Ο νεοφιλελευθερισμός, νονός του χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας : Ο Ernst Lohoff και ο Norbert Trenkle συζητούν για την Οικονομική και Δημοσιονομική Κρίση - Μέρος 3 από 3



Ερωτήσεις από τον Reinhard Jellen, Μετάφραση από το γερμανικό πρωτότυπο από τον Joe Keady, αρχική δημοσίευση στο δικτυακό τόπο ΤΗΛΕΠΟΛΙΣ, 6 Αυγ. 2012, το πρώτο μέρος της συνέντευξης βρίσκεται εδώ, το δεύτερο εδώ.

Στη περίοδο του κεϋνσιανισμού, το κράτος το ίδιο με τις άμεσες και έμμεσες παρεμβάσεις του καθιερώθηκε ως ενεργό  στήριγμα της οικονομικής ζωής. Ωστόσο, η  θεμελιώδης αντίφαση μεταξύ της υλικής παραγωγής και της αφηρημένης και επιρρεπούς στις κρίσεις αξιοποίησης της στην καπιταλιστική οικονομία δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Επομένως, το βασικό δίλημμα παρέμεινε: αύξηση της παραγωγικότητας με αμετάβλητα ή στάσιμα τα ποσοστά συσσώρευσης και μία τάση μείωσης των θέσεων εργασίας και αυξανόμενη μείωση της βάσης της πραγματικής συσσώρευσης.


Όταν η κεϋνσιανή συνταγή έπαψε να επηρεάζει θετικά τις ιδιωτικές επενδύσεις, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, αντικαταστάθηκε από το νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος κατεύθυνε τα ανεκμετάλλευτα επενδυτικά κεφάλαια προς την κερδοσκοπική σφαίρα του χρηματοπιστωτικού τομέα. Αυτό οδήγησε στην ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση της πραγματικής οικονομίας από τις παρορμήσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, που με τη σειρά της επηρέασε αρνητικά την οικονομική της βάση, προκαλώντας περιοδικά φούσκες ακάλυπτων  χρηματοοικονομικών τίτλων. Μετά την έκρηξη της Νέας Οικονομίας και την φούσκα των ακινήτων, η έκταση της κρίσης σταδιακά έχει αρχίσει να φαίνεται με τη διάβρωση των δημόσιων οικονομικών. Το τρίτο μέρος της  συνομιλίας με τους Ernst Lohoff και Norbert Trenkle, τους συγγραφείς του Die Grosse Entwertung (Η Μεγάλη απαξίωση).


Η παραοικονομία στην Ευρώπη όσο το ΑΕΠ της Γερμανίας



Σύμφωνα με  έκθεση της Tax Research LLP, η παραοικονομία στην Ευρώπη είναι ίση με το 22,1% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας και με τζίρο κοντά στα 3550 δισεκατομμύρια δολάρια (όσο το σύνολο της οικονομίας της Γερμανίας). Έχει ενδιαφέρον να πούμε, ότι  την έκθεση παρήγγειλαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης.

Η έκθεση της Research Tax, που δημοσίευσε και το Zero Hedge, δείχνει ότι η Αυστρία και το Λουξεμβούργο με 9,7 %,ποσοστά παραοικονομίας ως προς το ΑΕΠ, βρίσκονται στις χαμηλότερες θέσεις, ενώ η Βουλγαρία και η Ρουμανία με 35,3% σε 32,6 % στην κορυφή της λίστας.

Από τις ισχυρές οικονομίες, στη Γερμανία είναι 16%, στη Γαλλία 15%, στην Ιταλία 27% και στην Ισπανία 22,5%. Ακόμη
στη Σουηδία  τα ποσοστά της παραοικονομίας/ΑΕΠ , φτάνουν στο απίστευτο 19%.

 http://www.zerohedge.com/sites/default/files/images/user3303/imageroot/2013/04-2/20130506_shadow1.jpg



Το ύψος της παραοικονομίας είναι  € 420 δισεκατομμύρια στην Ιταλία, 400 στη Γερμανία, 290 στη Γαλλία, 240 στην Ισπανία και 210 στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Να σημειωθεί ότι ακόμη και σε οικονομίες όπως αυτή του Ηνωμένου Βασίλειου το μέγεθος της παραοικονομίας είναι καθε άλλο παρά αμελητέο.

 http://www.zerohedge.com/sites/default/files/images/user3303/imageroot/2013/04-2/20130506_shadow3.jpg

Οσον αφορά την απώλεια φορολογικών εσόδων, η παραοικονομία μεταφράζεται σε απώλεια εσόδων γύρω στα € 864 δισεκατομμύρια, δηλαδή λίγο πάνω από το 7% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, ή το 105,8% των δαπανών για την υγεία στην ΕΕ και  σε ένα ποσό υμεγαλύτερο από το συνολικό δημόσιο έλλειμμα.


http://www.zerohedge.com/sites/default/files/images/user3303/imageroot/2013/04-2/20130506_shadow2.jpg

ΑΠΛΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ από τον Γ. Σταμάτη


Αναδημοσιεύουμε μερικές από απαντήσεις του Γ. Σταμάτη σε ερωτήματα τα οποία έθεσε ο "ιός". Ολόκληρη η συνέντευξη δημοσιεύεται στην "Εφημερίδα των συντακτών", εδώ: Από το χρέος στην τρόικα

Πώς σχολιάζετε την αντίδραση και τις προτάσεις της ευρύτερης Αριστεράς την περίοδο που έγινε ορατή σε όλους η κρίση;
Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Ας δούμε μερικές από τις προτάσεις της κομμουνιστικής και μη Αριστεράς. Προτάθηκε η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή στη δραχμή. Μα η κατάσταση στην οποία περιήλθαμε δεν οφείλεται στο ότι το εθνικό μας νόμισμα είναι το ευρώ και όχι η δραχμή. Αν επιστρέψουμε στη δραχμή θα έχουμε βέβαια τη δυνατότητα άσκησης εθνικής νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής. Ωστόσο ούτε λόγος να γίνεται ότι η άσκηση μιας κατάλληλης νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής θα μπορούσε να βοηθήσει αισθητά στο ξεπέρασμα της δεινής κατάστασης. Και ιδίως η δυνατότητα άσκησης εθνικής νομισματικής πολιτικής δεν σημαίνει κατά κανέναν τρόπο ότι τώρα πλέον η ΤτΕ θα μπορεί να χρηματοδοτεί το Δημόσιο. Διότι αυτό, δηλαδή το να επιστρέψουμε στη δραχμή αλλά να παραμείνουμε στην Ε.Ε., δεν επιτρέπεται από την Ε.Ε. Αλλ’ έστω ότι, πρώτον, φεύγουμε όχι μόνον από το ευρώ αλλά και από την Ε.Ε. και, δεύτερον, η ΤτΕ χρηματοδοτεί το Δημόσιο. Ακόμη και τότε όμως όχι μόνον αυτή η χρηματοδότηση δεν συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κατάστασης, αλλά και η επιστροφή στη δραχμή καθ’ εαυτήν θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα. Κι αυτό, επειδή το δημόσιο χρέος είναι χρέος σε ευρώ και όχι χρέος σε δραχμές.
Ποιες θα ήταν οι συνέπειες από μια επιστροφή στη δραχμή σ’ αυτές τις συνθήκες;

Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Εστω ότι επιστρέφουμε στη δραχμή. Και έστω ότι ορίζουμε μια ορισμένη ισοτιμία μεταξύ δραχμής και ευρώ. Είναι αυτονόητο ότι αυτή ορίζεται αυθαιρέτως. Εστω λοιπόν ότι ορίζουμε πως μια δραχμή είναι αξίας ίσης με ένα ευρώ. Εστω επίσης ότι τη χρονιά της επιστροφής στη δραχμή το Δημόσιο χρωστάει συνολικά 400 δισ. ευρώ και έχει να πληρώσει 20 δισ. ευρώ σε τόκους και 30 δισ. ευρώ σε λήγοντα δάνεια. Χρειάζεται λοιπόν το Δημόσιο αυτή τη χρονιά 50 δισ. ευρώ για να εξυπηρετήσει το χρέος του. Κι επειδή το ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών της χώρας είναι ελλειμματικό και η χώρα δεν έχει καθαρές εισροές συναλλάγματος, το Δημόσιο βγαίνει στην αγορά συναλλάγματος και ζητάει να αγοράσει με δραχμές 50 δισ. ευρώ. Ας μην παίξουμε το εφιαλτικό για την ισοτιμία της δραχμής σενάριο ότι το Δημόσιο βγαίνει στην αγορά να πάρει δάνειο σε ευρώ. 
Δεδομένου και του ελλειμματικού ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών είναι πλέον η βέβαιον ότι η δραχμή θα υποτιμηθεί από την αγορά, έτσι που να χρειάζεται κανείς τώρα περισσότερες από μία δραχμές, π.χ. 1,2 δρχ. για να αγοράσει ένα ευρώ. Το κακό όμως δεν είναι ότι τώρα το Δημόσιο πληρώνει όχι 50 αλλά 60 δισ. δρχ. για να αγοράσει 50 δισ. ευρώ. Αυτό δεν πολυνοιάζει το Δημόσιο, διότι ας είναι καλά η ΤτΕ. Αλλά το κακό είναι ότι το δημόσιο χρέος που μέχρι στιγμής ήταν ίσο με 400 δισ. ευρώ και συνεπώς ίσο με 400 δισ. δρχ., παραμένει μεν ίσο με 400 δισ. ευρώ, αλλά συγχρόνως γίνεται λόγω της υποτίμησης της δραχμής ίσο με 480 δισ. δρχ. Δεν χρειάζεται να το φιλοσοφήσει κανείς πολύ το ζήτημα για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το δημόσιο χρέος σε δραχμές θα αυξάνεται συνεχώς και τόσο γρήγορα που ούτε σκέψη να γίνεται ότι το Δημόσιο θα μπορεί να το εξυπηρετήσει – ακόμη κι αν χρηματοδοτείται απεριόριστα από την ΤτΕ. Κι επίσης ούτε να σκεφτεί κανείς τις συνέπειες της συνεχούς υποτίμησης της δραχμής. Θα καταρρεύσουν οι εισαγωγές καθώς και η παραγωγή στο μέρος και στον βαθμό που βασίζεται σε αυτές.
Με ποιους όρους θα μπορούσε να είναι ευεργετική η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα;
Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Μόνον αν η επιστροφή στη δραχμή επέλθει συνεπεία της κατάργησης του ευρώ δεν θα είχαμε αναγκαστικά αυτά τα δυσάρεστα αποτελέσματα. Διότι μόνο τότε θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε τη μετατροπή του δημόσιου χρέους από ευρώ σε δραχμές στην ισοτιμία δραχμής και ευρώ, με την οποία θα εισέλθουμε στη δραχμή, π.χ. στην ισοτιμία με την οποία εισήλθαμε κάποτε στο ευρώ, καίτοι αυτό δεν είναι καθόλου αναγκαίο. Διότι οι πιστωτές του Δημοσίου θα μπορούσαν να απαιτήσουν εξίσου ευλόγως τη μετατροπή του δημόσιου χρέους όχι σε δραχμές αλλά σε ένα οποιοδήποτε άλλο ή άλλα νομίσματα, π.χ. σε δολάρια ή στα επιμέρους νομίσματα των πιστωτριών χωρών. Οπότε οι δυσάρεστες συνέπειες της επιστροφής στη δραχμή, που μόλις περιγράψαμε, θα παρέμεναν.
Μήπως υπάρχει τρόπος να αντιμετωπιστεί το ζήτημα μέσω μιας κρατικής τράπεζας;
Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Κάποιοι νομίζουν ότι σωθήκαμε αν το Δημόσιο ιδρύσει μια τράπεζα σαν τη γερμανική Kreditanstalt für Wiederaufbau (KfW), η οποία να ανήκει αποκλειστικά στο Δημόσιο (κατά τα λοιπά είχαμε κάποτε μια τέτοια τράπεζα, την ΕΤΒΑ) και η οποία να χρηματοδοτεί αυτό το τελευταίο. Αυτό είναι μια απύθμενη ανοησία. Το ότι μια τράπεζα ανήκει αποκλειστικά στο Δημόσιο δεν σημαίνει ότι αυτή μπορεί να κόβει αβέρτα-κουβέρτα μονέδα και να τη δίνει στο Δημόσιο. Κι αυτό ισχύει, αδιάφορο αν εθνικό νόμισμα είναι το ευρώ ή η δραχμή. Μονέδα κόβει μόνον η Κεντρική Τράπεζα. Και Κεντρική Τράπεζα ήταν η ΤτΕ, όταν εθνικό νόμισμα ήταν η δραχμή, και Κεντρική Τράπεζα (και για την Ελλάδα) είναι η ΕΚΤ τώρα που εθνικό νόμισμα είναι το ευρώ. Το γιατί κατέληξε αυτός που κατέληξε σ’ αυτή την άποψη είναι τόσο ανόητο όσο και η ίδια αυτή άποψη: επειδή στη χρηματοδότηση της Ελλάδας η Γερμανία, για δικούς της λόγους, συμμετέχει μέσω της KfW.
Αυτός που διατύπωσε την παραπάνω άποψη έχει ακόμη μια εναλλακτική πρόταση στο μανίκι του: τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί η ΤτΕ το Δημόσιο με επιτόκιο ίσο μ’ εκείνο, με το οποίο αυτή αναχρηματοδοτεί τις εμπορικές τράπεζες, δηλαδή με επιτόκιο πολύ μικρότερο από το επιτόκιο με το οποίο δανείζεται το Δημόσιο στην αγορά. 
Την ύπαρξη αυτής της δυνατότητας είχαμε περιγράψει εμείς στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν εθνικό νόμισμα ήταν η δραχμή και συνεπώς η ΤτΕ ήταν η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας, όταν δηλαδή η ΤτΕ μπορούσε να δημιουργεί ποσότητες εθνικού νομίσματος και, δεύτερον, οι δανειακές ανάγκες του Δημοσίου ήσαν κυρίως σε δραχμές, δηλαδή στο εθνικό νόμισμα, το οποίο μπορούσε, ως Κεντρική Τράπεζα, να δημιουργεί η ΤτΕ.  Κι επίσης δεν είχαμε παρουσιάσει τότε την ύπαρξη αυτής της δυνατότητας για να ζητήσουμε την πραγματοποίησή της, αλλά για να δείξουμε ότι οι καπιταλιστές, οι οποίοι, ενώ στρέφονταν κατά του χρέους του Δημοσίου και ζητούσαν τη μείωσή του κι έτσι και τη μείωση των τόκων που πλήρωνε το Δημόσιο γι’ αυτό το χρέος, δεν θα δέχονταν ποτέ την παραπάνω χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, καίτοι αυτή μειώνει σημαντικά τους τόκους που πληρώνει το Δημόσιο, διότι θα τους στερούσε τους τόκους που παίρνουν τώρα χρηματοδοτώντας αυτοί και όχι η Κεντρική Τράπεζα το Δημόσιο. 
Τέλος, για να το αναφέρουμε και αυτό, μια δανειοδότηση του Δημοσίου από την Κεντρική Τράπεζα με μηδενικό επιτόκιο ή με επιτόκιο μικρότερο απ’ αυτό της αγοράς θα σήμαινε μεταβίβαση εισοδήματος στο Δημόσιο ίσου με την αντίστοιχη εξοικονόμηση τόκων από το Δημόσιο. Γιατί να το επιτρέψουν όμως αυτό οι καπιταλιστές; Γι’ αυτό και η Ε.Ε. απαγορεύει στην ΕΚΤ, δηλαδή στην Κεντρική Τράπεζα της ευρωζώνης, να χρηματοδοτεί τα κράτη της ευρωζώνης και στις Κεντρικές Τράπεζες των υπολοιπων χωρών-μελών να χρηματοδοτούν τα κράτη τους.
Τι κάνουμε όμως τώρα με τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. και στην ευρωζώνη;
Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Καλώς μπήκαμε στην Ε.Ε. και στην ευρωζώνη ; Κακώς, κάκιστα! Να βγούμε από την Ε.Ε. και την ευρωζώνη; Ναι! Ομως θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ούτε το ένα ούτε το άλλο συμβάλλουν στη λύση του προβλήματός μας. Κάποτε θα πρέπει να γίνει φυσικά και η συζήτηση πώς και γιατί μας έβαλαν στην Ε.Ε. και στην ευρωζώνη και γιατί πρέπει να βγούμε απ’ αυτές. Ομως σήμερα η επιστροφή στη δραχμή θα επιδείνωνε, όπως προαναφέραμε, το πρόβλημα του δημόσιου χρέους. Η έξοδός μας από το ευρώ και πολύ περισσότερο η έξοδός μας από την Ε.Ε. θα αύξανε βέβαια τους βαθμούς ελευθερίας μιας πολιτικής για την υπέρβαση της δεδομένης κατάστασης. Δεν συνιστούν όμως αυτές και μόνες λύση του προβλήματος.
Η απεμπλοκή από τα Μνημόνια, η επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης και η αποπομπή της τρόικας προϋποθέτουν την επεξεργασία μιας πολιτικής και οικονομικής πρότασης εξόδου από την ύφεση και την ανεργία και αντιμετώπισης του δημόσιου χρέους. Η Αριστερά δεν έχει διατυπώσει μέχρι σήμερα καμία τέτοια πρόταση.
Τι θα συμβεί στο μέλλον αν δεν συμβεί κάτι; Ο,τι συνέβη μέχρι σήμερα. Το ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειούται και το δημόσιο χρέος να εξυπηρετείται όπως όπως μέχρι να μην μπορεί πλέον να εξυπηρετηθεί, οπότε και η τρόικα ύστερα από δυο-τρία ακόμη κουρέματα θ’ αναγκαστεί να το ξεχάσει προσωρινά. Μέχρι τότε, όμως, θα έχει επιτύχει τους σκοπούς της: τη μείωση μισθών και συντάξεων και την αύξηση των κερδών, τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής ασφάλισης, την εκχώρηση των οικονομικών δραστηριοτήτων και την εκποίηση της περιουσίας του Δημοσίου στους καπιταλιστές, τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και, τέλος, την πειθάρχηση των εργαζομένων και των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεών τους.

Μοντέλο...Σκουριές!

Γ. Ψαράκης : Ενεργεια και ανεμογεννήτριες


ΗΜΕΡΙΔΑ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΣΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ.

ΣΠΑΡΤΗ 28 Απριλίου 2013


Κατ’ αρχή θα ήθελα να σας γνωρίσω πως ο Σύλλογος στον ποίο ανήκω, ο Σύλλογος «ΤΟΥΛΙΠΑ ΓΟΥΛΙΜΗ» , είναι ενταγμένος και στηρίζει τις δράσεις του Λακωνικού Δικτύου.
Επίσης θα ήθελα να διευκρινίσω ότι δεν γεννήθηκα με αρνητική άποψη κατά των ΒΑΠΕ (κυρίως των αιολικών).

Ως άτομο με φυσιολατρικά ενδιαφέροντα όταν πρωτοακούστηκε το ζήτημα των ΑΠΕ (κυρίως ανεμογεννητριών τότε) είδα θετικά το θέμα και είπα επιτέλους μια καθαρή και φιλική προς το περιβάλλον μορφή ενέργειας.

Ωστόσο το 1998, το μανιφέστο του Darmstadt των 100 και πλέον διαπρεπών επιστημόνων είχε σημάνει την αρχή της ευρωπαϊκής αμφισβήτησης και επιφύλαξης κατά των ΒΑΠΕ (ειδικότερα των ανεμογεννητριών).

Συμπληρωματικά η Διεθνής Εταιρία Ακινήτων SAVILLIS το 1998 διαπίστωνε στη Δανία πτώση μέχρι και 40% στις αξίες σπιτιών και οικοπέδων σε περιοχές που είχαν εγκατασταθεί αιολικοί σταθμοί, ενώ το 1999 ο Οργανισμός Τουρισμού της Ουαλίας καταγράφει σε Δανία. Ολλανδία και Ουαλία μείωση της τουριστικής κίνησης κατά 30% σε περιοχές που είχαν εγκατασταθεί αιολικοί σταθμοί.



Τα συμπεράσματα που κατέληξε και η Πανευρωπαϊκή Ομοσπονδία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, τα οποία και παρουσίασε το 2004 στη συνάντηση της Χάγης, τόνιζαν ότι με τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων για την αιολική ενέργεια δεν εξετάστηκαν επαρκώς οι οικονομικές, τουριστικές, ιστορικές, πολιτικές, και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Καταστάσεις τις οποίες 8 χρόνια μετά διαπιστώνουμε.

Όλα αυτά ήταν αρκετά να δημιουργήσουν προβληματισμό και επιφύλαξη σε κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο.

Στον τόπο μου τα Βάτικα, αλλά και σε όλο τον Πάρνωνα το θέμα ανέκυψε το 2000 όταν οι εταιρίες άρχισαν να τοποθετούν στα βουνά ανεμομετρητές και έγινε γνωστή η πρόθεση για τοποθέτηση ανεμογεννητριών.

Αυτό αναστάτωσε την τοπική κοινωνία, όμως μη γνωρίζοντας επακριβώς το θέμα των ανεμογεννητριών, θελήσαμε να έχουμε προσωπική άποψη και εμπειρία.

Έτσι συστήσαμε επιτροπή η οποία πήγε στην Εύβοια (που ήδη είχαν εγκατασταθεί αιολικοί σταθμοί).

Η επιτροπή επισκέφθηκε αιολικούς σταθμούς, ήλθε σε επαφή και μίλησε με κατοίκους καθώς και Δημάρχους της περιοχής.

Τα συμπεράσματα ήταν έντονα αρνητικά. Χωρίς να έχουμε γνώση ακόμη ως προς την παραγωγικότητα και το ασύμφορο των αιολικών, αυτό που εύκολα αντίκριζε ο καθένας ήταν ένας περιβαλλοντικός βιασμός, μία περιβαλλοντική υποβάθμιση, ένας εκχυδαϊσμός των τοπίων.

Με όποιον μιλούσαμε μας έλεγε
«προσέξετε μην πάθετε αυτό που πάθαμε εμείς».

Μετά από αυτό ανάστατη η τοπική μας κοινωνία συγκέντρωσε 5.500 υπογραφές ( στο σύνολο των 7.000) Βατικιωτών) και αντιτάχτηκε στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών στα Βάτικα.