολο των εδαφών της Παλαιστίνης την περίοδο της Βρετανικής Εντολής, καθώς και τεράστιες εκτάσεις αιγυπτιακών εδαφών και μια περιοχή στο νότιο τμήμα της Συρίας", η Matzpen διαβεβαίωνε στη "Γενική Διακήρυξη της ISO" το Μάρτιο του 1968, ότι "Είναι δικαίωμα και καθήκον κάθε κατακτημένου και υποταγμένου λαού να αντιστέκεται και να αγωνίζεται για την ελευθερία του. Οι τρόποι, τα μέσα και οι μέθοδοι που είναι απαραίτητα και κατάλληλα για έναν τέτοιο αγώνα πρέπει να καθορίζονται από τον ίδιο το λαό και θα ήταν υποκριτικό για τους ξένους -ιδιαίτερα αν ανήκουν στο καταπιεστικό έθνος- να του κηρύττουν λέγοντας: "Έτσι πρέπει να κάνεις και έτσι δεν πρέπει να κάνεις"". Πρόσθεσε, ότι παρά την αναγνώρισή του "του άνευ όρων δικαιώματος των κατακτημένων να αντιστέκονται στην κατοχή", ως οργάνωση θα μπορούσε να υποστηρίξει πολιτικά "μόνο τις οργανώσεις που, εκτός από την αντίσταση στην κατοχή, αναγνωρίζουν και το δικαίωμα του ισραηλινού λαού για αυτοδιάθεση", ώστε να καταστεί δυνατός "ένας κοινός αγώνας Αράβων και Εβραίων στην περιοχή για ένα κοινό μέλλον"[7].

 

 

Στο πλαίσιο αυτό, στόχος της Matzpen ήταν η δημιουργία ενός ευρύτερου μετώπου ανθρώπων που αντιτίθενται στην κατοχή και τάσσονται υπέρ ενός απο-σιωνισμένου Ισραήλ, το οποίο θα αποτελούσε μέρος μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Σε αντίθεση με το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη Σιωνιστική Αριστερά,η Matzpen επέμενε ότι η κατοχή του 1967 δεν ήταν παρά ένα στάδιο στη μακρά ιστορία του σιωνιστικού εποικισμού και ότι η ανατροπή της θα αποτελούσε αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη συνολική επίλυση των προβλημάτων της Μέσης Ανατολής. Για μια τέτοια λύση θα χρειαζόταν η πολιτική κινητοποίηση των Αράβων, των Εβραίων και άλλων εθνικών μειονοτήτων στην περιοχή. Το πολιτικό πλαίσιο αυτής της κινητοποίησης έγινε γνωστό ως Αραβική Επανάσταση, η οποία συνδύαζε εθνικά και σοσιαλιστικά καθήκοντα στη διαδικασία του αγώνα κατά του σιωνισμού, του ιμπεριαλισμού και της αραβικής αντίδρασης[8]. Για να προωθήσει αυτούς τους στόχους, η Ματζπέν δημιούργησε δεσμούς με οργανώσεις της Νέας Αριστεράς στην Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου, καθώς και με προοδευτικές παλαιστινιακές οργανώσεις, όπως το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης[9][10].

 

Πολλές από τις πρωτότυπες αναλύσεις και δηλώσεις της οργάνωσης συμπεριλήφθηκαν σε μια δημοσιευμένη συλλογή με τον τίτλο The Other Israel: The Radical Case Against Zionism, με την επιμέλεια του Arie Bober (Doubleday, 1972)[11].

 

Το βιβλίο του Bober ήταν μια επισκόπηση των θέσεων που υποστήριζε η Matzpen εκείνη την εποχή σε μια σειρά θεμάτων, και ως εκ τούτου αποτελεί βασική πηγή για την ανάλυση της οργάνωσης σχετικά με την ισραηλινή κοινωνία και την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Στην εισαγωγή του βιβλίου αναφέρει τα εξής:

 

"Το βιβλίο αυτό είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής προσπάθειας πέντε ετών μιας μικρής ομάδας Αράβων και Εβραίων πολιτών του Ισραήλ να διεισδύσει στο πυκνό δίχτυ ψευδαισθήσεων και μύθων που κυριαρχεί σήμερα στη σκέψη και τα συναισθήματα των περισσότερων Ισραηλινών και, ταυτόχρονα, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την επικρατούσα εικόνα του Ισραήλ στον δυτικό κόσμο. Σύμφωνα με το σιωνιστικό παραμύθι, το κράτος του Ισραήλ είναι ένα προκεχωρημένο φυλάκιο δημοκρατίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και διαφωτισμού, καθώς και πατρίδα και καταφύγιο για τους διωκόμενους Εβραίους του κόσμου. Αυτό το προκεχωρημένο φυλάκιο, έτσι λέει η ιστορία, αν και επιδιώκει ειλικρινά την ειρήνη με τους γείτονές του βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς πολιορκίας εξαιτίας της απληστίας των Αράβων ηγετών, του εγγενούς "παραλογισμού" του ανατολίτικου μυαλού και της έμφυτης εθνικής ροπής προς το μίσος για τους Εβραίους.

 

"Η πραγματικότητα, αποδεικνύει αυτό το βιβλίο, είναι εντελώς διαφορετική. Το σιωνιστικό κράτος γεννήθηκε με τη βίαιη απαλλοτρίωση και εκδίωξη από τη χώρα τους των Παλαιστινίων Αράβων, και η διαδικασία αυτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σε ανοιχτή συμμαχία με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, ιδίως τον ιμπεριαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών, και σε ελάχιστα κρυφή συμπαιγνία με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις του αραβικού κόσμου, το σιωνιστικό κράτος θέτει ενεργά τον εαυτό του ενάντια σε κάθε βήμα, όσο διστακτικό κι αν είναι, που κάνουν οι αραβικές μάζες για να ανακουφίσουν τη δυστυχία αιώνων που τους έχει επιβληθεί από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό. Μέσα στα εδάφη που κατέλαβε από το 1967, το σιωνιστικό κράτος χρησιμοποιεί ένα σύστημα άμεσης στρατιωτικής καταστολής για να εκδιώξει τους Παλαιστίνιους Άραβες από τα εδάφη τους, να εξασφαλίσει τον εβραϊκό εποικισμό τους και να συντρίψει κάθε έκφραση παλαιστινιακής αντίστασης. Εντός των δικών του συνόρων, το σιωνιστικό κράτος επιδίδεται σε συστηματική εθνική καταπίεση της μειονότητας των Αράβων πολιτών του. Η ίδια η σκουρόχρωμη πλειοψηφία της προνομιούχου εβραϊκής κοινότητας αισθάνεται όλο και περισσότερο το κεντρί των ρατσιστικών διακρίσεων, καθώς η οικονομική ανισότητα αυξάνεται και οι κοινωνικές συνθήκες επιδεινώνονται. Το σιωνιστικό κράτος, μακράν από το να προσφέρει ένα καταφύγιο στους διωκόμενους Εβραίους του κόσμου, οδηγεί τόσο τους νέους μετανάστες όσο και τους παλιούς εποίκους προς ένα νέο ολοκαύτωμα, κινητοποιώντας τους σε μια αποικιοκρατική επιχείρηση και έναν αντεπαναστατικό στρατό ενάντια στον αγώνα των αραβικών μαζών για εθνική απελευθέρωση και κοινωνική χειραφέτηση - έναν αγώνα που δεν είναι μόνο δίκαιος αλλά τελικά θα είναι και νικηφόρος. Αυτή η κατάσταση των πραγμάτων δεν είναι, επιπλέον, καθόλου τυχαία. Ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της επιτυχίας του σιωνιστικού σχεδίου για την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Και για να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα δεν απαιτείται απλώς μια αλλαγή κυβέρνησης ή μια τροποποίηση της μιας ή της άλλης συγκεκριμένης πολιτικής, αλλά ένας επαναστατικός μετασχηματισμός των ίδιων των θεμελίων της ισραηλινής κοινωνίας".

 

 

Το 1970 η οργάνωση άρχισε να περνά από μια διαδικασία ιδεολογικού και οργανωτικού κατακερματισμού, με ορισμένα μέλη να αποχωρούν για να δημιουργήσουν νέες ομάδες, όπως η Avangard με τροτσκιστικό προσανατολισμό, με επικεφαλής τους Menahem Carmi και Sylvain Cypel, και η Ma'avak (Επαναστατική Κομμουνιστική Συμμαχία), με μαοϊκό προσανατολισμό, με επικεφαλής τους Ilan Albert και Rami Livneh. Μια περαιτέρω διάσπαση εντός της τελευταίας οργάνωσης οδήγησε στη δημιουργία της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Συμμαχίας - Κόκκινο Μέτωπο, με επικεφαλής τους Udi Adiv και Dan Vered. Η Avangard υπέστη επίσης διασπάσεις, οι οποίες κατέληξαν στο σχηματισμό της Σπαρτακιστικής Λίγκας το 1974 και της ομάδας Nitzotz το 1977[13].

 

Οι θεωρητικές αντιπαραθέσεις που οδήγησαν στις διασπάσεις στη Matzpen είχαν να κάνουν με την εννοιολόγηση των σχέσεων μεταξύ ταξικής πάλης και εθνικισμού στον αγώνα για το σοσιαλισμό. Η Αβανγκάρντ θεωρούσε το Ισραήλ ως μια κανονική καπιταλιστική κοινωνία στην οποία η εργατική τάξη ήταν ο πρωταρχικός επαναστατικός παράγοντας. Ως εκ τούτου, έβλεπε ως στόχο της την κινητοποίηση αυτής της τάξης για τη δημιουργία μιας ισραηλινής σοσιαλιστικής δημοκρατίας. Θεωρούσε ότι η εστίαση της Matzpen στην ισραηλινο-παλαιστινιακή εθνική σύγκρουση και στις αποικιοκρατικές καταβολές της ισραηλινής κοινωνίας αποσπούσε την προσοχή από την ταξική πάλη. Η Ma'avak, αντίθετα, θεωρούσε ότι η Matzpen δεν έδινε αρκετή έμφαση στον αποικιοκρατικό χαρακτήρα της ισραηλινής κοινωνίας και έβλεπε ως στόχο της τη διευκόλυνση του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ως απαραίτητο βήμα προς το σοσιαλισμό. Σε αντίθεση και με τις δύο ομάδες, η Matzpen επιβεβαίωσε εκ νέου το συνδυασμό της υποστήριξης των εθνικών και κοινωνικών αγώνων.

 

Το 1972 έγινε μία σημαντική διάσπαση εντός του πυρήνα της βασικής ομάδας της Matzpen, και οι δύο ομάδες διατήρησαν το όνομα Matzpen για τα αντίστοιχα περιοδικά τους, ένα ζήτημα που προκάλεσε έντονες διαφωνίες μεταξύ τους[14].  Πίσω από αυτή την απόφαση ήταν η προφανής αξία της ετικέτας "Matzpen" ως δείκτης ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής [14]. Το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής ηγεσίας παρέμεινε σε αυτό που έγινε γνωστό ως Matzpen Τελ Αβίβ, ενώ η άλλη παράταξη έγινε γνωστή ως Matzpen Ιερουσαλήμ. Αυτή η τελευταία ομάδα υιοθέτησε το όνομα Matzpen Marxist, για να ξεχωρίζει από τους αντιπάλους της. Το 1975 άλλαξε το όνομά της σε Επαναστατική Κομμουνιστική Λίγκα, τμήμα της Τέταρτης Διεθνούς, ενώ διατήρησε τον τίτλο Matzpen Marxist στην τακτική της έκδοση. Η ομάδα του Τελ Αβίβ άλλαξε επίσης το όνομά της στη συνέχεια (το 1978) σε Σοσιαλιστική Οργάνωση στο Ισραήλ και απέσυρε το επίθετο "ισραηλινή", προκειμένου να αποφύγει πιθανή συσχέτιση με τον σιωνισμό. Και οι δύο ομάδες διατήρησαν την αρχική διπλή εστίαση της Matzpen στην ταξική και εθνική απελευθέρωση. Οι Machover, Orr και Haim Hanegbi παρέμειναν στην ομάδα με έδρα το Τελ Αβίβ, ενώ η ομάδα με έδρα την Ιερουσαλήμ είχε επικεφαλής τους Arieh Bober και Michel Warschawski (Mikado). Ένα κίνημα νεολαίας γνωστό ως Hafarperet (mole) συνδέθηκε με την τελευταία ομάδα, και δραστηριοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, κυρίως στη Χάιφα.

 

Η δίκη του Κόκκινου Μετώπου

Μια από τις οργανώσεις που προέκυψαν από τη Μάτζπεν, το Κόκκινο Μέτωπο, είχε μια σύντομη ιστορία μόλις ενός έτους. Στα τέλη του 1972 πολλά από τα μέλη του συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία και συνεργασία με τον εχθρό (τη συριακή στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών), με βάση ένα μυστικό ταξίδι που έκαναν κάποιοι από αυτούς στη Δαμασκό. Κανένας από τους ακτιβιστές που συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν δεν ήταν μέλος της Matzpen εκείνη την εποχή ή την εποχή που διέπραξαν τα υποτιθέμενα αδικήματα κατά της κρατικής ασφάλειας. Σε μια πολυδιαφημισμένη δίκη το 1973 πέντε μέλη του Κόκκινου Μετώπου καταδικάστηκαν σε κάποια χρόνια φυλάκισης. Πολλοί από τους κατηγορούμενους δήλωσαν ότι είχαν υποστεί βασανιστήρια και άλλες μορφές σωματικής και ψυχικής βίας από τις ισραηλινές υπηρεσίες ασφαλείας πριν από τη δίκη, για να τους αποσπάσουν ομολογίες[15]. Είναι προφανές ότι κανένας από αυτούς δεν είχε το οποιοδήποτε ενδιαφέρον να συνεργαστεί με το συριακό ή άλλο αραβικό καθεστώς, και το μοναδικό τους ενδιαφέρον ήταν η εγκαθίδρυση δεσμών με άλλες επαναστατικές οργανώσεις στην περιοχή, κυρίως παλαιστινιακές. Οι δηλώσεις πριν από τη δίκη, από τους κορυφαίους κατηγορούμενους - τον Daud Turki και τον Ehud Adiv - μας επιτρέπουν να έχουμε μια σαφή εικόνα του γεγονότος.

 

Ο Turki, Παλαιστίνιος πολίτης του Ισραήλ, προσδιόρισε το στόχο τους ως τον σοσιαλισμό: "ο κοινός στόχος όλων των εργατών, των αγροτών και όσων διώκονται στην ισραηλινή κοινωνία. Οι Εβραίοι έχουν μερίδιο, και πρέπει να έχουν μερίδιο, επειδή είναι μέλη της οργάνωσης σε ισότιμη βάση με μένα, στην εγκαθίδρυση μιας νέας κυβέρνησης και ενός νέου καθεστώτος που θα επιτρέψει τόσο στον εβραϊκό λαό όσο και στον αραβικό λαό να διαδραματίσουν αποτελεσματικό ρόλο στον αγώνα του αραβικού λαού για απελευθέρωση". Ο Turki συνέχισε να επικρίνει τον Σιωνισμό, ο οποίος "αντί να υιοθετήσει, όπως θα έπρεπε, μια ουδέτερη στάση ή μια στάση υποστήριξης του αραβικού αγώνα για εθνική και σοσιαλιστική απελευθέρωση, στάθηκε δίπλα στους εχθρούς αυτού του κινήματος, δίπλα στους Αμερικανούς που καταδιώκουν τον λαό του Βιετνάμ, δίπλα στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό που εκμεταλλεύεται τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και τους λαούς της Ασίας και της Αφρικής και στρέφει τον εβραϊκό λαό εναντίον του αραβικού λαού για πάντα. Νομίζω ότι αυτή η στάση ισοδυναμεί με έγκλημα τόσο κατά του εβραϊκού λαού όσο και κατά του αραβικού λαού". Κατά την άποψή του, οι Εβραίοι πρέπει να υποστηρίξουν τον αραβικό αγώνα για απελευθέρωση και όχι έναν αγώνα υποκατάστατο του εθνικισμού, αφού και οι δύο έχουν "κοινό μέλλον και θα μπορούν να ζουν μαζί σε μια ενιαία πατρίδα υπό την κυριαρχία ενός ενιαίου κράτους, ενός κράτους απελευθερωμένου από κάθε ξένη επιρροή και κάθε κοινωνική εκμετάλλευση".

 

 

Την ίδια προσέγγιση επέδειξε και ο Adiv . Αποδεχόμενος ότι "όλες οι τάσεις της Matzpen" είχαν "μια καλή θεωρία",ωστόσο, υποστήριξε ότι τους έλειπε "το κεφάλαιο με τίτλο 'τι πρέπει να γίνει' για να φτάσουμε στην πολυεθνική σοσιαλιστική Μέση Ανατολή για την οποία μιλούν, και στην πολιτική τους δραστηριότητα περιορίζουν τη συζήτηση στο εβραϊκό κράτος του Ισραήλ. Δηλαδή ασχολούνται με το να πείσουν τους Εβραίους και αγνοούν εντελώς τον αγώνα των Αράβων, και ειδικότερα τον αγώνα των Παλαιστινίων Αράβων κατά του σιωνισμού και του κράτους του Ισραήλ". Χρειαζόταν μια αλλαγή εστίασης για να μετατραπεί η εθνική σύγκρουση σε ταξική πάλη. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο "αν οι Εβραίοι αποδείξουν στους Άραβες, οι οποίοι πολεμούν τον σιωνισμό εδώ και δεκάδες χρόνια, ότι αυτοί [οι Εβραίοι] είναι με το μέρος τους, ότι είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν ό,τι έχουν, να υποστούν την ίδια "μεταχείριση" και να μοιραστούν τα πάντα μαζί τους. Χωρίς αυτό, κανένας Άραβας δεν θα έχει εμπιστοσύνη ότι ο πιο ειλικρινής Εβραίος επαναστάτης είναι πραγματικά επαναστάτης. Καμία ιδεολογία, ούτε καν η πιο δίκαιη και προοδευτική, δεν μπορεί να πείσει τους Άραβες, αν δεν συνοδεύεται από πράξεις εκ μέρους εκείνων που την ασπάζονται"[16].

 

Πέρα από την οργανωτική ύπαρξη - η κληρονομιά της Matzpen

Με την άνοδο νέων, ζωντανών και λιγότερο ιδεολογικά άκαμπτων κινημάτων διαμαρτυρίας στη δεκαετία του 1980, που αντιτάχθηκαν στη συνεχιζόμενη κατοχή και στον πόλεμο στο Λίβανο (Επιτροπή Αλληλεγγύης με το Πανεπιστήμιο Birzeit, επιτροπές κατά των βασανιστηρίων και των κατεδαφίσεων σπιτιών, Yesh Gvul, Εναλλακτικό Κέντρο Πληροφόρησης, Κέντρο Συμβουλών Εργαζομένων κ.ο.κ.), οι διάφορες παρατάξεις της Matzpen έχασαν μεγάλο μέρος του λόγου ύπαρξής τους. Ο χώρος για αριστερές οργανώσεις, με ολοκληρωμένη πολιτική ατζέντα, συρρικνώθηκε με την αυξανόμενη εστίαση στην κατοχή και τις συνέπειές της. Πολλοί ακτιβιστές αναζήτησαν νέες οργανωτικές μορφές προκειμένου να ενισχύσουν την ικανότητά τους να συμβάλλουν αποτελεσματικά στον πολιτικό αγώνα, χωρίς να κουβαλούν δυσκίνητα ιδεολογικά και οργανωτικά φορτία. Μεγάλο μέρος της ενέργειας του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Συνδέσμου, για παράδειγμα, κατευθύνθηκε στη δημιουργία και διατήρηση του Εναλλακτικού Κέντρου Πληροφόρησης, το οποίο ουσιαστικά εξάντλησε την οργανωτική ικανότητα του Συνδέσμου. Το αποτέλεσμα ήταν, οι περισσότερες από τις παρατάξεις της Matzpen να πάψουν να έχουν διακριτή οργανωτική υπόσταση στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αν όχι νωρίτερα. Πολλά από τα πρώην μέλη τους, ωστόσο, συνεχίζουν να συμμετέχουν ως αφοσιωμένα άτομα σε διάφορες δραστηριότητες κατά της κατοχής και υπέρ των εργαζομένων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

Το 1995 πρώην μέλη του Derech ha-Nitzotz ίδρυσαν το Κόμμα Εργαζομένων Da'am,[17] το οποίο παραμένει ενεργό μέχρι σήμερα.

 

Το 2003 ο Eran Torbiner γύρισε ένα ντοκιμαντέρ για την ομάδα, με τίτλο "Matzpen". Ένα άλλο ντοκιμαντέρ για την Αβανγκάρντ γυρίστηκε το 2009 από τον Tom Carmi  (γιο δύο πρώην ηγετών της ομάδας) και παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ Docaviv του Τελ Αβίβ. Έχει τον τίτλο "Μακριά από το κέντρο της φυλής" και τιμήθηκε με το δεύτερο βραβείο στο διαγωνισμό ταινιών για φοιτητές. Σε αυτά τα ντοκιμαντέρ, καθώς και στα περισσότερα άλλα βιβλία και συνεντεύξεις μελών που κατέληξαν σε διαφορετικές παρατάξεις, οι δογματικές διαφορές που οδήγησαν στην αποκλίνουσα πορεία τους εξαφανίζονται από το οπτικό πεδίο και η έμφαση δίνεται σχεδόν πάντα στις δραστηριότητες κατά της κατοχής, στις αντισιωνιστικές θέσεις, στο αίσθημα της διαφωνίας κ.ο.κ., τα οποία μοιράζονταν όλοι, και όχι σε αυτά που τους χώριζαν.

 

Παρά την απουσία οργανωτικής δραστηριότητας, ορισμένα από τα αρχικά μέλη της Matzpen συνεχίζουν να γράφουν και να δραστηριοποιούνται πολιτικά. Ο Haim Hanegbi και ο Michel Warschawski έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συγγραφή το 2004,του Olga Document, το οποίο αποτελεί δήλωση της αντισιωνιστικής θέσης και ριζική κριτική των ισραηλινών πολιτικών και πρακτικών, και ο Warschawski δημοσίευσε τα πολιτικά του απομνημονεύματα στα αγγλικά, On the Border (South End Press, 2004- το πρωτότυπο στα γαλλικά το 2002). Επιπλέον, δημοσίευσε, μαζί με τον Λιβανέζο ακαδημαϊκό και ακτιβιστή Gilbert Achcar, ένα βιβλίο με τίτλο The 33-Day War: Israel's War on Hezbollah in Lebanon and Its Consequences (Paradigm Publishers, 2007), στο οποίο καλύπτεται ο πόλεμος με έμφαση τόσο από ισραηλινή όσο και από λιβανέζικη οπτική γωνία. Ο Sylvain Cypel έγραψε μια ιστορική και πολιτική ανάλυση της ισραηλινής κοινωνίας υπό τον τίτλο Walled: Israeli Society at an Impasse (Other Press, 2007- πρωτότυπο στα γαλλικά το 2006). Ο Moshe Machover συνέχισε να δημοσιεύει θεωρητικές εργασίες που αναλύουν το ζήτημα Ισραήλ/Παλαιστίνη στο ευρύτερο πλαίσιο της Μέσης Ανατολής, ενώ το 2009, μαζί με τον Ehud Ein-Gil, δημοσίευσε ένα άρθρο στο βρετανικό περιοδικό Race & Class με τίτλο "Zionism and Oriental Jews: a dialectic of exploitation and co-optation", στο οποίο αναλύουν το ζήτημα των εθνοτικών διαιρέσεων εντός της ισραηλινής κοινωνίας.

 

Τον Σεπτέμβριο του 2010 εκδόθηκε στο Ισραήλ ένα νέο βιβλίο για την Matzpen, με τίτλο Matzpen: (Τελ Αβίβ: Resling, 2010). Πρόκειται για την πληρέστερη μέχρι σήμερα αναφορά στην ιστορία της οργάνωσης, βασισμένη σε συνεντεύξεις με πρώην ακτιβιστών και στη μελέτη ντοκουμέντων. Στο άρθρο του με τίτλο "Is Zionism the Problem?" (Είναι ο Σιωνισμός το πρόβλημα;), ο Shaul Magid χαρακτήρισε το βιβλίο του Lutz Fiedler Matzpen. A History of Israeli Dissidence (Edinburgh University Press, 2020) ως "την πιο ολοκληρωμένη ιστορία της αντισιωνιστικής αριστεράς στο Ισραήλ που υπάρχει σήμερα στα αγγλικά"[18].

 

 

Πηγές

 

1. Lutz Fiedler, Matzpen. A Different Israeli History, in: Chen Jian, Martin Klimke, Masha Kirasirova, Mary Nolan, Marilyn Young, Joanna Waley-Cohen (eds.), The Routledge Handbook of the Global Sixties: Between Protest and Nation-Building, London: Routledge, 2018, pp. 457–468. ISBN 9780367580872

 2.Akiva Orr; Moshé Machover. "Peace, Peace When There is No Peace" (PDF). Retrieved 12 August 2016.

 3. Asmar, Fouzi; Davis, Uri; Khader, Naïm (1978). Towards a Socialist Republic of Palestine. Ithaca Press. ISBN 978-0-903729-31-4.

 4. Greenstein, Ran (2011). "A Palestinian Revolutionary: Jabra Nicola and the Radical Left" (PDF). Jerusalem Quarterly. Institute Of Jerusalem Studies (Summer 2011 – Issue 46): 32–48.

 5. Ran Greenstein, "Class, Nation, and Political Organization: The Anti-Zionist Left in Israel/Palestine", International Labor and Working Class History, 75 (Spring 2009): 85–108

6. "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 7. "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 8. Jabra Nicola and Moshe Machover, "The Palestinian Struggle and Revolution in the Middle East", Matzpen 50, August 1969, "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 24 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 9. Gresh, Alain; Vidal, Dominique (2004). The new A-Z of the Middle East (2nd, illustrated ed.). I.B.Tauris. p. 112. ISBN 9781860643262. matzpen dflp.

 10. Cobban, Helena (1984). The Palestinian Liberation Organisation: people, power, and politics (Reprint, illustrated ed.). Cambridge University Press. p. 154. ISBN 9780521272162. matzpen dflp.

 11. "Arie Bober (Ed.): The Other Israel (1972)". Archived from the original on 15 September 2007. Retrieved 30 March 2007.

 12. Fiedler, Lutz (2020). Matzpen. A History of Israeli Dissidence. Edinburgh University Press. pp. 281–324. ISBN 9781474451185.

 13. Details in Ran Greenstein, "Socialist Anti-Zionism: A chapter in the history of the Israeli radical left", Socialist History, 35 (2009): 20-39

 14. "The Israeli Left Archives" (PDF).

 15. Statements about the torture, including names of affected people, and a petition by family members and human rights activists are found in both issues of Matzpen 67 published separately by the two factions in January 1973, http://israeli-left-archive.org/greenstone/collect/znews/index/assoc/HASH01e4/5fd5f17b.dir/doc.pdf and "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

16.  "The Red Front Trial: The Depositions of Turki and Adiv". Journal of Palestine Studies. 2 (4): 144–150. 1973. doi:10.2307/2535650. JSTOR 2535650.

17.  ליטמן, שני (3 February 2009). ""דקארט פירק לי הכל"". Ha'aretz. Retrieved 20 December 2020.

18.  "Israel's Forgotten Anti-Zionist Left". Tablet Magazine. 19 May 2021. Retrieved 1 July 2021.

[----->]

ΦΩΝΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ

 

 Samih al-Qasim (Σαμί Αλ-Καζίμ)


"ΟΣΟ ΘΑ ΕΧΩ" 

 

Οσο θα έχω λίγους φοίνικες στη γη μου!

Οσο θα έχω μια ελιά...

ένα λεμόνι...

ένα πηγάδι... έναν κάκτο!

Όσο θα έχω μνήμη,

Μια μικρή βιβλιοθήκη,

τη φωτογραφία του συγχωρεμένου παππού μου.... ένα τοίχο!

Οσο θα υπάρχουν αραβικές λέξεις στη χώρα μου...

και λαϊκά τραγούδια!

Οσο θα υπάρχει ένα χειρόγραφο ποίησης,

Ιστορίες του ‘Antara al-’Absi'

και πολέμων στη Ρωμαϊκή και Περσική γη!

Οσο θα έχω τα μάτια μου,

τα χείλη μου,

τα χέρια μου!

Οσο θα έχω... την ψυχή μου!

Θα το δηλώνω μπροστά στους εχθρούς μου!

Θα το δηλώνω.. ένας πόλεμος τρομερός

στο όνομα των ελεύθερων πνευμάτων

εργάτες... Μαθητές... Ποιητές...

θα το δηλώνω.. και ας χορτάσουν με το ψωμί της ντροπής

οι δειλοί... και οι εχθροί του ήλιου.

Έχω ακόμα την ψυχή μου...

θα μου μείνει ... η ψυχή μου!

Θα μείνουν τα λόγια μου... ψωμί και όπλο... στα χέρια των επαναστατών!

 


Ο Αλ-Καζίμ γεννήθηκε το 1939 (-2014) από οικογένεια Δρούζων στο Εμιράτο της Υπεριορδανίας (σημερινή Ιορδανία), στη βόρεια πόλη Ζάρκα, ενώ ο πατέρας του υπηρετούσε στην Αραβική Λεγεώνα του βασιλιά Αμπντάλα. Καταγόταν από οικογένεια Δρούζων από την πόλη Ράμεχ της Άνω Γαλιλαίας. Ο Αλ-Καζίμ φοίτησε στο εκεί δημοτικό σχολείο και αργότερα αποφοίτησε από το γυμνάσιο στη Ναζαρέτ. Η οικογένειά του δεν εγκατέλειψε τη Ράμεχ κατά τη διάρκεια της εκδίωξης των Παλαιστινίων το 1948 (Νάκμπα) από τους Ισραηλινούς.

 

Ο Αλ-Κασίμ ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως κυβερνητικός δάσκαλος και δίδαξε σε δημοτικά σχολεία στη Γαλιλαία και στο Αλ-Καρμέλ. Όμως ο Ισραηλινός υπουργός Παιδείας διέταξε την απόλυσή του από τη θέση του λόγω των λογοτεχνικών, πολιτικών και εθνικιστικών δραστηριοτήτων του. Έτσι εργάστηκε σε πολλές δουλειές. Ήταν εργάτης στη βιομηχανική περιοχή της Χάιφα, βοηθός ηλεκτροσυγκολλητή, υπάλληλος σε βενζινάδικο και επιθεωρητής στο τμήμα πολεοδομίας στη Ναζαρέτ. Το 1958, ο Αλ Καζίμ, ο οποίος ήταν πολιτικά κοντά στο απαγορευμένο αραβικό εθνικιστικό κίνημα al-Ard, ίδρυσε μια ημι-μυστική οργάνωση με την ονομασία Free Druze Youth Organization.

 

Ο Σαμί Αλ Καζίμ ήταν από τους πρώτους Άραβες Δρούζους νέους που αψήφησαν την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία που επέβαλαν οι ισραηλινές αρχές στην κοινότητά του στο πλαίσιο της πολιτικής  του "διαίρει και βασίλευε". Το 1960 ντύθηκε με τη βία στο χακί για τη στρατιωτική του θητεία αλλά, αρνήθηκε να φέρει όπλα και μπήκε στη φυλακή μέχρι που η διοίκηση του στρατού συμφώνησε να του αναθέσει μη στρατιωτικά καθήκοντα. Ετσι,ξεκίνησε διδάσκοντας στρατιώτες- στη συνέχεια στάλθηκε για νοσηλεία στο στρατόπεδο Sarafand και τέλος στο νεκροτομείο του νοσοκομείου Rambam στη Χάιφα.

 

Ο Αλ-Καζίμ άρχισε να συνθέτει ποίηση σε νεαρή ηλικία. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Pageants of the Sun, εκδόθηκε όταν ήταν δεκαεννέα ετών. Η δεύτερη συλλογή του, Τραγούδια των μονοπατιών, κυκλοφόρησε το 1964. Η ποιητική του δημιουργικότητα κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις που έδωσε, είπε: " Πέρασα τη ζωή μου στην υπηρεσία της ωδής".

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Αλ Καζίμ άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος. Αυτό προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας πρόσκλησης από τη συντακτική επιτροπή του περιοδικού al-Ghadd που εκδίδεται στα αραβικά στη Χάιφα από το Ισραηλινό Κομμουνιστικό Κόμμα. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, επιμελούνταν την αραβική έκδοση του εβραϊκού περιοδικού HaOlam Hazeh (Αυτός ο κόσμος), το οποίο εξέδιδε στο Τελ Αβίβ ο αριστερός ισραηλινός ακτιβιστής Uri Avnery. Αφού παραιτήθηκε από το εν λόγω περιοδικό, κλήθηκε να ενταχθεί στη συντακτική επιτροπή της εφημερίδας της Χάιφα al-Ittihad, του οργάνου του Κομμουνιστικού Κόμματος στα αραβικά, και ο al-Qasim εγκαταστάθηκε στη Χάιφα.

 

Το πρωί της ισραηλινής επίθεσης της 5ης Ιουνίου 1967, ο Αλ Καζίμ συνελήφθη μέσα στα γραφεία της σύνταξης της εφημερίδας al-Ittihad και πέρασε κάποιο χρονικό διάστημα στη φυλακή Damun στο όρος Karmel. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή, υπέβαλε αίτηση για ονομαστική ένταξη στο Κομμουνιστικό Κόμμα και μερικά χρόνια αργότερα εξελέγη μέλος της κεντρικής επιτροπής του κόμματος.

Ο νεαρός ποιητής έγινε γνωστός ως ένας από τους περίφημους "ποιητές της αντίστασης", μια ομάδα Παλαιστινίων ποιητών που περιλάμβανε τον Μαχμούντ Νταρουίς και τον Ταουφίκ Ζαγιάντ, η ποίηση των οποίων εξυμνήθηκε ευρέως ως μέρος του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος. Ερωτηθείς σχετικά με τον χαρακτηρισμό "ποιητής της αντίστασης", ο Qasim λέει: "Μου τον φόρεσαν, αλλά είμαι περήφανος γι' αυτόν. Είμαι ποιητής της αντίστασης, και όχι μόνο της αραβικής και παλαιστινιακής αντίστασης. Είμαι ένας ποιητής της διεθνούς αντίστασης". 

 

Περιγράφει την ποίηση ως "πραγματικό επαναστατικό έργο" και πιστεύει ακράδαντα στην ικανότητά της να προσεγγίζει τους ανθρώπους. "Μπορώ να είμαι περήφανος που λέω ότι συμμετείχα στην αλλαγή", παρατηρεί, χωρίς όμως να χάνει από τα μάτια του τη γενικότερη εικόνα. "Όλοι οι φίλοι μου, οι συνάδελφοί μου, οι επαναστάτες, που υπέφεραν πολύ, αξίζουν τα εύσημα που έγραψαν ιστορία".

 

Θλίψη του προκάλεσε ο θάνατος του επαναστάτη Αιγύπτιου ποιητή της καθομιλουμένης Ahmed Fouad Najm, με τον οποίο εμφανιζόταν μαζί σε ποιητικές αναγνώσεις στο Κάιρο και σε όλες τις χώρες του Κόλπου. "Ήταν ένας πραγματικός ποιητής, ένας πραγματικός μαχητής της ελευθερίας. Είχε φυλακιστεί αρκετές φορές". Αν και ο Αλ Καζίμ εκτιμά τη δημοτική (λαϊκή) προφορική ποίηση, προτιμά την ποίηση που είναι γραμμένη στα τυπικά αραβικά. "Ως Άραβας, είμαι υποστηρικτής της αραβικής ενότητας στον αραβικό κόσμο, του αραβικού έθνους, το οποίο πρέπει να ενωθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, όχι μέσω τανκς ή αεροπλάνων ή εξουσίας". Λέει ότι η γλώσσα και η ταυτότητα παίζουν πιο ζωτικό ρόλο: "Θα πρέπει να ενωθεί μέσω της αραβικής γλώσσας. Ένα έθνος, ένας πολιτισμός, μια γλώσσα, μια ιστορία".

 

Αυτή είναι η απάντηση στο "έγκλημα Sykes-Picot", όπως το αποκαλεί, τη συμφωνία που υπογράφηκε μεταξύ Βρετανών και Γάλλων διπλωματών κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και η οποία  έθετε τις βάσεις για τον διαμελισμό της Μέσης Ανατολής προς εξυπηρέτηση των δυτικών συμφερόντων. "Πιστεύω ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη τραγωδία σε ολόκληρη την αραβική ιστορία".

 

Η επίλυση τέτοιων ιστορικών εγκλημάτων είναι ένα θέμα που επανέρχεται σε όλη την ποίηση του Καζίμ. Το ποίημά του "Το τέλος μιας συζήτησης με έναν δεσμοφύλακα" , The End of a Talk with a Jailer, είναι από τα πιο γνωστά του και μιλάει για την ανάγκη να βρεθεί μια λύση στη σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης που να αποδίδει δικαιοσύνη σε όλα τα μέρη. Στο ποίημα, ο Καζίμ λέει στον δεσμοφύλακα που φυλάει το κελί του ότι "από το παράθυρο του μικρού μου κελιού, μπορώ να δω το μεγάλο σου κελί". Ο ποιητής εξηγεί: "Από τη στιγμή που αυτός ο αγώνας συνεχίζεται, μπορεί να με βάλει σε ένα μικρό κελί στη φυλακή του, αλλά ταυτόχρονα είναι φυλακισμένος. Είναι φυλακισμένος στο πρόβλημά μου. Όλη η χώρα γι' αυτόν είναι ένα κελί. Δεν είμαι μόνο εγώ στη φυλακή". Αυτό το θέμα διατρέχει μεγάλο μέρος του έργου του ποιητή, καθώς αναζητά τις ανθρώπινες αξίες που υπάρχουν μέσα στη σύγκρουση.

 

Το 1968 συμμετείχε μαζί με τον Μαχμούντ Νταρουίς σε αντιπροσωπεία του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Σόφια της Βουλγαρίας και το 1971 ταξίδεψε στη Μόσχα, όπου σπούδασε για ένα χρόνο στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών.

 

Το 1973, ο Σαμί Αλ Καζίμ βοήθησε στην ίδρυση του εκδοτικού οίκου Arabesque στη Χάιφα και διηύθυνε το Ινστιτούτο Λαϊκών Τεχνών στην ίδια πόλη. Για αρκετά χρόνια ήταν επικεφαλής της Ένωσης Αράβων Συγγραφέων στο Ισραήλ.

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 έγινε εκδότης του πολιτιστικού περιοδικού al-Jadid, που εκδίδεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα, και παρέμεινε εκδότης του για δέκα χρόνια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 είχε συνιδρύσει το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Ειρήνη και την Ισότητα και ήταν μέλος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας των Δρούζων καθώς και της Εθνικής Επιτροπής για την Υπεράσπιση των Αραβικών Χωρών.

 

Ο Αλ-Καζίμ παραιτήθηκε από την αρχισυνταξία του al-Jadid μετά από διαμάχη με την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος σχετικά με τη στάση του απέναντι στις πολιτικές εξελίξεις στη Σοβιετική Ένωση υπό τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Ο Αλ-Καζίμ ήταν ενθουσιώδης υποστηρικτής της πολιτικής της περεστρόικα (αναδιάρθρωσης) που ακολούθησε ο Γκορμπατσόφ.

 

Στη Ναζαρέτ, και μαζί με τον συγγραφέα Ναμπίχ αλ-Καζίμ, εξέδιδε ένα πολιτιστικό τριμηνιαίο περιοδικό με την ονομασία Ida'at και ήταν επίσης επίτιμος εκδότης της εφημερίδας Kull al-'Arab, η οποία εκδίδονταν στην ίδια πόλη.

 

Ο Σαμί αλ-Καζίμ θεωρείται ένας από τους πυλώνες της σύγχρονης αραβικής ποίησης και ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της παλαιστινιακής αντίστασης. Έκανε τον αγώνα του παλαιστινιακού λαού του δικό του και φώτισε τις ανθρωπιστικές και οικουμενικές πτυχές του. Η ποίησή του δείχνει την υπερηφάνεια για την αραβική του ταυτότητα, την προσκόλληση στη γη και τη θρησκευτική ανεκτικότητα. Ορισμένα ποιήματά του μετατράπηκαν σε επαναστατικά τραγούδια που κυκλοφόρησαν ευρέως.

 

Μετά την πρώτη του ποιητική συλλογή, Pageants of the Sun,δημοσίευσε κατά τη διάρκεια της καριέρας του περισσότερα από εβδομήντα βιβλία, συμπεριλαμβανομένων ποιητικών συλλογών, πεζογραφικών έργων και θεατρικών έργων, ενώ τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από δέκα γλώσσες. Κέρδισε πολλά βραβεία και μετάλλια, μεταξύ των οποίων το βραβείο του Διεθνούς Φεστιβάλ της Γρενάδας "Poesía en el Laurel"- το βραβείο για την καλύτερη μετάφραση στα γαλλικά το 1988 για επιλογές από τα ποιήματά του από τον Μαροκινό συγγραφέα και ποιητή Abdellatif Laâbi- το βραβείο ποιητικής δημιουργικότητας που απονεμήθηκε από το Κουβεϊτιανό Ίδρυμα Al-Babtain, το μετάλλιο της Ιερουσαλήμ για τον πολιτισμό, τις τέχνες και τη λογοτεχνία που απονεμήθηκε από τον αείμνηστο Παλαιστίνιο πρόεδρο Γιασέρ Αραφάτ- το βραβείο Naguib Mahfouz για Άραβες συγγραφείς που απονεμήθηκε από την Ένωση Αιγυπτίων Συγγραφέων- και το βραβείο Παλαιστίνης για την ποίηση που απονεμήθηκε από το παλαιστινιακό υπουργείο Πολιτισμού.

 

Το 2014 ο Σαμί αλ-Καζίμ πέθανε στο νοσοκομείο Σαφάντ. Η σορός του μεταφέρθηκε στο χωριό του, το Ράμεχ, όπου χιλιάδες άνθρωποι από τα αραβικά χωριά και τις πόλεις του Ισραήλ προσήλθαν στην κηδεία του.

https://www.palquest.org/en/biography/14239/samih-al-qasim

 https://www.middleeasteye.net/big-story/samih-al-qasim-and-language-revolution

ΤΩΡΑ, ΗΣΥΧΑΣΑΜΕ!

 

Μελέτη του MIT διαπιστώνει ότι οι άνθρωποι είναι πιο φθηνοί από την ΤΝ (τεχνητή νοημοσύνη,Α.Ι.) στη συντριπτική πλειονότητα των θέσεων εργασίας

 

Οι ερευνητές μοντελοποίησαν την αποτελεσματικότητα του κόστους της αυτοματοποίησης διαφόρων εργασιών στις ΗΠΑ, εστιάζοντας σε θέσεις εργασίας όπου χρησιμοποιείται η μηχανική όραση (computer vision), σε μια από τις πρώτες εμπεριστατωμένες μελέτες σχετικά με τη σκοπιμότητα της αντικατάστασης θέσεων εργασίας από την ΤΝ.

 

Το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) διαπίστωσε ότι μόνο το 23% των εργαζομένων θα μπορούσε να αντικατασταθεί αποτελεσματικά, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, επειδή η οπτική αναγνώριση με τη βοήθεια της ΤΝ είναι ακριβή στην εγκατάσταση και τη λειτουργία, οι άνθρωποι κάνουν την ίδια δουλειά φθηνότερα.

 

Σε αντίθεση με όσα ειπώθηκαν  την περασμένη εβδομάδα στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός - όπου ο συνιδρυτής της Inflection AI και της DeepMind της Google, Mustafa Suleyman, δήλωσε ότι τα συστήματα ΤΝ είναι "βασικά εργαλεία αντικατάστασης της εργασίας".

 

Έτσι λοιπόν, οι μηχανές θα κλέβουν τις δουλειές μας αλλά δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμες ή πολύ καλές σε αυτές... πόσο καθησυχαστικό. 🤬

 

Rise of the Global South στο Telegram

Που λέει ο λόγος δηλαδή…

 

Μπορεί να μη πουλάει ως είδηση, το ότι ΠΟΥΛΗΘΗΚΕ  και το ΔΙΕΘΝΕΣ  ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ  ΑΘΗΝΩΝ , αλλά όλα τα λεφτά , είναι η είδηση, στο ποιος❗️το αγόρασε.

Το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας, το αγόρασε ο επενδυτικός βραχίονας του συνταξιοδοτικού ταμείου ,των δημοσίων υπαλλήλων , των Ενόπλων Δυνάμεων , του ΚΑΝΑΔΑ .

Ναι, καλά το διαβάζετε,  του ΚΑΝΑΔΑ .

Και μάλιστα η PSP Investments, όπως λέγεται το Καναδικό ταμείο, αγόρασε τη Hochtief AirPort, τη θυγατρική εταιρεία του ομώνυμου γερμανικού κατασκευαστικού ομίλου, που διαχειρίζεται έξι αεροδρόμια ανά τον κόσμο, μεταξύ άλλων και το «Ελ. Βενιζέλος»,  αντί καθαρού τιμήματος ύψους 1,1 δισ. ευρώ.

Προσέξτε τώρα❗️και την λεπτομέρεια.

Το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας μοίρασε 685 εκατ. ευρώ❗️ σε μερίσματα για τη χρήση του 2022, προμέρισμα για το 2023 και μείωση κεφαλαίου.

Από αυτά, το ποσό των 200 εκατ. ευρώ αναλογεί στη συμμετοχή του δημοσίου.

Δηλαδή, σε έναν χρόνο, το ελληνικό δημόσιο 🇬🇷εισπράττει το ένα πέμπτο❗️ του συνολικού τιμήματος.

Πείτε μου εσείς ,για την  οικονομική λογική❗️ της εξαγοράς, από τους Καναδούς.

Πείτε μου εσείς το γιατί, ενώ ο Καναδός συνταξιούχος μπορεί να επωφελείται από την τοποθέτηση του ασφαλιστικού του ταμείου, στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της Ελλάδας, να μην μπορεί ο Έλληνας συνταξιούχος🇬🇷 να επωφεληθεί. 

Πείτε μου εσείς, γιατί δεν διερευνήθηκε, η δυνατότητα συμμετοχής πχ  του ΕΦΚΑ❗️ στο αεροδρόμιο.

Το Καναδικό ταμείο, διαχειρίζεται ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο αξιών, που περιλαμβάνει μερίδια σε τράπεζες, χρυσωρυχεία, τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, εταιρείες παραγωγής ενέργειας, διαχειριστές υποδομών και εταιρείες real estate, το οποίο φτάνει σε αξία σχεδόν τα 50 δισ. ευρώ.

Τι πιο ενδιαφέρουσα ιδέα, για τον δικό μας ταλαίπωρο ΕΦΚΑ;

Που λέει ο λόγος δηλαδή….

[----->]