Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Λαπαβίτσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Λαπαβίτσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κώστας Λαπαβίτσας: «Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε. Πρέπει να πολεμήσουμε την ΕΕ και την εξουσία της Γερμανίας»






Συνέντευξη του Κώστα Λαπαβίτσα στον Steven Forti

Φαίνεται ότι η κρίση έχει τελειώσει. Είναι έτσι;

Θα έλεγα ότι έχει υποχωρήσει,. Αλλά περισσότερο  και από την κρίση, αυτό που είναι πιο σωστό τώρα είναι να αναφερόμαστε σ’ αυτή τη νέα Ευρώπη που δημιουργείται. Και δεν πρόκειται για μια  Ευρώπη ιδιαίτερα  ευχάριστη.

Ti είναι αυτή  η «νέα» Ευρώπη;

Η Γερμανία αντιμετώπισε  επιτυχώς την κρίση στην Ευρωζώνη. Στην Ευρώπη διαμορφώθηκε  ένα κέντρο, εκπροσωπούμενο από τη Γερμανία, και ειδικότερα τη γερμανική βιομηχανία. Ειδικά τον  τομέα του  αυτοκινητου και τη χημική βιομηχανία, που είναι ιδιαίτερα προσανατολισμένος στις  εξαγωγές. Γύρω από αυτό το κέντρο διαμορφώνονται μια σειρά από περιφέρειες. Στην αρχή της κρίσης στην Ευρωζώνη μιλούσαμε για μια ενιαία περιφέρεια. Και αυτό ήταν σωστό. Σήμερα γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πολλές περιφέρειες. Και σε αυτό η  Ιταλία παίζει σημαντικό ρόλο  επειδή βρίσκεται στα μισά μεταξύ αυτού του  νέου κέντρου και  τις περιφέρειες. Η Ιταλία εξακολουθεί να πλήττεται από την κρίση, αλλά είναι και η μόνη χώρα στην Ευρώπη που διαθέτει μια βιομηχανία  που μπορεί να ανταγωνιστεί  τη Γερμανία. Πολύ περισσότερο από τη  Γαλλία που έχει διαλύσει τη βιομηχανική της βάση  και η οικονομία της  τις τελευταίες δεκαετίες υποφέρει από  μια διαδικασία βαθιάς  χρηματιστικοποίησης.

Κάνετε λόγο σε διαφορετικές περιφέρειες. Ποιες είναι αυτές; Και σε τι διαφέρουν;

Μπορούμε να διακρίνουμε σαφώς δύο τύπους  περιφερειών. Ο ένας  αποτελείται από τους  δορυφόρους της Γερμανίας. Αυτές είναι χώρες που μπορεί να είναι στην ευρωζώνη  είτε όχι, όπως η Πολωνία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Σλοβακία, η Σλοβενία ​​και μέρος της Αυστρίας. Χώρες που συνδέονται άμεσα με τη γερμανική βιομηχανική παραγωγή. Αυτό είναι το ευρωπαϊκό βιομηχανικό κέντρο. Αυτό που προσελκύει πλέον άλλες χώρες: Ρουμανία, Ουγγαρία ... Η οικονομία των χωρών αυτών εξαρτάται όλο και περισσότερο από το πώς λειτουργεί η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία. Οι άλλες περιφέρειες είναι του Νότου: η Ελλάδα, η  Ισπανία, η Πορτογαλία, μέρος της Ιταλίας. Πρόκειται για χώρες με ισχυρό δημόσιο τομέα, με υψηλά επίπεδα ανεργίας, οικονομικά μη ανταγωνιστικές με  βιομηχανική δομή νη ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο. Και, αυτό που είναι  εξίσου σημαντικό, είναι μέλη του ευρώ. Αυτός είναι ο λόγος που δεν είναι ανταγωνιστικές. Ο ρόλος τους είναι να δουλεύουν για τις γερμανικές βιομηχανίες.

Ποιος είναι ο ρόλος της Γαλλίας σε αυτή τη «νέα» Ευρώπη;

Η Γαλλία είναι μια χώρα στο κέντρο [της Ευρώπης], αλλά η βιομηχανία της δεν μπορεί να ανταγωνιστεί  τη Γερμανική. Εχει χάσει το παιχνίδι  με τους Γερμανούς  εντός της ευρωζώνης. Μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα θα υποταγεί  στη Γερμανία.

Η άνοδος του Μακρόν στην εξουσία μπορεί να αλλάξει τα πράγματα;

Η Γαλλία παραμένει μια ισχυρή χώρα, αλλά τι μπορεί να κάνει ο Μακρόν για να ανταγωνιστεί οικονομικά με τη Γερμανία; Μπορεί να συνάψει  καλύτερες σχέσεις με την Μέρκελ από τον  Ολάντ ή να ενισχύσει  τη γαλλική στρατιωτική παρουσία στον κόσμο, αλλά τίποτα δεν θα αλλάξει. Επιπλέον το  οικονομικού του πρόγραμμα  περιέχει ακριβώς αυτό που θέλουν οι Γερμανοί: μείωση των μισθών, μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις ... η μόνη ελπίδα για τη Γαλλία στο πλαίσιο αυτό είναι η ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της. Εκεί έχει σημαντικά πλεονεκτήματα.

Σύμφωνα με ορισμένους οικονομολόγους, το ευρώ αποτέλεσε μια  «προστατευτική ασπίδα» κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πώς απαντάτε σε αυτή την ερμηνεία;

Όποιος  εξακολουθεί να πιστεύει ότι το ευρώ ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας παράγοντας προστασίας της Ευρώπης ή δεν έχει καταλάβει  τίποτα από ό, τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια ή έχει μια απόλυτη εμμονή με το ευρώ. Το ευρώ ήταν καταστροφικό  για την ικανότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας να αντιμετωπίσει το σοκ της Μεγάλης Ύφεσης του 2007-2009. Όξυνε τις συνέπειες της, πρόσθεσε άλλα προβλήματα και κατέστρεψε όλους τους τομείς της οικονομίας. Το ευρώ ήταν μια συνολική αποτυχία από την άποψη αυτή. Νομίζω ότι έχει  πιο ενδιαφέρον να αναλογιστούμε το γεγονός ότι το ευρώ έχει επιτρέψει στη Γερμανία να κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Αυτή είναι η πραγματική σημασία του ευρώ. Το ενιαίο νόμισμα επέτρεψε στο Βερολίνο να κυριαρχήσει στην ευρωπαϊκή αγορά και να γίνει μια χώρα εξαγωγών παγκόσμιας εμβέλειας  ικανή να διεισδύσει στην κινέζικη  ή στην αμερικάνικη αγορά. Και να μετατραπεί σε ιδιοκτήτη  χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Οι επιπτώσεις από το  ευρώ ήταν  ακριβώς το αντίθετα από αυτό που αναμενόταν.

Έχει αλλάξει  κάτι  με το Brexit;

Το Brexit ήταν κατά μία έννοια μια αντίδραση στη μετατροπή της ΕΕ σε θεσμό προστασίας και κάλυψης της γερμανική δύναμη. Μία αντίδραση που προκάλεσε η  απώλεια  κυριαρχίας. Είναι σημαντικό επειδή σηματοδοτεί μια απάντηση από τα κάτω στη νέα δύναμη που αναδύεται στην Ευρώπη. Την επιθυμία διαχωρισμού από αυτή τη νέα αυτοκρατορία. Οι δυσκολίες που το Ηνωμένο Βασίλειο βιώνει τον τελευταίο χρόνο δείχνει πόσο δύσκολο είναι αυτό. Αλλά δεν θα υποτιμούσα τη δύναμη του βρετανικού καπιταλισμού. Στην Ευρώπη υπάρχουν μόνο τρεις πρωτεύουσες που μετράνε: η Μόσχα, το Βερολίνο και το Λονδίνο. Και το Λονδίνο αυτό το γνωρίζει.

Βλέπετε ομοιότητες μεταξύ του Brexit και τη νίκη του Τραμπ;

Ο Τραμπ είναι κάτι διαφορετικό. Είναι μια απάντηση στο αδιέξοδο του νεοφιλελευθερισμού. Ο Τραμπ επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την αίσθηση απώλειας της λαϊκής κυριαρχίας και την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων λέγοντας  ψέματα. Δεν έχω δει μια  πολιτική απόφαση του Τραμπ  που να σέβεται τις προεκλογικές του υποσχέσεις. Μοιάζει σαν ένας  τυπικός  Ρεπουμπλικάνος  πρόεδρος  που εφαρμόζει ένα πρόγραμμα απελευθέρωσης  της οικονομίας. Ένας κλασικός λαϊκιστής δημαγωγός

Ο  Γιάνης  Βαρουφάκης υποστηρίζει ότι η Ευρώπη μπορεί ακόμα να εκδημοκρατιστεί. Εσείς είστε κατηγορηματικά αντίθετος με αυτή την υπόθεση. Για ποιο λόγο;

Χάσαμε την τελευταία δεκαετία συζητώντας  πώς μπορεί να αλλάξει η Ευρωπαϊκή Ένωση από μέσα. Ο ΣΥΡΙΖΑ πίστευε αφελώς ότι κερδίζοντας τις εκλογές, και κυβερνώντας την Ελλάδα, θα μπορούσε να αλλάξει την ΕΕ από μέσα. ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε. Και όχι επειδή η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα. Το ίδιο θα συνέβαινε και με οποιαδήποτε αριστερή κυβέρνηση στην Ισπανία ή την Ιταλία. Ωστόσο, σε σύγκριση με πριν από λίγα χρόνια, τώρα ξέρουμε γιατί τα πράγματα πήγαν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Αυτό οφείλεται  στη γέννηση μιας νέας δομής κέντρου-περιφέρειας στην Ευρώπη, με ένα κέντρο που κυριαρχεί και δεν επιτρέπει καμία διαφωνία. Όποιος  θέλει πραγματικά να αλλάξει τα πράγματα πρέπει να αρχίσει να καταπολεμά τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και να δημιουργεί νέα.


Μπορούμε να βγάλουμε κάποιο δίδαγμα  από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ;

Μπορούμε να διδαχτούμε τι δεν πρέπει να κάνουμε. Δεν υπάρχει τίποτα θετικό σε αυτή την εμπειρία. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε πολλά, κέρδισε τις εκλογές και ανέβηκε στην κυβέρνηση, έγινε ένα μαζικό κόμμα. Λένε ότι ήταν μια νέα μορφή πολιτικής οργάνωσης της αριστεράς. Αλλά ήδη από το 2012, όταν έγινε αξιωματική της αντιπολίτευση, και ακόμα περισσότερο το 2015, όταν ανέβηκε στην κυβέρνηση, δεν υπήρχε εσωτερική δημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια μηχανή  που απορροφήθηκε από το κράτος που περιστρέφεται γύρω από έναν ηγέτη. 

Απέτυχε να δημιουργήσει μια νέα,  πραγματικά δημοκρατική πολιτική οργάνωση. Αλλά, απέτυχε να αλλάξει την οικονομία και την πολιτική. Δεν είχε την  ικανότητα να αποκτήσει ρίζες στον κόσμο. Αλλά εάν θέλετε πραγματικά να αλλάξετε τον κόσμο, αυτό είναι ένα θεμελιώδες ζήτημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό δεν το έκανε. Εγκατέλειψε τον στόχο και μετατράπηκε σε κόμμα εξουσίας. ΣΥΡΙΖΑ μας δείχνει τι δεν πρέπει να κάνουμε και τι είδους οργάνωση δεν πρέπει να οικοδομήσουμε.

Ποια είναι  η κατάσταση στην Ελλάδα δύο χρόνια μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου;
Νομίζω ότι δεν υπήρξε κυβέρνηση πιο υποταγμένη από αυτή του Τσίπρα στα χρόνια της κρίσης. Έχουν παραδοθεί πλήρως. Έχουν αποδεχθεί το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτό είναι απίστευτο. Κανείς δεν μιλά  πλέον για αναδιάρθρωση του χρέους. Απλά ελπίζουν ότι οι  απελευθερώσεις  και οι  ιδιωτικοποιήσεις  θα καταφέρουν να επανεκινήση της οικονομίας. Με αυτές τις πολιτικές η ελληνική οικονομία ίσως αναπτυχθεί ή  συρρικνωθεί λίγο, αλλά στην πραγματικότητα θα παραμείνει στάσιμη. Η ανεργία δεν θα μειωθεί σημαντικά και η Ελλάδα θα γίνει μια φτωχή και ασήμαντη χώρα στα σύνορα  της Ευρώπης. Οι ανισότητες θα αυξηθούν  πολύ, οι νέοι θα συνεχίζουν να μεταναστεύσουν, η οικονομία θα  στηρίζεται στον τουρισμό. Πρόκειται για μια καταστροφή.

Γίνεται  πολύς λόγος για την εμπειρία της Πορτογαλίας και την σοσιαλιστική κυβέρνηση του António Costa που υποστηρίζεται  από την αριστερά. Ποια είναι η γνώμη σας;

Αν αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει η αριστερά, τότε δεν χρειαζόμαστε την αριστερά στην Ευρώπη. Η αριστερά είναι ένα πολιτικό ρεύμα που πάντα αγωνιζόταν εναντίον των ισχυρών για την οικοδόμηση ενός νέου  κόσμου. Αλλά τι γίνεται  στην Πορτογαλία; Τι έκαναν; Συμμετέχουν στην  κυβέρνηση. Ίσως  καταφέρουν  να περιορίσουν την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας. Αλλά τι νομίζουν ότι θα γίνει;  Κάποιο  θαύμα; Η οικονομία της Πορτογαλίας  δεν θα αναπτυχθεί ιδιαίτερα. Θα συνεχίσουν να μπαίνουν εμπόδια στην ανάπτυξή της. Όπως η Ελλάδα. Δεν έχουν άλλες φιλοδοξίες; Θα πληρώσουν  ένα τίμημα για αυτό.

Τι πρέπει να κάνει λοιπόν η αριστερά;
Το βασικό ζήτημα είναι  ο επαναπροσδιορισμός της  κυριαρχίας. Τι σημαίνει σήμερα λαϊκή κυριαρχία; Αλλά θα πρέπει και να επαναπροσδιοριστεί η εθνική κυριαρχία. Οι διεθνικοί φορείς της  Ευρωπαϊκής Ένωσης εργάζονται ενάντια στα συμφέροντα των εργαζομένων και των κυβερνήσεων της αριστεράς και συντηρούν την υπάρχουσα ιεραρχία στην Ευρώπη. Αυτά είναι κρίσιμα ερωτήματα γιατί  πηγαίνουν στην καρδιά του τι μπορεί να είναι ο σοσιαλισμός. 

Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί ένα αντι-νεοφιλελεύθερο και αντι-καπιταλιστικό οικονομικό πρόγραμμα: εθνικοποίηση  των τραπεζών, αύξηση των δημοσίων επενδύσεων,  ενίσχυση του κράτους πρόνοιας ... Αν νομίζετε ότι μπορούμε να πετύχουμε αυτούς τους στόχους αλλάζοντας την  ΕΕ, σημαίνει ότι δεν έχετε καταλάβει τίποτα απ’ ότι έγινε την τελευταία δεκαετία. Είναι αδύνατο. Θα πρέπει να πολεμήσουμε τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εξουσία της Γερμανίας. Αυτό που λέω δεν είναι αντιευρωπαϊκό. Αυτό δεν είναι εθνικισμός. Εμείς δεν συγχέουμε το διεθνισμό του μεγάλου κεφαλαίου, που έχει επικρατήσει στην Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες με το διεθνισμό της αριστεράς και  των εργαζομένων.

Είστε υπέρ μιας μελλοντικής ευρωπαϊκής ομοσπονδίας; 

Ασφαλώς. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο ευρωπαϊκό έθνος, εγώ δεν το θεωρώ  αδυναμία . Είμαστε αυτό που είμαστε: ιταλοί, γάλλοι, έλληνες ... είναι αυτό που κάνει την Ευρώπη να είναι αυτό που είναι. Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι ένας ευρωπαϊκός δήμος, αλλά ένας αυθεντικός διεθνισμός.
Ετσι, λοιπόν, είναι προφανές ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να μοιραστούμε. Και μπορούν  να οικοδομηθούν  και τα ανάλογα θεσμικά όργανα .

Είστε αισιόδοξος;

Παίρνω στα σοβαρά τον Γκράμσι. [Γέλια] Είμαι πολύ αισιόδοξος όταν βλέπω την ευρωπαϊκή νεολαία. Όταν  σκέφτομαι την Ελλάδα, συνειδητοποιώ ότι οι νέοι έχουν διανύσει μεγαλύτερη απόσταση  και είναι πιο μορφωμένοι και ενημερωμένοι  από όλες  τις  προηγούμενες γενιές. Είναι  καλύτεροι, από εμάς. Θα δούμε τι θα κάνει η νεολαία της Ευρώπης στο μέλλον. Σε αυτό είμαι σίγουρος.

(21 Ιουλίου 2017) 


[--->]

Δύο χρόνια μετά τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ



Η πρόσφατη επέτειος των δύο χρόνων από το δημοψήφισμα της 5 Ιουλίου 2015, σε συνδυασμό με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, δίνει την ευκαιρία για μια ψύχραιμη εκτίμηση της κατάστασης της χώρας. Οι κυβερνώντες επιδιώκουν να παρουσιάσουν μια εικόνα δραστικής βελτίωσης, επειδή εφαρμόζουν τα μνημόνια με «φιλικό» τρόπο προς τον λαό. Η παραδοσιακή μνημονιακή παράταξη, που έχει ιδεολογικά θριαμβεύσει, ουσιαστικά συμφωνεί με την πολιτική της κυβέρνησης, αλλά επιδίδεται σε κλασικού τύπου αντιπολίτευση με ρητορικές κοκορομαχίες. Η πραγματικότητα επί του εδάφους είναι σκληρή και για τη χώρα και το λαό της.
           
Το πρώτο μέρος αυτού του κειμένου εξετάζει τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές προοπτικές της Ελλάδας, οι οποίες παραμένουν δυσοίωνες. Το δεύτερο μέρος αναλύει το ταξικό περιεχόμενο της κρίσης και των μνημονίων. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια ιδιόμορφη θέση, όπου τα εργατικά και μικρομεσαία στρώματα έχουν σηκώσει το βάρος της κρίσης, αλλά και ο ελληνικός αστισμός έχει δεχθεί μεγάλα πλήγματα και βρίσκεται σε κατάσταση ιστορικής χρεοκοπίας. Η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει ανάγλυφα αυτή την ασταθή ταξική ισορροπία.


Ι. Η οικονομική, κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα

Οικονομική δυστοκία
Η εποχή της ραγδαίας συρρίκνωσης του ΑΕΠ και της εκτίναξης της ανεργίας έχει παρέλθει ήδη από το 2013. Τα μνημόνια σταθεροποίησαν τη Ελλάδα μέσα στην ΟΝΕ, αλλά παράλληλα δημιούργησαν συνθήκες αναπτυξιακής δυσπραγίας. Η χώρα έχει μπροστά της μια μακρά περίοδο με χαμηλή ανάπτυξη και συχνή επιστροφή στην ύφεση και τη στασιμότητα.

Πιο συγκεκριμένα, με την τελευταία αξιολόγηση, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να ασκήσει εξαιρετικά σκληρή λιτότητα μέχρι το 2022, και στη συνέχεια να επιβάλλει  σκληρή λιτότητα για δεκαετίες, ώστε να εξυπηρετείται το χρέος. Τα πλεονάσματα του 3,5% και 2%, αντιστοίχως, απαιτούν υψηλή φορολογία και περικοπές δαπανών. Οι υφεσιακές πιέσεις θα είναι ασφυκτικές, με αποτέλεσμα την υψηλή ανεργία για χρόνια. Θα υπάρξουν πλήθος αρνητικές παρενέργειες στις λιανικές πωλήσεις, στον εγχώριο κύκλο εργασιών της βιομηχανίας, στους μισθούς, τις συντάξεις και αλλού.

Η υφεσιακή πολιτική σε συνδυασμό με την προβληματική δομή της οικονομίας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Η Ελλάδα έχει τεράστιο έλλειμμα αποταμίευσης, το τραπεζικό της σύστημα είναι κατάφορτο με προβληματικά δάνεια και χωρίς ρευστότητα, η εκπαιδευμένη νεολαία της μεταναστεύει μαζικά και η ανταγωνιστικότητά της δεν έχει ανακάμψει επαρκώς. Υπάρχουν βιομηχανικοί κλάδοι που ήδη δεν μπορούν να βρουν ειδικευμένο προσωπικό και πληρώνουν ακριβούς μισθούς, μέσα σε περιβάλλον υψηλότατης ανεργίας.

Η  αναπτυξιακή δυσπραγία που δημιούργησαν τα μνημόνια είναι εμφανής στο ισοζύγιο πληρωμών. Η λιτότητα απάλειψε το τεράστιο έλλειμμα του 2008-9 συντρίβοντας τις εισαγωγές, αλλά δεν υπάρχει εξαγωγικός δυναμισμός. Μόλις η οικονομία σημειώσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ανεβαίνουν οι εισαγωγές και επανεμφανίζεται έλλειμμα, όπως ήδη συμβαίνει το 2017.

Η ιδέα ότι η προοπτική αυτή μπορεί να ανατραπεί από ένα κύμα ξένων επενδύσεων, με την προϋπόθεση να δημιουργηθεί «φιλικό περιβάλλον» με ιδιωτικοποιήσεις και απορρύθμιση των αγορών, δείχνει παντελή άγνοια και της παγκόσμιας αγοράς και της αναπτυξιακής πραγματικότητας. Η ταχύρρυθμη ανάπτυξη βασίζεται σε εγχώριες δυνάμεις και απαιτεί άρση της λιτότητας και βιομηχανική-αγροτική πολιτική. Με τις σημερινές συνθήκες η Ελλάδα θα έχει χαμηλή και ευμετάβλητη ανάπτυξη για δεκαετίες.

Κοινωνική ανισότητα
Οι κοινωνικές επιπτώσεις είναι ήδη άμεσα ορατές. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την κατανομή του εισοδήματος δείχνουν ότι η αναλογία του πλουσιότερου 20% προς το φτωχότερο 20% εκτινάχθηκε από 5,8 το 2009 στο 6,6το 2016, με την τελευταία αύξηση να συμβαίνει στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ. Για να γίνει η σύγκριση, το 2016 η αναλογία ήταν 3,6 στη Φινλανδία και 7,9 στη Βουλγαρία.

Η ραγδαία άνοδος της ανισότητας σημαίνει ότι όσοι βρίσκονται, για παράδειγμα, στο κατώτατο 5% της κατανομής, αντιμετωπίζουν ακόμη και το φάσμα της πείνας. Την ίδια στιγμή τα ανώτερα εισοδήματα, που δεν χτυπήθηκαν ουσιαστικά από την κρίση, έχουν αρχίσει και πάλι να επιδεικνύουν την άνεση και τον πλούτο τους. Μια σύντομη βόλτα στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων αρκεί για να το δείξει. Η συσσώρευση εκρηκτικού κοινωνικού υλικού θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, καθώς η ανεργία θα παραμείνει πολύ υψηλή και τα εισοδήματα θα δέχονται μεγάλες πιέσεις. 

Πολιτική κατάπτωση
Οι πολιτικές επιπτώσεις μεταφράζονται σε ένα τεράστιο κενό ανάμεσα στον ελληνικό λαό και στο πολιτικό του σύστημα. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία είναι κατά των μνημονιακών προγραμμάτων. Ο ελληνικός λαός δεν θέλει την πορεία που ακολουθεί η χώρα. Ταυτόχρονα όμως δεν εμπιστεύεται καμία δύναμη για να τον οδηγήσει σε άλλη κατεύθυνση, ιδίως αν προβλέπεται ρήξη με την ΟΝΕ και την ΕΕ. Πρόκειται για μια αντίφαση που σφράγισε τα χρόνια της κρίσης και έχει γίνει ακόμη εντονότερη μετά το 2015.

Η σημερινή Βουλή έχει πολύ χαμηλό επίπεδο και δεν εκφράζει το εκλογικό σώμα, το οποίο σε μεγάλο βαθμό απορρίπτει συλλήβδην την «επίσημη» πολιτική. Είναι διάχυτη η εντύπωση ότι, όχι μόνο δεν υπήρξε πολιτειακή εξυγίανση με τα μνημόνια, αλλά γιγαντώθηκαν νέα επιχειρηματικά συμφέροντα, μερικά πολύ κοντά στην κοινή Μαφία. Η απαξίωση της πολιτικής αντανακλά την υποχώρηση της δημοκρατίας και τη συστηματική παράκαμψη της λαϊκής βούλησης, όπως εμφανώς συνέβη με το δημοψήφισμα του 2015.

Η απόρριψη της πολιτικής, τέλος, επιτείνεται από την απώλεια εθνικής κυριαρχίας και τη γεωπολιτική αδυναμία της χώρας Δεν είναι μόνο η καταφανής αλαζονεία των δανειστών, αλλά και η νεόκοπη συμμαχία με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, την ισχυρότερη και επιθετικότερη χώρα της Ανατολικής Μεσογείου. Η χώρα έχει γίνει αποικία χρέους και παίζει επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια από θέση αδυναμίας.

Μια δομική και όχι κυκλική κρίση
Η γενικευμένη καθίζηση της Ελλάδας πήγασε από την κρίση που ξεκίνησε το 2008 και πήρε εκρηκτικές διαστάσεις μετά το 2010. Στην ελληνική Αριστερά, κυρίως στο ΚΚΕ, αλλά και στα «επίσημα» ΜΜΕ, υπάρχουν αρκετοί που ερμηνεύουν την κρίση με το παλαιομαρξιστικό σχήμα της πτώσης του ποσοστού κέρδους. Στη βάση αυτή υποτίθεται ότι τα μνημόνια θα επιφέρουν την καταστροφή μέρους του κεφαλαίου, ώστε να ανακάμψει η κερδοφορία, ιδίως του «μονοπωλιακού» κεφαλαίου κι έτσι θα ξεκινήσει ξανά δυναμικά η συσσώρευση.

Ελάχιστη σχέση έχει αυτό το αφηρημένο σχήμα με την εμπειρική και αναλυτική πραγματικότητα της παγκόσμιας κρίσης που ξέσπασε το 2007 και ακόμη λιγότερη με την ελληνική κρίση. Οι υποστηρικτές του εσφαλμένα νομίζουν ότι υπερασπίζονται το «δομικό» χαρακτήρα της κρίσης επειδή, υποτίθεται, ότι τη συνδέουν με την «υπερσυσσώρευση» στο πεδίο της παραγωγής και άρα «αποδεικνύουν» την ανάγκη ανατροπής του καπιταλισμού. Αποδίδουν στον εαυτό τους εύσημα επαναστατικότητας, ενώ στην πράξη χρησιμοποιούν τη θεωρία για να καλύψουν την αποχή τους από τη βαθύτατη αναταραχή που γνώρισε η χώρα μετά το 2010.

Η κρίση που βιώνει ο ελληνικός καπιταλισμός από το 2008 δεν οφείλεται στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, δεν είναι απόρροια «υπερσυσσώρευσης» και σίγουρα δεν είναι κυκλική. Είναι κρίση δομική και ιστορική που προήλθε από την απόφαση να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΕΕ και στην ΟΝΕ, η οποία οδήγησε σε στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης και υπερχρέωση ιδιωτική και δημόσια. Τα μέτρα που πάρθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν ήταν τα «συνηθισμένα» μέτρα που παίρνονται για την ανάκαμψη της κερδοφορίας και την επανέναρξη της συσσώρευσης. Ήταν ιστορικές τομές που άλλαξαν την ταξική δομή της ελληνικής κοινωνίας και τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και στην παγκόσμια οικονομία.

ΙΙ. Οι ταξικές επιπτώσεις της κρίσης

Ο ταξικός χαρακτήρας των μνημονίων
Η αντιμετώπιση της κρίσης έγινε με σχέδιο των δανειστών και στόχευσε κυρίως στη διατήρηση της χώρας εντός της ΟΝΕ, με αποφυγή στάσης πληρωμών στο χρέος, σκληρή λιτότητα, μειώσεις μισθών, ιδιωτικοποιήσεις και απορρύθμιση αγορών. Τα κύρια ταξικά επίδικα της κρίσης ήταν το ευρώ και το χρέος, όχι το ποσοστό κέρδους. Εκεί μετρήθηκε ο ριζοσπαστισμός όλων των πολιτικών δυνάμεων. Φάνηκε ποιος όντως απειλεί την ταξική κυριαρχία στην Ελλάδα και ποιος απλώς κάνει θεωρίες περί αυτής.

Οι ταξικές επιπτώσεις της αντιμετώπισης της κρίσης είναι εμφανείς. Το κόστος του σχεδίου των δανειστών, όπως ήταν αναμενόμενο, έπεσε κυρίως στην εργατική τάξη με την εκτίναξη της ανεργίας και την καταβαράθρωση των μισθών. Έπεσε επίσης πάνω στα μικρομεσαία στρώματα με την κατάρρευση της συνολικής ζήτησης και την υπερδιόγκωση της φορολογίας. Τα μνημόνια δημιούργησαν νέα πληβειακά στρώματα στη χώρα, χωρίς φωνή, χωρίς εκπροσώπηση και χωρίς κοινωνική οργάνωση. Πέρασαν σαν οδοστρωτήρας πάνω από την κοινωνία, μετατρέποντας τα εργατικά στρώματα σε άμορφη μάζα ανέργων και προλεταριοποιώντας τα μικρομεσαία στρώματα, χωρίς όμως να δημιουργούν τις απαραίτητες θέσεις εργασίας.

Τα αστικά στρώματα αποδέχθηκαν το σχέδιο των δανειστών και τους συνέδραμαν, εν μέρει γιατί το κόστος επωμίστηκαν κυρίως τα άλλα στρώματα. Αλλά καταστράφηκε μεγάλο μέρος της κεφαλαιακής τους συσσώρευσης, ενώ αποδυναμώθηκαν ιστορικά και οι τράπεζες και η βιομηχανία. Για να συνεχίσουν να συμμετέχουν στην ΟΝΕ, χωρίς να κάνουν στάση πληρωμών στο χρέος, τα αστικά στρώματα αποδέχθηκαν την περιθωριοποίησή τους, με σημαντική απώλεια ισχύος στην τοπική περιοχή, και τη μετατροπή τους σε υποχείριο των δανειστών.

Η χρεοκοπία του ελληνικού αστισμού
Η πλήρης αποδοχή της επικυριαρχίας των δανειστών από την πλευρά του ελληνικού αστισμού είναι άκρως αποκαλυπτική. Δεν πρέπει καταρχήν να ερμηνεύεται με παρωχημένους όρους από τη δεκαετία του 1970 και νωρίτερα περί «μεταπρατών» και, υποτίθεται, όχι «πραγματικών» καπιταλιστών. Ο ελληνικός βιομηχανικός τομέας ήταν σημαντικός, αλλά αποδέχθηκε την ένταξή στην ΕΕ που οδήγησε στη σταδιακή του συρρίκνωση και στην υπερδιόγκωση των υπηρεσιών, με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα. Αποδέχθηκε επίσης τη συμμετοχή στην ΟΝΕ που τελειωτικά κατέστρεψε την ανταγωνιστικότητα. Αποδέχθηκε, τέλος, την πολιτική των μνημονίων που συνέτριψαν τη βιομηχανική παραγωγή. Εκεί έπεσε το μεγάλο βάρος της προσαρμογής με την κατάρρευση (κυριολεκτικά) των επενδύσεων.

Εξίσου αποκαλυπτική για την εξέλιξη του ελληνικού αστισμού ήταν όμως και η πορεία των τραπεζών. Στη δεκαετία του 1990 και του 2000, καθώς τα απόνερα της παγκόσμιας χρηματιστικοποίησης έφτασαν και στη χώρα μας, οι ελληνικές τράπεζες επωφελήθηκαν από τη συμμετοχή στην ΕΕ και την ΟΝΕ για να εμφανιστούν ως σημαντικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια. Με το ξέσπασμα της κρίσης και την επιβολή των μνημονίων, την οποία στήριξαν ολόψυχα οι τράπεζες, τα πράγματα άλλαξαν άρδην. Σήμερα έχουν δραματικά συρρικνωθεί, ο διεθνής ρόλος τους είναι αμελητέος και οι προοπτικές τους εξαιρετικά δυσμενείς. Για να μείνουν στην ΟΝΕ και στην ΕΕ, αποδέχθηκαν την καταστροφή.

Η σημασία των μνημονίων για την ταξική δομή της Ελλάδας είναι λοιπόν σύνθετη. Από τη μια, οδήγησαν στη φτώχεια και κατέστρεψαν ευρύτατα λαϊκά στρώματα, μεγαλώνοντας την ανισότητα. Από την άλλη, τσάκισαν τη διεθνή παρουσία του ελληνικού αστισμού. Μετά τα μνημόνια η Ελλάδα ανήκει ανεπιστρεπτί στην περιφέρεια του Νότου της ΕΕ, μαζί με την Πορτογαλία και την Ισπανία. Πρόκειται για χώρες με αδύναμη βιομηχανία, χαμηλή παραγωγικότητα, και εξαγωγή ειδικευμένου εργατικού δυναμικού στο κέντρο. Η εξάρτησή τους από τη Γερμανία είναι μεγάλη.

Στην περίπτωση της Ελλάδας το επιπλέον άχθος του χρέους και τα χτυπήματα από τα μνημόνια τη μεταμόρφωσαν σε νεο-αποικία της Γερμανίας. Είναι η πλέον εξαρτημένη και αδύναμη χώρα της περιφέρειας του Νότου. Ο ελληνικός αστισμός έχει πλήρως αποδεχθεί αυτή την κατάσταση παρά τα τεράστια πλήγματα που δέχθηκε. Δεν βρήκε ποτέ το κουράγιο, ή τις δυνάμεις, να διαχωρίσει τη θέση του από τους δανειστές. Απεναντίας, συντάχθηκε μαζί τους και έντυσε την υποταγή του με την ιδεολογία του Ευρωπαϊσμού. Η ιστορική του χρεοκοπία και η απώλεια νομιμοποίησης της κατοχής της εξουσίας δεν έχουν αντίστοιχο στην Ευρώπη. Αυτό ακριβώς έκανε τις πολιτικές εξελίξεις από το 2010 και μετά τόσο επικίνδυνες.

Το ταξικό περιεχόμενο της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ
Υπάρχουν αρκετοί που αντιλαμβάνονται τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ ως απόδειξη του «πραγματικού» σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα του. Πρόκειται για φενάκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια μικρή οργάνωση της Αριστεράς η οποία κατόρθωσε να εκφράσει την οργή και την ελπίδα των στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας που σήκωσαν το βάρος της κρίσης. Νίκησε κερδίζοντας την πληβειακή ψήφο, κυρίως των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα. Η μετάλλαξη του δεν εκφράζει καθόλου κάποια (φαντασιακή) σοσιαλδημοκρατική στροφή που έγινε καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ πλησίασε και πήρε την εξουσία. Οι σοσιαλδημοκρατικές στροφές απαιτούν τη διαμόρφωση σοσιαλδημοκρατικών αιτημάτων από τα ίδια τα εργατικά και λαϊκά στρώματα. Γίνονται από κόμματα που έχουν οργανική σχέση με τα στρώματα αυτά. Στην Ελλάδα τα εργατικά και λαϊκά στρώματα ποδοπατήθηκαν από τα μνημόνια, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μόνο εκλογική σχέση μαζί τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκρυσταλλώνει τη σημερινή ασταθή ταξική ισορροπία της ελληνικής κοινωνίας. Ο θυμός των εργατικών και μικρομεσαίων σωμάτων συγκρούστηκε με την αβουλία και την υποταγή του αστισμού απορρίπτοντας τα μνημόνια, αλλά δεν είχε τη δύναμη να βάλει τη χώρα σε νέα πορεία. Δεν υπήρχε η αυτόνομη οργάνωση, η κοινωνική επιρροή και η καθαρότητα σκέψης,ώστε τα στρώματα αυτά να παίξουν το ρόλο του ηγέτη της κοινωνίας και του έθνους. Χτυπημένα από τον οδοστρωτήρα των μνημονίων ακούμπησαν πάνω στην εκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ με την ελπίδα της αλλαγής.

Ο ΣΥΡΙΖΑ νίκησε γιατί, πρώτον, είχε την πολιτική αντίληψη να ταυτιστεί με το κίνημα των Πλατειών και, δεύτερον, ο αρχηγός του είχε την πολιτική φιλοδοξία να κυβερνήσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε γιατί είχε τελείως εσφαλμένη πολιτική στρατηγική. Η ηγετική του ομάδα πίστευε ότι  η δημοκρατική νομιμοποίηση και ο υποτιθέμενος «κίνδυνος» που αντιπροσώπευε η Ελλάδα για την Ευρωζώνη θα ανάγκαζε τους δανειστές να κάνουν πίσω. Αντιμέτωποι με τους δανειστές, οι οποίοι μέσα στην ΟΝΕ είχαν πλήρη έλεγχο της ρευστότητας μέσω της ΕΚΤ, οδηγήθηκαν στην συντριβή και την άνευ όρων παράδοση. Η μετάλλαξη σε κυβερνητικό κόμμα εκφράζει απόλυτα τη μνημονιακή ταξική ισορροπία: τα αστικά στρώματα είναι πλήρως χρεοκοπημένα, αλλά τα λαϊκά στρώματα δε μπορούν να παίξουν ηγετικό ρόλο.

Οδηγός για άλλη πορεία
Δεν υπάρχει κανένα θετικό μάθημα από την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Τα συμπεράσματα που έχουν αξία αφορούν αυτά που δεν  πρέπει να κάνουν οι δυνάμεις που επιδιώκουν την ανάταξη της χώρας. Το αναντίρρητο συμπέρασμα είναι ότι πρόγραμμα ριζοσπαστικής αλλαγής υπέρ της εργασίας και κατά του κεφαλαίου είναι απολύτως αδύνατον μέσα στο θεσμικό πλαίσιο της ΟΝΕ και της ΕΕ, όπου κυριαρχούν απόλυτα οι δανειστές.

Η οικονομική και κοινωνική πολιτική που απαιτείται πρέπει να είναι η αντίθετη του ΣΥΡΙΖΑ. Οι επεξεργασίες υπάρχουν, με πρώτες αυτές του ΕΔΕΚΟΠ - Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής. Βραχυπρόθεσμα απαιτείται άρση της λιτότητας, με μείωση των φόρων και αύξηση των δημοσίων δαπανών, ιδίως για επενδύσεις, ώστε να τονωθεί η συνολική ζήτηση. Μακροπρόθεσμα απαιτείται βιομηχανική και αγροτική πολιτική, στηριγμένη στον δημόσιο τομέα και με δημόσιες τράπεζες, ώστε να υπάρξει ανάταξη της δομής της οικονομίας με τόνωση του βιομηχανικού τομέα και σχετική μείωση των υπηρεσιών.

Το πρόγραμμα αυτό είναι απολύτως ανέφικτο εντός της ΟΝΕ και χωρίς σύγκρουση με την ΕΕ. Είναι επίσης ανέφικτο χωρίς στάση πληρωμών στο χρέος με προοπτική διαγραφής μεγάλου μέρους του, μετά από λογιστικό έλεγχο και δημοκρατική ενημέρωση του ελληνικού λαού. Δεν υπάρχει κανένα τεχνικό μυστήριο και στα ζητήματα αυτά, τα οποία έχουν δουλευτεί από καιρό, και έχουν τεκμηριωθεί στις μελέτες του ΕΔΕΚΟΠ .

Αυτή ακριβώς είναι η προοπτική της ρήξης που θα χτυπήσει την καρδιά των επιλογών του ελληνικού αστισμού. Είναι προοπτική με ριζοσπαστικό κοινωνικό χαρακτήρα που επιτρέπει την αποκοπή από τη γερμανική ηγεμονία με εδραίωση της λαϊκής κυριαρχίας και την πρωτοκαθεδρία των λαϊκών στρωμάτων. Στη βάση αυτή μπορεί να υπάρξει διεύρυνση της δημοκρατίας, με ουσιαστική αντιπροσώπευση και συμμετοχή. Η πολιτειακή αλλαγή θα φέρει και την πολυπόθητη αλλαγή στη δημόσια διοίκηση με νέα κρατική δομή και νέο πνεύμα δημόσιας προσφοράς.


Το κύριο πρόβλημα παραμένει η δημιουργία ενός μετωπικού πολιτικού φορέα που μπορεί να υλοποιήσει την προοπτική αυτή. Σε επόμενες αναρτήσεις θα αναλυθεί η μορφή και το περιεχόμενο που θα πρέπει να έχει αυτός ο φορέας, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις σημερινές ανάγκες.

Κοιτώντας νηφάλια το Γιούρογκρουπ



            
Η απόφαση του Γιούρογκρουπ στις 15 Ιουνίου ξεκινάει με έξι παραγράφους που καλωσορίζουν τα σκληρά επιπλέον μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης ώστε να εξασφαλιστούν μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα. Το Γιούρογκρουπ δηλώνει πολύ ικανοποιημένο από τις «μεταρρυθμίσεις» που έχει ήδη κάνει η κυβέρνηση. Στο ίδιο πνεύμα κάνει παραινέσεις για αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και διαμόρφωση αναπτυξιακής στρατηγικής.

Οι επόμενες εννέα παράγραφοι περνούν στο κυρίως θέμα, δηλαδή το χρέος. Το Γιούρογκρουπ καλωσορίζει τη δέσμευση της Ελλάδας να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022, και κατόπιν 2%, ή λίγο παραπάνω, μέχρι το 2060. Δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα επιτευχθεί στα πλαίσια της συμφωνίας του Μαΐου 2016, δηλαδή με μια σειρά από μετριοπαθή μεσοπρόθεσμα μέτρα, όπως η ευνοϊκή αξιοποίηση των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα του 2014 και κυρίως η ευνοϊκή διαχείριση του επιτοκίου και της ωρίμανσης των χρεών της Ελλάδας προς τον EFSF.

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η σημασία της απόφασης για τη βιωσιμότητα,ας σημειωθεί ότι η Ελλάδα χρωστάει περίπου 130 δις στον EFSF. Με τις ήδη υπάρχουσες συμφωνίες, δεν χρειάζεται να γίνουν σοβαρές πληρωμές στο χρέος αυτό μέχρι το 2023 γιατί η χώρα έχει περίοδο χάριτος. Το επιτόκιο είναι επίσης πολύ χαμηλό. Το Γιούρογκρουπ, λοιπόν, στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων μέτρων, αποφάσισε να εξετάσει μια περαιτέρω επιμήκυνση των ωριμάνσεων από 0 έως 15 χρόνια, στη βάση πάντοτε της τεχνικής ανάλυσης που θα γίνει με το τέλος του προγράμματος το 2018. Αποφάσισε ακόμη ότι οι μελλοντικές πληρωμές προς το EFSF θα στηρίζονται σε κάποιο μηχανισμό που θα παίρνει υπόψη του την ανάπτυξη, και ο οποίος φυσικά θα συγκεκριμενοποιηθεί μετά την ολοκλήρωση του παρόντος προγράμματος το 2018. Και αυτό είναι το σύνολο των αποφάσεων για το χρέος – αλλά και της γενναιοδωρίας – του Γιούρογκρουπ.

Οι καταληκτικές τρεις παράγραφοι της ανακοίνωσης, τέλος, μας πληροφορούν ότι το ΔΝΤ είναι διαθέσιμο στη βάση αυτή να συμμετέχει στο πρόγραμμα, αλλά χωρίς χρηματοδότηση, και ότι οι δανειστές εγκρίνουν την εκταμίευση 8,5 δις ως μέρος του υπάρχοντος προγράμματος. Θα βοηθήσουν ακόμη ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να βγει στις αγορές με το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, άρα οι επόμενες εκταμιεύσεις του παρόντος προγράμματος θα πρέπει να στοχεύουν και στο σχηματισμό αποθεματικού ρευστότητας.

Το συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει είναι ότι η ελληνική πλευρά παραδόθηκε άνευ όρων στους δανειστές. Τα επιπλέον σκληρά υφεσιακά μέτρα που απαιτούσε το ΔΝΤ νομοθετήθηκαν και το Ταμείο ανακοίνωσε ότι δέχεται να συμμετέχει, αλλά χωρίς να ρισκάρει κεφάλαια. Η Ελλάδα πήρε μόνο γενικόλογες και αφηρημένες δηλώσεις προθέσεων (όχι υποσχέσεις) για ελάφρυνση των πληρωμών σε ένα μέρος του χρέους, μετά το 2023. Ακριβώς ό,τι επιδίωκε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Κατά την ανοδική του περίοδο, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε τις προηγούμενες κυβερνήσεις ότι μετέτρεψαν την Ελλάδα σε «αποικία χρέους». Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι δυστυχώς η πλέον υποτακτική. Δύσκολα θα βρει κανείς έστω και μια παραχώρηση ουσίας που μπόρεσε να εξασφαλίσει σε όλες τις διαπραγματεύσεις της με τους δανειστές. Η σύγκριση με τις υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα καθ’ οδόν προς την εξουσία είναι καταλυτική. Ο φλογερός ανατροπέας και «σκληρός διαπραγματευτής» αποδείχθηκε πειθαρχικός διαχειριστής των υποθέσεων της αποικίας.

Το μέλλον διαγράφεται δύσκολο. Τον Οκτώβριο αρχίζει η Τρίτη αξιολόγηση και το μαρτύριο του ελέγχου θα επαναληφθεί. Με την απόφαση του Γιούρογκρουπ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γίνουν δεκτά τα ελληνικά ομόλογα στην Ποσοτική Χαλάρωση. Αλλά ακόμη κι αν γίνουν, δεν έπεται ότι θα μπορέσει η χώρα να βγει στις αγορές με λογικό επιτόκιο, δεδομένου ότι η οικονομία της είναι σε κλωβό ύφεσης και το χρέος περίπου στο 180% του ΑΕΠ. Οι πληρωμές προς ξένους για το 2018 είναι μικρές – κάτω των 4 δις – αλλά για το 2019 είναι σημαντικές, υπερβαίνοντας τα 12 δις. Καθόλου απίθανο να χρειαστεί νέο πρόγραμμα – και νέο μνημόνιο – με το τέλος του παρόντος τον Αύγουστο του 2018.

Μακροπρόθεσμα η Ελλάδα έχει μπει για τα καλά σε πορεία παρακμής, με χαμηλή και ασταθή ανάπτυξη, υψηλή ανεργία, τεράστια ανισότητα και μετανάστευση της νεολαίας της στο εξωτερικό. Το μεγάλο κεφάλαιο, τα ανώτατα κοινωνικά στρώματα και το αποτυχημένο πολιτικό σύστημα έχουν αποδεχθεί την κατάπτωση της χώρας. Πρόκειται για απόλυτη ιστορική χρεοκοπία.

Η ελπίδα βρίσκεται στα εργατικά και λαϊκά στρώματα που μπορεί τώρα να σιγούν, αλλά δεν έχουν αποδεχθεί τη μοίρα που τους επιφυλάσσεται. Από εκεί θα έρθει η ανάκτηση της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας. Έχει απόλυτη σημασία να συνοδεύεται από βαθιά κοινωνική ανατροπή, υπέρ της εργασίας και κατά του κεφαλαίου.