Κρίση, συγκεντροποίηση και νέος διεθνισμός της εργασίας



 


Εκτενή αποσπάσματα από συνέντευξη του Emiliano Brancaccio  που δημοσιεύθηκε στη διαδικτυακή πολιτική επιθεώρηση  Contropiano” στις 19 Φεβρουαρίου 2016

Vincenzo Maccarone :
Το 2003, ο Robert Lucas, κορυφαίος εκφραστής της ορθόδοξης οικονομικής σκέψης, και βραβείο Νόμπελ, δήλωνε θριαμβευτικά ότι «το κεντρικό πρόβλημα της πρόληψης των υφέσεων έχει πλέον λυθεί». Από τότε δεν πέρασε πολύς καιρός, και η αισιοδοξία φαίνεται πως ανήκει σε ένα πολύ μακρινό παρελθόν. Η εμφάνιση αυτής που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ονομάζει «μεγάλη ύφεση» ανέδειξε ένα εναλλακτικό όραμα, τυπικό των σχολών κριτικής σκέψης, για το οποίο οι κρίσεις είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού. 
Ωστόσο, ακόμη και μεταξύ αυτών που ασκούν κριτική στην ορθοδοξία οι εκτιμήσεις για τις αιτίες της σημερινής καταστροφής δεν είναι μονοσήμαντες. Μιλάμε με τον Emiliano Brancaccio, Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Sannio, συγγραφέα πολλών δοκιμίων με θέμα τη μαρξική «συγκεντροποίηση του κεφαλαίου», που δημοσιεύθηκαν στο Cambridge Journal of Economics  και άλλα διεθνή περιοδικά. 
 Ο Brancaccio είναι ο συγγραφέας της νέας επαυξημένης έκδοσης του Anti-Blanchard, δοκίμιο κριτικής του μακροοικονομικού μοντέλου που διδάσκει ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ολιβιέ Μπλανσάρντ και οι άλλοι εκπρόσωποι της κυρίαρχης οικονομικής θεωρίας.

Πριν λίγα χρόνια η εφημερίδα Il Sole 24 Ore σε χαρακτήρισε ερευνητή «μαρξιστικής προσέγγισης, αλλά ανοιχτό σε καινοτομίες επηρεασμένες από το έργο των Κέυνς και Σράφα». Εσείς συμφωνείτε με αυτό το χαρακτηρισμό;

Θα πρέπει πριν απ’ όλα να διευκρινίσουμε τι εννοούμε με τον όρο «μαρξιστική προσέγγιση». Ο μαρξισμός του εικοστού αιώνα διαπερνάται από διάφορα ρεύματα σκέψης, πολλές φορές αντιφατικά μεταξύ τους. Με κάποιους μελετητές που αυτοχαρακτηρίζονται μαρξιστές ομολογώ ότι θα δυσκολευόμουν να ταυτιστώ. 

Προσωπικά αισθάνομαι κοντά στην κεντρική θέση του Αλτουσέρ, ότι παρά τις τυπικές αδυναμίες που χαρακτηρίζουν όλους τους πρωτοπόρους, ο Μαρξ άνοιξε στην επιστημονική έρευνα νέα πεδία, αυτά της Ιστορίας. Είναι καλό να διευκρινιστεί ότι η θεωρία αυτή του Αλτουσέρ είναι ασυμβίβαστη με το μαρξιστικό ρεύμα του ιστορικισμού. 

Σύμφωνα με τον Αλτουσέρ, στον πυρήνα της ανάλυσης του Μαρξ δεν υπάρχει τίποτα το τελεολογικό, δεν υπάρχει κανένα προδιαγεγραμμένο σενάριο για το πεπρωμένο της ιστορίας του ανθρώπου. 
 Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, ο πυρήνας της ανάλυσης του Μαρξ, που περιγράφεται λεπτομερώς, έχει να κάνει με τον μηχανισμό λειτουργίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, και ειδικότερα με τους όρους της αναπαραγωγής ,κρίσης και μετασχηματισμού του. 

Τους όρους αυτούς τους μελετώ, ακολουθώντας μια μέθοδο ανάλυσης που απορρίπτει τις κοινοτοπίες, τυπικές του παλιού μεθοδολογικού ατομικισμού, αλλά αντίθετα ξεκινά από την αναγνώριση της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις: πρόκειται για μια πολύ σύγχρονη μέθοδο, που στηρίζεται στην επιστημολογία του Μαρξ, αλλά που σήμερα βρίσκει νέο πεδίο εφαρμογών στην εξέλιξη των νευροεπιστημών και την κοινωνική ψυχολογία.
 Φυσικά, από τη στιγμή που επιλέγεται το μαρξικό επιστημολογικό παράδειγμα ως σημείο αναφοράς, μπορούν να αντληθούν διδάγματα και μέσα από άλλους δρόμους αναζήτησης.

 Η διερεύνηση των συνθηκών αναπαραγωγής και κρίσης του καπιταλισμού είναι ένα τεράστιο συλλογικό έργο, όπως όλα τα επιστημονικά εγχειρήματα, και προχωρά χάρη και τη συμβολή των πρωταγωνιστών της οικονομικής σκέψης του εικοστού αιώνα, όπως ο Κέυνς, ο Σράφφα και άλλοι, όχι απαραίτητα μαρξιστικής κοπής [...].

Θα ήθελα να σταθούμε σε μερικές ετερόδοξες ερμηνείες για τη «μεγάλη ύφεση», οι οποίες συνδέονται σε διαφορετικό βαθμό με τη μαρξιστική συζήτηση του θέματος. Μία μάλλον διαδεδομένη θέση, που υποστηρίζεται για παράδειγμα από τους θεωρητικούς του περιοδικού Monthly Review, είναι αυτή που αποδίδει την κρίση της εποχής μας στον εξής μηχανισμό: η νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση οδήγησε στη μείωση του μεριδίου των μισθών οπότε για να στηριχτεί η ιδιωτική ζήτηση χρειάστηκε να επεκταθεί σε υπερμεγέθη βαθμό η πίστωση και η φούσκα που έσκασε το 2007, διέκοψε τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού. 
Άλλοι στοχαστές, όπως ο Αμερικανός μαρξιστής Andrew Kliman, πιστεύουν ότι οι αιτίες της κρίσης δεν θα πρέπει να αναζητηθούν στην κατανομή του εισοδήματος και ότι η εξήγηση για την ύφεση θα πρέπει να αναζητηθεί στη θεωρία της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους. Μία άποψη προσανατολισμένη προς την παραγωγή. Εσύ τι νομίζεις;

Η θεωρία του Kliman παρουσιάζει ενδιαφέρον, αλλά πάσχει από θεωρητικές ανακολουθίες, τις οποίες έχει αναδείξει ο Gary Mongiovi και άλλοι. Μεταξύ των υποστηρικτών της θέσης της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, θεωρώ πιο πειστική την έρευνα άλλων επιστημόνων, όπως ο Gerard Duménil και ο Dominique Levy.

Και στην Ιταλία έγιναν κάποιες ενδιαφέρουσες εργασίες για το θέμα αυτό, όπως για παράδειγμα, από τον Stefano Perri . Από εμπειρική άποψη, ωστόσο, η πιο συνεκτική άποψη, ότι δηλαδή η «μεγάλη ύφεση» των τελευταίων ετών οφείλεται στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, διαψεύδεται από το γεγονός ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην καπιταλιστική Δύση πριν από το 2008 το ποσοστό του κέρδους κατέγραφε μια τάση, κάθε άλλο παρά πτωτική.

Όσον αφορά όμως μια άλλη θεωρία για την κρίση, η οποία αποδίδει την κρίση στην πτώση του μεριδίου των μισθών, αυτή είναι λιγότερο αμφιλεγόμενη σε θεωρητικό επίπεδο και παρουσιάζει πιο θετικά εμπειρικά αποδεικτικά στοιχεία. Αλλά και αυτή αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα εμπόδια, αν  θεωρηθεί ότι εξαντλεί το θέμα: φτάνει να δούμε ότι η συμβολή των αλλαγών στην κατανομή του εισοδήματος πάνω στη μακροπρόθεσμη δυναμική της οικονομίας δεν ήταν τόσο μεγάλη ώστε να δικαιολογεί από μόνη της την κατάρρευση που ξεκίνησε το 2008 .

Κατά τη γνώμη σου, λοιπόν, μια ενιαία ολοκληρωμένη αιτιολόγηση της κρίσης δεν υπάρχει;

Οι κρίσεις αναπαραγωγής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι πολύπλοκα φαινόμενα. Ορισμένοι επίγονοι του Μαρξ επιμένουν στην αναζήτηση μιας ενιαίας αιτίας, γραμμικής, εύκολης ανάγνωσης, αλλά η φιλοδοξία τους είναι καρπός αφελούς σκέψης, τολμώ να πω μαγικής, η οποία έμενε πάντα στο περιθώριο της επιστημονικής έρευνας αιχμής. Επιπλέον, το Κεφάλαιο, δεν επιβεβαιώνει σε καμία περίπτωση μονοσήμαντες αναγνώσεις του φαινομένου της κρίσης.
Αρκεί να δει κανείς ότι ο Μαρξ αφήνει ανοιχτό το ζήτημα της αντιφατικής σχέσης μεταξύ της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους και των αντίστοιχων αντίστροφων τάσεων.
 Όσο για την περιβόητη φράση του τρίτου βιβλίου, ότι «η τελική αιτία όλων των πραγματικών κρίσεων παραμένει πάντα η φτώχεια και ο περιορισμός της κατανάλωσης των μαζών, σε αντίθεση με την τάση της καπιταλιστικής παραγωγής να αναπτύσσει τις  παραγωγικές δυνάμεις ωσάν η απόλυτη καταναλωτική δύναμη της κοινωνίας να αποτελεί το μόνο  όριό τους», αυτή ορισμένες φορές ερμηνεύτηκε ως επιβεβαίωση της απόλυτης υπεροχής που ο Μαρξ απέδιδε στο πρόβλημα της πτώσης του μεριδίου των μισθών και την επακόλουθη υποκατανάλωση των εργαζομένων. 
Αλλά, όπως οι εκπρόσωποι του Monthly Review γνωρίζουν η φράση αυτή έχει στην πραγματικότητα μια πιο περιορισμένη βαρύτητα, η οποία, μεταξύ άλλων, μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι γίνεται αναφορά για  «τελική» αιτία, που βρίσκεται δηλαδή στο κορυφαίο σημείο μιας ολόκληρης και πιο περίπλοκης διαδικασίας.

Σε πολλές εργασίες σου, ωστόσο, ακόμη και εσύ ο ίδιος φαίνεται να αναζητάς κάποιους επικρατούντες μηχανισμούς, κάποιους «νόμους των τάσεων» του καπιταλισμού προς την κρίση.

Σίγουρα. Το να αναγνωρίζεις την πολυπλοκότητα του καπιταλισμού δεν σημαίνει ότι σηκώνεις τα χέρια ψηλά μπροστά στην υποτιθέμενη ασάφεια του. Αν εγώ επικρίνω τις αντιλήψεις περί «ανθρώπινου πεπρωμένου» που είναι σύμφυτες στον ιστορικισμό και σε ορισμένες απλουστευμένες εκδοχές του νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, είναι ακριβώς για να απελευθερώσω την μαρξιστική ανάλυση από ορισμένες κοινοτοπίες και να αναδείξω το τεράστιο επιστημονικό δυναμικό της. Με λίγα λόγια, θα πρέπει να αναζητηθούν οι «νόμοι των τάσεων» του κεφαλαίου, χωρίς να υποπίπτουμε σε μία κοινότοπη ιστορικιστική τελεολογία: Νομίζω ότι αυτό είναι ένα καλό πρόγραμμα έρευνας, το οποίο θα μπορούσαμε να το συνοψίσουμε στην πολλά υποσχόμενη, αλλά κάπως ξεχασμένη, παλιά απόφαση, να ξαναδιαβάσουμε τον Μαρξ μετά τον Αλτουσέρ .

Σχετικά με την αναζήτηση των «νόμων των τάσεων του κεφαλαίου» μου έρχονται στο νου οι επιστημονικές σου εργασίες για τη «συγκεντροποίηση», δηλαδή, την τάση του κεφαλαίου να συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια, ως αποτέλεσμα πτωχεύσεων, εκκαθαρίσεων και εξαγοράς περιουσιακών στοιχείων των ασθενέστερων από τους πιο ισχυρούς. Στην τάση αυτή αναφέρεσαι συχνά σε πολλές επιστημονικές σου εργασίες στο
Cambridge Journal of Economics και αλλού, και ακόμη και στο Anti-Blanchard, ένα κατεξοχήν εκπαιδευτικό δοκίμιο που προορίζεται ειδικά για τους φοιτητές.

Ναι, η «συγκεντροποίηση» είναι η απόλυτη έκφραση μιας σύγκρουσης στο εσωτερικό της καπιταλιστικής τάξης, η οποία βλέπει τους μικροϊδιοκτήτες να αντιτίθενται σε μια κίνηση αντικειμενική που τείνει να τους καταστρέψει ή να τους απορροφήσει στις δομές του μεγάλου κεφαλαίου. Με το θεμελιώδη «νόμο της τάσης» του κεφαλαίου έχω ασχοληθεί πολύ, και στο χώρο της εκπαίδευσης, επειδή ανακάλυψα, με κάποια «έκπληξη, ότι αν και ήταν ένα από τα πιο δυνατά και γόνιμα σημεία της ανάλυσης του Μαρξ, ωστόσο, είναι και από τα πιο παραμελημένα.
Σε έρευνα της Orsola Costantini και του Stefano Lucarelli, διαπιστώσαμε ότι ήταν ελάχιστες οι μελέτες με θέμα τους τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και τη σύνδεσή του με το φαινόμενο της κρίσης. Φυσικά δεν λείπουν οι ενδιαφέρουσες απόψεις για το θέμα, ακόμα και από ιταλικής πλευράς: Αναφέρομαι, για παράδειγμα στην έννοια της «συγκεντροποίησης χωρίς συγκέντρωση» μια πρόταση του Riccardo Bellofiore  και άλλων  [Joseph Halevi,ΣτΜ]. Σε γενικές γραμμές, όμως, πιστεύω ότι είναι αισθητή η έλλειψη κάποιας οργανικής συλλογικής εργασίας για τη συγκεντροποίηση, ένα θέμα κρίσιμο αν θέλουμε να κατανοήσουμε τη δυναμική του κεφαλαίου σήμερα, σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.

Ποιοι θα πρεπε να είναι οι στόχοι ενός συλλογικού έργου για την καπιταλιστική συγκεντροποίηση;

Νομίζω ότι πρέπει να επανέλθουμε στην άποψη του Μαρξ αναφορικά με μια από τις κύριες αντιφάσεις που τροφοδοτούνται από τις διαδικασίες συγκεντροποίησης: την αντίφαση μεταξύ της αρχικής αποκεντρωμένης δομής της καπιταλιστικής αγοράς και την προοδευτική συγκέντρωση των οικονομικών δυνάμεων που δραστηριοποιούνται στο εσωτερικό της.
Το αδιέξοδο αυτό, σύμφυτο στο μηχανισμό συγκεντροποίησης, αποτελεί την πηγή προέλευσης του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού της εποχής μας, που χαρακτηρίζεται περισσότερο από ποτέ από την ευπάθεια της διαδικασίας συσσώρευσης του και τον απίστευτο παραλογισμό των μηχανισμών διαμόρφωσης των τιμών, οι οποίοι δημιουργούν προβλήματα δεκάδες φορές σοβαρότερα από τις λεγόμενες σπατάλες του δημόσιου τομέα, για τις οποίες οι ιδεολογικοί μηχανισμοί της επικοινωνίας μας βομβαρδίζουν καθημερινά.

Στη συγκεντροποίηση, με λίγα λόγια, συναντάμε ορισμένα από τα βαθύτερα αίτια της καπιταλιστικής κρίσης. Σε αυτήν βρίσκουμε, όπως πίστευε ο Μαρξ, και τον προάγγελο ενός νέου τρόπου παραγωγής;

Θα έλεγα ναι, με τον όρο να μην υποπέσουμε στον τελεολογικό ευτελισμό του Χίλφερντινγκ, για τον οποίο η καπιταλιστική συγκεντροποίηση μας οδηγεί μηχανιστικά στο σοσιαλιστικό σχεδιασμό.
 Πρόκειται για μία ακόμα ιδέα που βασίζεται στην ύπαρξη του πεπρωμένου, και μάλιστα εξελικτικού τύπου, ακόμα πιο αφελή από τον ιστορικισμό. Αυτό που μπορούμε να υποστηρίξουμε ρεαλιστικά είναι ότι η συγκεντροποίηση συμβάλει στην όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής, να συρρικνώνουν τους όρους αναπαραγωγής του κεφαλαίου και να πολλαπλασιάζουν τις επιπτώσεις της κρίσης.

Για το που μπορεί να μας οδηγήσει η τάση αυτή, προς μια σύγχρονη και πολιτισμένη λογική σχεδιασμού ή προς την βαρβαρότητα, αυτό είναι ένα ερώτημα που παραμένει δραματικά ανοιχτό. Το γεγονός ότι ο σχεδιασμός της οικονομίας εξακολουθεί να θεωρείται πολιτικό ταμπού, και ότι για παράδειγμα δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για πιο πρόσφατες εργασίες σχετικά με το θέμα, όπως αυτές του νομπελίστα Βασίλι Λεοντίεφ, αυτή τη στιγμή δεν συνιστά επιχείρημα υπέρ της πρώτης επιλογής ...

Έχεις υποστηρίξει ότι η απουσία ενός κοινού προβληματισμού για την συγκεντροποίηση των κεφαλαίων αποτελεί μία από τις αιτίες του αδιεξόδου στο διάλογο «ετεροδόξων οικονομολόγων» σχετικά με την παγκοσμιοποίηση και την κρίση της ευρωπαϊκή ενοποίησης.

Είναι αλήθεια. Οι κριτικές στην παγκοσμιοποίηση και την τοπική φαινομενική μορφή της, την ευρωπαϊκή ενοποίηση, φαίνεται πως έχουν υποβαθμιστεί σε μια στείρα αντιπαράθεση μεταξύ μιας άκριτης παγκοσμιοποίησης από τη μία, και τους υποστηρικτές ενός τσαπατσούλικου αριστερού εθνικισμού και κάπως βιαστικού από την άλλη. Με τους πρώτους να προσπαθούν να υπερασπιστούν τις θέσεις τους επικαλούμενοι κάποια σημεία από την Ομιλία για το ελεύθερο εμπόριο του νεαρού Μαρξ, και τους δεύτερους, αντίθετα, να προσπαθούν να δικαιωθούν αναφέροντας τους επαίνους του ίδιου του Μαρξ στον αγώνα τον Ιρλανδών κατά του Βρετανού δυνάστη. Πρόκειται φυσικά, και στις δύο περιπτώσεις, για αποσπασματικές αναφορές, οι οποίες αποστεώνουν τον Μαρξ και τον καθιστούν σχεδόν άχρηστο στην ανάλυση της σημερινής πραγματικότητας.

Από τους θαυμαστές του Μαρξ που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως «άκριτοι οπαδοί της παγκοσμιοποίησης» ποιους θα μπορούσες να αναφέρεις;

Υπάρχουν για όλα τα γούστα, από τον Jacques Attali μέχρι τον Toni Negri, με τον πρώτο να έχει και μεγαλύτερη επίγνωση από τον δεύτερο για τους πραγματικούς μηχανισμούς λειτουργίας του τρόπου παραγωγής.

Και από τους μαρξιστές που προτείνουν ένα είδος εθνικισμού της αριστεράς ποιους βλέπεις; Σκέφτεσαι, για παράδειγμα, τον
Diego Fusaro;

Το Fusaro δεν θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρισουμε ως αριστερό, δεδομένου ότι, ο ίδιος,εσφαλμένα, θεωρεί ξεπερασμένες τις κατηγορίες δεξιά και αριστερά. Εξάλλου δεν πιστεύω ότι ο τρόπος σκέψης του έχει κάποια σχέση πραγματικά με τον Μαρξ, και σίγουρα όχι με τον ώριμο Μαρξ του Κεφαλαίου. Όχι, αν πρέπει να αναφέρω ένα όνομα σε αυτόν τον τομέα, από τους Ιταλούς θα μπορούσα να αναφέρω τον Domenico Losurdo, ένα μελετητή με πολύ σημαντικό έργο, από το οποίο ξεχωρίζει  Η ταξική πάλη, μια εργασία στην οποία επισημαίνονται σημαντικές ιστορικές συνδέσεις μεταξύ των διεργασιών της κοινωνικής χειραφέτησης και τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες.
Το πρόβλημα του Losurdo, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι επιμένει στη δυναμική της χειραφέτησης που ενυπάρχει στους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες, στη βάση ενός σκεπτικού το οποίο ελάχιστη σχέση έχει με την οικονομική ανάλυση του Μαρξ, και το οποίο πιο συγκεκριμένα, είναι ξένο προς το σκεπτικό του Μαρξ για την τάση συγκεντροποίησης του κεφαλαίου.

 Ωστόσο, η τάση αυτή είναι κρίσιμη αν θέλουμε να κατανοήσουμε όχι μόνο την κατεύθυνση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και την αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής: Σκέφτομαι ότι η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου υπονομεύει τη μικροαστική ιδιοκτησία και επιταχύνει την πόλωση μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Αν υποτιμήσουμε αυτή την πλευρά της ανάλυσης του Μαρξ θα χαθούν σημαντικά κομμάτια του προβλήματος, αλλά εκτός από αυτό υπάρχει και ο κίνδυνος της σιωπής μπροστά σε ένα πιεστικό πολιτικό ζήτημα του καιρού μας ...

Ποιο είναι αυτό;
Αν ένας αγώνας χειραφέτησης, με διεθνείς διασυνδέσεις τεθεί υπό την ηγεμονία μόνο των εκπροσώπων ενός κατακερματισμένου και στριμωγμένου μικροκαπιταλισμού, τότε θα πάρει σχεδόν αναπόφευκτα αντιδραστικά χαρακτηριστικά, και ενδεχομένως νεοφασιστικά.

 Στην πρώτη γραμμή αυτού του είδους αγώνα είναι σήμερα αυτοί που ενδεχομένως να κάνουν προπαγάνδα κατά των πολιτικών ελευθεριών και να κλείνουν το μάτι στον πιο αντιδραστικό καθολικισμό και που αγωνιούν, ίσως, να κλείσουν τα σύνορα για να φράξουν την είσοδο στους μετανάστες, οι οποίοι όμως ούτε που το σκέφτονται να δώσουν μάχη για τον έλεγχο τις διεθνούς κίνησης των κεφαλαίων.

 Σ’ αυτά τα καθυστερημένα τμήματα της κοινωνίας και τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, έχουμε παραδώσει το μονοπώλιο της κριτικής της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της αδιάκριτης παγκοσμιοποίησης, και σήμερα πληρώνουμε τις συνέπειες.

Στα πλαίσια αυτά, εδώ και καιρό επιμένεις στην ανάγκη οικοδόμησης μιας αυτόνομης άποψης του στρατοπέδου της εργασίας για τα διεθνή ζητήματα, που να επιτρέπει όχι μόνο την ανάπτυξη μιας κριτικής στην ορθοδοξία της παγκοσμιοποίησης και του ευρωπαϊσμού που σήμερα ενσαρκώνεται πολιτικά από τον Renzi και τον Hollande, αλλά και την αντιμετώπιση του κύματος του ξενοφοβικού εθνικισμού, που εκπροσωπούν σήμερα δυνάμεις με επικεφαλής τον Salvini και τη Marine Le Pen. Αυτή η αυτόνομη άποψη του στρατοπέδου της εργασίας πάνω σε ποιες θεωρητικές βάσεις θα πρέπει να στηριχθεί; Και με ποια έννοια, ο νόμος της τάσης προς την συγκεντροποίηση του κεφαλαίου μπορεί να συμβάλει στην οικοδόμηση τέτοιων βάσεων;

Νομίζω ότι αυτό το κρίσιμο σημείο θα πρέπει να εξεταστεί από δύο διαφορετικές πλευρές. Από τη μία πλευρά η συγκεντροποίηση των κεφαλαίων σε διεθνές επίπεδο πυροδοτεί ένα παγκόσμιο ανταγωνισμό που εμποδίζει βίαια τις δυνατότητες οργάνωσης των κοινωνικών αγώνων και την οικοδόμηση ενός νέου εργατικού κινήματος.
Από την άλλη, η συγκεντροποίηση των κεφαλαίων συνθλίβει τους μικροϊδιοκτήτες, αλλάζει το μέγεθος της λεγόμενης μεσαίας τάξης, ξεκαθαρίζει το πεδίο από τα κοινωνικά υπολείμματα του παλιού καθεστώτος, αυξάνει το συνολικό μέγεθος της εργατικής τάξης και έτσι συμβάλλει στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την επανάκαμψη του ανταγωνισμού με το μεγάλο κεφάλαιο.
 Για τη μαρξιστική ανάλυση των πολιτικών διαδικασιών το θεωρητικό παζλ που πρέπει να επιλυθεί είναι ακριβώς αυτό: πρέπει να αναμετριόμαστε συνεχώς με αυτή την αντίφαση σύμφυτη στο νόμο της τάσης συγκεντροποίησης των κεφαλαίων, με τις οπισθοδρομικές και προοδευτικές πλευρές της, καθώς και με την επικράτηση αυτών ή των άλλων ανάλογα με την υπό εξέταση συγκεκριμένη κατάσταση.

Στην τρέχουσα ιστορική φάση, κατά τη γνώμη σας, ποια από τις δύο πλευρές της καπιταλιστικής συγκεντροποίησης τείνει να κυριαρχήσει πάνω στην άλλη;

Τα στοιχεία δείχνουν ότι σήμερα αυτό που κυριαρχεί είναι το πρώτο σκέλος της αντίφασης, με την έννοια ότι οι διαδικασίες συγκεντροποίησης των κεφαλαίων τροφοδοτούν ένα διεθνή πόλεμο μεταξύ των εργαζομένων που τείνει να καταπνίξει κάθε διεκδικητικό αίτημα.
Πάντως, το να επισημαίνουμε ότι σε αυτό το στάδιο η συγκεντροποίηση παίζει κυρίως ένα ρόλο οπισθοδρομικό δεν σημαίνει ότι  ξεχνάμε πως, κάτω από τις στάχτες που δημιουργεί υπάρχει και η προοδευτική της δύναμη, αυτή που αναδεικνύει την αντίθεση μεταξύ αποκεντρωμένης αγοράς και αποκέντρωσης της καπιταλιστικής εξουσίας και η οποία προοπτικά ενισχύει  και ανεβάζει το επίπεδο της κοινωνικής σύγκρουσης. 

Ετσι,τα προγράμματα και οι πολιτικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να σχεδιάζονται ανά διαστήματα παίρνοντας υπόψη αυτή τη θεμελιώδη αντίφαση. Μόνο σε αυτή τη βάση, πιστεύω, ότι ένας «νέος διεθνισμός της εργασίας» θα μπορούσε να μπει σφήνα στη σύγκρουση μεταξύ μεγάλων και μικρών κεφαλαίων, στην Ευρώπη και στον κόσμο. Διαφορετικά, δεν θα κάνουμε τίποτε άλλο από το να μαϊμουδίζουμε εχθρικές ιδεολογίες, είτε υπέρ της παγκοσμιοποίησης είτε εθνικιστικές και σε κάθε περίπτωση, αντίθετες με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.

Πρόσφατα, στη Διάσκεψη για την εκπόνηση ενός «Σχεδίου Β» για την Ευρώπη στο Παρίσι, πρότεινες την εισαγωγή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, αλλά και τον περιορισμό των εμπορευμάτων από και προς τις χώρες που συσσωρεύουν πλεονάσματα στο εξωτερικό εφαρμόζοντας πολιτικές αποπληθωρισμού και ανταγωνισμού των μισθών προς τα κάτω. Ποιές είναι οι εννοιολογικές  βάσεις αυτής της πρότασης;

Η ιδέα δεν γεννήθηκε από το πουθενά: Ίχνη της θα βρούμε σε μελέτες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με τα λεγόμενα «πρότυπα εργασίας» (labour standards), αλλά ακόμα και στο καταστατικό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. 
Θα μπορούσαμε να την ορίσουμε ως μία πρόταση για τα «διεθνή πρότυπα εργασίας για το νόμισμα», επειδή επανεξετάζει με κριτική ματιά ένα παλιό ορισμό του Guido Carli για το θέμα. Φυσικά, μια τέτοια επιλογή δεν εξαντλεί το θέμα σε καμία περίπτωση αλλά θα πρέπει να την δούμε μόνο ως ένα πλαίσιο, που μπορεί να περιγράψει τις διεθνείς συνθήκες στις οποίες θα ήταν δυνατόν να εφαρμοστεί μια γενικότερη αλλαγή εναλλακτικής οικονομικής πολιτικής.

Αυτή είναι, πρακτικά, η στρατηγική γύρω από την οποία θα μπορούσαν να τεθούν οι βάσεις για ένα νέο διεθνισμό της εργασίας;

Η πρόταση για «διεθνή πρότυπα εργασίας για το νόμισμα» είναι μια προσπάθεια να ληφθούν υπόψη και οι δύο πλευρές της καπιταλιστικής συγκεντροποίησης, και κατά κάποιο τρόπο προτείνεται ως ενδεχόμενη σύνθεση τους. Γι αυτό και μπορεί να ειδωθεί ως εργατική και διεθνιστική κριτική, σε αντίθεση με τις επικρατούσες ιδεολογίες της παγκοσμιοποίησης και του εθνικισμού. Αλλά από αυτό το σημείο μέχρι να μιλάμε για τις βάσεις ενός νέου διεθνούς εργατικού κινήματος θα έλεγα ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ... 

Η αλήθεια είναι ότι οι απόψεις των μεμονωμένων ατόμων δεν αλλάζουν τίποτα, από μόνες τους δεν μετράνε καθόλου. Αντί να στηριζόμαστε σε αυτές, νομίζω ότι θα πρέπει να ξεκινήσει μια συλλογική εργασία μεγάλης πνοής, να βάλλουμε σε κίνηση μια συλλογική διανοητική εργασία η οποία μακροπρόθεσμα θα συμβάλει στην επιστημονική ανάγνωση του παρόντος, σε μια αυστηρή κριτική της κυρίαρχης ιδεολογίας και ίσως, τελικά, στο συντονισμό των αγώνων της κοινωνικής χειραφέτησης [...].

Όταν μιλάς για συλλογική νοημοσύνη αναφέρεσαι σε ένα κόμμα ... ένα μαρξιστικό κόμμα;

Για το μόνο που μπορώ να μιλήσω είναι για τον επιστημονικό χαρακτήρα του έργου του Μαρξ, το οποίο είναι πολιτικά σύγχρονο.
 Πιστεύω ότι είναι  σημείο των καιρών το Κεφάλαιο σήμερα  να το αναφέρουν  και να το εγκωμιάζουν ακόμα και μεγάλοι επιχειρηματικοί κύκλοι, ενώ διάφοροι εκπρόσωποι της Αριστεράς να επαίρονται πως ούτε καν το έχουν πιάσει στα χέρια τους και σπεύδουν να προτείνουν άλλα πολιτιστικά πρότυπα, που όμως στις περισσότερες περιπτώσεις είναι διαποτισμένα με ιδεαλισμό, για να μην πούμε με δεισιδαιμονία. 
Πρόκειται για ένα θέαμα θλιβερό, ένα επίπεδο πνευματικής υποταγής που θυμίζει Μεσαίωνα, όταν στην πλέμπα μοίραζαν αηδιαστικές εικόνες με το διάβολο και τους αγίους, ενώ οι ίδιες οι ελίτ επέστρεφαν στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Με τέτοια λογική, αυτό που μπορούμε να μοιραστούμε είναι το πολύ μια συλλογική βλακεία, παρά μια συλλογική νοημοσύνη.

[--->]

Νέο Μνημόνιο για το 2018 ύψους 5,2 δισ. ευρώ



 Αποκάλυψη Bloomberg
 Σχέδια επί σχεδίων και σενάρια επί σεναρίων για το μέλλον της Ελλάδας, έρχονται στο φως από τα ξένα ΜΜΕ την ίδια στιγμή που τα περισσότερα αμφισβητούν τη δυνατότητα να υπάρξει κατάληξη στο Eurogroup της Δευτέρας και βλέπουν ξανά οικονομικά δράματα. 



Το βράδυ του Σαββάτου το Bloomberg διέρρευσε προσχέδιο νέου μνημονίου για το 2018, το οποίο προτίθεται να υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση, με μέτρα ύψους 5,2 δισ. ευρώ και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Το νου σας ! Ο Τσίπρας θα μιλήσει τη "γλώσσα της αλήθειας"...

Ο Αρκάς αναρωτιέται πώς ο πρωθυπουργός θα μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας

Οι ''Παναγοπουλαίοι'', το συνδικαλιστικό κίνημα και το ΠΑΜΕ



 Ανάγκη μιας νέας ενωτικής και βαθιάς αγωνιστικής ταξικής αντεπίθεσης

Είναι πολλοί και έχουν δίκιο, που διαπιστώνουν ότι οι κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι στο αντιασφαλιστικό και φοροεπιδρομικό έκτρωμα δεν είναι ανάλογες, για να χρησιμοποιήσουμε έναν ήπιο χαρακτηρισμό, του μεγέθους της επίθεσης, την οποία δέχονται εργαζόμενοι, επαγγελματίες, μικρομεσαίοι και αγρότες.
Δεν είναι ανάλογες, ακόμα, της έκτασης των αισθημάτων οργής και αγανάκτησης που πλημμυρίζουν την κοινωνία, η οποία έχει την αίσθηση ότι με το ληστρικό πακέτο των 9 δισ. δέχεται, περίπου, η χαριστική βολή.
Η συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία μοιάζει, πλέον, με καζάνι που βράζει, αναζητώντας μόνο τη σπίθα ή την αφορμή για να εκραγεί.

Οι λόγοι για τους οποίους η κοινωνική αγωνιστική αντίδραση, αισθητή με πολλές μορφές μέσα στο κοινωνικό σώμα, δεν παίρνει ακόμα ευρύτερες κινηματικές διαστάσεις, ασφαλώς είναι πάρα πολλοί.

Δεν θα επεκτείνουμε σε αυτό το σημείωμα αυτήν την κρίσιμη και πολύ επίκαιρη αυτή συζήτηση.

Σίγουρα, όμως, ένας από τους λόγους αυτής της υστέρησης των αγώνων, τούτη την κρίσιμη ώρα, είναι η κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό και προκλητικό, ο παχυδερμικός τρόπος με τον οποίον η ηγετική πλειοψηφία των ''Παναγοπουλαίων'' της ΓΣΕΕ (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ) αντιμετώπισε την επερχόμενη αντιασφαλιστική και φορομπηχτική θύελλα.

Καμιά αντίδραση, καμιά κινητοποίηση, καμιά προετοιμασία αντίστασης.
Η ηγετική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, ως πρόβατο επί σφαγήν, ανέμενε, πρώτα, να έρθει για ψήφιση το νομοθετικό έκτρωμα στη Βουλή και μετά να ενεργοποιήσει την πάλαι ποτέ εξαγγελθείσα 48-ωρη απεργία.

Όλο το σύστημα ''Παναγοπουλαίων'' – ΠΑΣΚΕ ΔΑΚΕ και ''Ναινέκων'' στο ''σαπισμένο'', γραφειοκρατικό και αποσπασμένο από τους εργαζόμενους συνδικαλιστικό κίνημα, δουλεύει ως το μακρύ χέρι της κυβέρνησης Τσίπρα και του μνημονιακού πολιτικού τόξου μέσα στον κόσμο της μισθωτής εργασίας.
Ένα κίνημα ανατροπής, για να προχωρήσει, πρέπει ταυτόχρονα να ανατρέψει και να πετάξει στα σκουπίδια την εξωνυμένη αυτή συνδικαλιστική φαυλοκρατία και μνημονιακή συνδικαλιστική προδοσία.

Την ίδια ώρα, όμως, η παραδομένη ηγετική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ βρίσκει εκ των πραγμάτων μια ανέλπιστη βοήθεια: το ΠΑΜΕ και στην ουσία την ηγεσία του ΚΚΕ.

Το ΠΑΜΕ συνέπλευσε ανοικτά με την ηγετική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ στην απαράδεκτη τακτική αναμονής – όταν θα πάει το νομοθετικό έκτρωμα στην Βουλή (!!!) -, προκειμένου να προκηρυχθεί η πολυδιαφημισθείσα 48-ωρη γενική απεργία, την οποία ο Ριζοσπάστης περιέφερε επί πολλές βδομάδες, χωρίς ημερομηνία, στις στήλες του, προκειμένου να επιδείξει αγωνιστικά εύσημα!

Καμιά αγωνιστική αντίδραση, καμιά προετοιμασία και βεβαίως καμιά ενωτική πολιτική.

Κι' όμως το ΠΑΜΕ, με το ανθρώπινο δυναμικό και τους αγωνιστές που συγκεντρώνει, θα μπορούσε να διαδραματίσει ένα πολύ ευρύτερο ενωτικό ανατρεπτικό ρόλο.

Παρ' όλο ότι χάνονται για την εργατική τάξη κατακτήσεις αιώνα και όσο, 
δυστυχώς, χάνονται, εξαιτίας των μανιωδών μνημονιακών επιθέσεων, τόσο το ΠΑΜΕ, με επιλογή της ηγεσίας του ΚΚΕ, ακολουθεί όλο και πιο αντιενωτική, διαχωριστική και απομονωτική πολιτική και μια πολιτική, η οποία διασπά συνδικάτα και εργαζομένους.

Το ΠΑΜΕ, ενώ αξιοποιεί όλα τα ''προνόμια'', που έχουν επιτύχει σε άλλες εποχές τα συνδικάτα, και θεσμικά τη συνδικαλιστική ''ομπρέλα'', την ίδια ώρα κάνει ότι μπορεί για να μετατρέψει αυτά τα συνδικάτα σε ''άδειο κέλυφος'' και σε ''περιττά'' όργανα, που είναι αδιάφορο και αν φτάσουν στο σημείο να παραδοθούν, άνευ μάχης, στην πιο ακραία εργοδοτική μεριά.

Οι μόνοι που τρίβουν τα χέρια τους από όλα αυτά τα νοσηρά φαινόμενα του συνδικαλιστικού κινήματος, είναι το κεφάλαιο και φυσικά το βρώμικο εγχώριο και ευρωπαϊκό μνημονιακό πολιτικό μπλοκ.

Ελπίζουμε, όμως, όχι για πολύ.
Διότι, όλες οι εξελίξεις πολιτικές, οικονομικοκοινωνικές αλλά και συνδικαλιστικές - κινηματικές έχουν φτάσει σε τραγικά οριακό σημείο.
Παρά την προσωρινή απογοήτευση, η κοινωνία θα ξαναβγεί στο προσκήνιο.
Πολιτικά, επίσης, βρίσκονται σε αντεπίθεση ριζοσπαστικές δυνάμεις με μια εναλλακτική λύση ουσίας και προοπτικής.

Οι ''πλατείες'' θα επιστρέψουν, με νέες μορφές και νέα περιεχόμενα, και θα αναζωογονήσουν νέους κινηματικούς ανέμους και θύελλες σε νέα βάση τώρα.
Η ζωή δεν φασκιώνεται.

Το σκηνικό, γι 'αυτή τη χώρα, δεν μπορεί να κλειδώσει και δεν θα κλειδώσει μεταξύ μνημονιακής πολιτικής τάξης και μιας δογματικής και στην ουσία ''συστημικής'' Αριστεράς.

Χάθηκε μια μάχη αλλά ο πόλεμος συνεχίζεται.

Οι αγώνες του Σαββατοκύριακού (7-8/5) δεν πρέπει να υποτιμηθούν.
Να εργασθούμε ενωτικά για την ευρύτητα και δυναμισμό τους.
Μπορεί να γίνουν μόνο το πρώτο βήμα μιας νέας πορείας γνήσιας ανατροπής.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΗΜΝΙΟΣ
Σάββατο 7 Μαϊου 2016

Τραπεζίτες über alles



Όταν όλη η κοινωνία είναι γονατισμένη και η οικονομία κατεστραμμένη από τη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα των μνημονίων, μόνο οι τραπεζίτες συνεχίζουν σαν να μη συνέβη τίποτα, αφού καταβρόχθισαν δισεκατομμύρια σε πακέτα στήριξης εις βάρος των μικρομεσαίων, των "τεμπέληδων" και του "διαβολικού" δημοσίου.


Η τραπεζομιντιακή δικτατορία στην Ελλάδα συνεχίζεται. Ζει και βασιλεύει. Είναι αυτή που ακόμα (δυστυχώς) κατέχει την πραγματική εξουσία. Απόδειξη; Αυτό που επιβεβαιώνει η νέα μεγάλη έρευνα του thepressproject.gr και που λίγο πολύ όλοι υποπτευόμασταν. Μερικά αποσπαματα:

Για ποιο λόγο διαφημίζονται οι χρεοκοπημένες και τρεις φορές ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες ενώ βρίσκονται υπό καθεστώς περιορισμού κεφαλαίων; Ένας εύπιστος καταναλωτής θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι διαφημίζονται ακριβώς για αυτό: Προκειμένου να πείσουν τον κόσμο να διατηρήσει τις καταθέσεις του ή ακόμα και να επιστρέψει μερικές από αυτές που βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος.

Ο πιο απλός τρόπος για να καταρρίψουμε άλλωστε το επιχείρημα της αναγκαίας διαφήμισης είναι να δούμε το μηχανισμό διάθεσης και τον τρόπο με τον οποίο αυτή επηρεάζει την ενημέρωση γύρω από το τραπεζικό σύστημα. Να «ακολουθήσουμε» δηλαδή το χρήμα:

[...]

Τι αγοράζουν οι τράπεζες; Αγοράζουν διαφημιστικό χώρο; Ας πάρουμε την υπόθεση της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ. Η εφημερίδα ως γνωστόν είναι πλέον εβδομαδιαία άρα δημοσιεύει 52 φύλλα το χρόνο. Κοιτάζοντας μόνο τη δαπάνη της τράπεζας Πειραιώς ανακαλύπτουμε ότι το μέσο κόστος διαφήμισης ανά φύλλο είναι κατ' ελάχιστο υπολογισμένο στα 8.000€. Κι όμως όταν πριν από λίγο καιρό θελήσαμε να τσεκάρουμε την «ευελιξία» της εφημερίδας και προσποιούμενοι μια νέα εταιρία πληροφορικής που ήθελε να προβληθεί στην 3η σελίδα της εφημερίδας (σε μια από τις ποιο ακριβές θέσεις δηλαδή) καταφέραμε μετά από παζάρια να ρίξουμε την τιμή σε λιγότερο από 2.500€ μαζί με το αγγελιόσημο.

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι στο γραφείο Τύπου της Πειραιώς δουλεύουν απλά ηλίθιοι αλλά δεν χρειάζεται να συνεχίσουμε να το παίζουμε εύπιστοι καταναλωτές. Με μια μόνο αναζήτηση στην ιστοσελίδα tovima.gr μπορούμε κατευθείαν να βρούμε τι ακριβώς αγοράζει η Τράπεζα Πειραιώς με τα ποσά που δαπανά: Την απόλυτη σιωπή.

Και φυσικά αυτό δεν ισχύει μόνο για τη συγκεκριμένη εφημερίδα. Από τα ΜΜΕ που παίρνουν το μεγαλύτερο μέρος της τραπεζικής διαφήμισης μάθαμε ότι η Τράπεζα Πειραιώς «έγινε μέλος του Sustainability Yearbook 2016», «στηρίζει εμπράκτως 60.000 επαγγελματίες», ή «προσφέρει κάρτα αγρότη». Φυσικά όλα αυτά τα ΜΜΕ έπαιξαν διαστρεβλωμένη τη δήλωση του προέδρου της Πειραιώς, Μιχάλη Σάλλα, ο οποίος φαίνεται να έχει σταθεί στο πλευρό του μεροκαματιάρη που δεν έχει να πληρώσει.

Κατά περίεργη σύμπτωση δεν προβλήθηκαν από κανένα από τα παραπάνω ΜΜΕ ειδήσεις όπως ο έλεγχος του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού για την ανακεφαλαιοποίηση των Πειραιώς και Attica Bank μετά από καταγγελίες μετόχων του. Ή το editorial του Economist που επιρρίπτει σοβαρές ευθύνες στις διοικήσεις των 4 ελληνικών συστημικών τραπεζών για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει (παρόλο που τα ίδια ΜΜΕ δεν φαίνεται να έχουν χάσει πρωτοσέλιδο του Economist εκτός από αυτό). Κοιτάξαμε τις ιστοσελίδες των 10 πρώτων εταιριών ΜΜΕ που εμφανίζονται στην λίστα με τα περισσότερα διαφημιστικά έσοδα και για έναν περίεργο λόγο κανένα δεν παίζει τις παραπάνω αρνητικές ειδήσεις. To Βήμα, βέβαια, έχει κάνει αναλυτικό ρεπορτάζ για την τράπεζα Αττικής με αφορμή τον έλεγχο του SSM από το αποκαλυπτικό δημοσίευμα όμως απουσιάζει εντελώς το όνομα της Πειραιώς. Το ίδιο συμβαίνει και με την Καθημερινή. Αντίθετα η Εφημερίδα των Συντακτών παρόλο που λαμβάνει διαφήμιση από την Τράπεζα Πειραιώς δημοσιεύει το σωστό ρεπορτάζ.

[...]

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να κρυβόμαστε πίσω από αστεία επιχειρήματα. Οι τράπεζες που έχουν λάβει μέχρι σήμερα περισσότερο από 170 δισεκατομμύρια κρατικού χρήματος (των φορολογούμενων δηλαδή) χρησιμοποιούν τις διαφημιστικές δαπάνες για να μπουκώσουν ολιγάρχες και δημοσιογράφους.

Διαβάστε όλη την έρευνα με αποκαλυπτικούς πίνακες και στοιχεία: http://www.thepressproject.gr/article/94159/Pou-pigan-ta-lefta-sou-Meros-1o-Oi-megaloi-karxaries

Ιδού λοιπόν άλλη μια απόδειξη για το λόγο που η μιντιακή μηχανή προπαγάνδας από την αρχή της κρίσης έκρυψε κάτω από το χαλί τα άπλυτα των τραπεζών-βαμπίρ και τα φόρτωσε όλα στο "κακό" δημόσιο. Οι διαφημίσεις συνεχίζονται σαν να μη συνέβη τίποτα. Οι μαύρες τρύπες που αποκαλούνται τράπεζες και καταβρόχθισαν πακτωλό δισεκατομμυρίων, συνεχίζουν υποτίθεται να είναι οι στυλοβάτες του μικρομεσαίου κλάδου, όταν την ίδια στιγμή το χρήμα του δικτάτορα Ντράγκι κατευθύνεται αποκλειστικά προς αυτές και οι μικρομεσαίοι εξοντώνονται συστηματικά από έλλειψη ρευστότητας που οδηγεί σε οικονομική ασφυξία. Κανονικό δούλεμα δηλαδή.

Η απόλυτη επιβεβαίωση ήρθε προσφάτως και μέσω της συστημικής (και Γερμανικής) Handelsblatt και από την Ευρωπαϊκή Σχολή Μάνατζμεντ και Τεχνολογίας (ESMT) του Βερολίνου, όπου με βάση μια λεπτομερή έρευνα, λιγότερο από το 5% των δανείων, ύψους 220 δισεκατομμυρίων ευρώ, που δόθηκαν για τη σωτηρία της Ελλάδας στα πέντε πρώτα χρόνια των μνημονίων, κατέληξαν στον ελληνικό προϋπολογισμό, ενώ τα υπόλοιπα πήγαν στη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών. Συνολικά, διοχετεύθηκαν από τα δύο πακέτα βοήθειας, 37,2 δισ. ευρώ στις ελληνικές τράπεζες. Η βοήθεια όμως αυτή εκμηδενίσθηκε εν τω μεταξύ πλήρως, αφού από την ανακεφαλαιοποίηση του 2013 έχασαν σχεδόν το 98% της αξίας τους στο χρηματιστήριο.

Δηλαδή, οι τράπεζες-ζόμπι συνεχίζουν κανονικά το ίδιο βιολί, συνεχίζουν να ρουφάνε όλο το χρήμα, ενώ η προπαγάνδα κατάφερε να πουλήσει το μεγάλο παραμύθι ότι ανακεφαλαιοποιήθηκαν, αλλά πέρασαν υπό κρατικό έλεγχο: fa.ev/2014/01/11

Είναι επίσης θλιβερό το γεγονός ότι πολλά μέσα που θα μπορούσαν να παίξουν ένα ρόλο πραγματικής και ανεξάρτητης δημοσιογραφίας και προσπαθούν να το κάνουν, βρίσκονται στη λίστα των μέσων που συνεχίζουν να χρηματοδοτούνται από τις τράπεζες. Και αυτό αποτελεί άλλη μια απόδειξη του ποιος πραγματικά συνεχίζει να έχει την απόλυτη εξουσία στη χώρα. Μοιραία, οι πραγματικά ανεξάρτητες ιστοσελίδες που προσφέρουν πληροφόρηση έξω από τα κανάλια της τραπεζομιντιακής δικτατορίας και άρα κόντρα στο χρόνιο καθεστώς διαπλοκής της, όπως το The Press Project, παλεύουν με νύχια και με δόντια να κρατηθούν οικονομικά και να συνεχίσουν το έργο τους, που είναι όντως η πραγματική, ανεξάρτητη πληροφόρηση.