Ιδού η «απάτη» της εσωτερικής υποτίμησης


Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που δημοσιεύει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, τα οποία αποδεικνύουν ότι την περίοδο 2010-2016 η περιβόητη εσωτερική υποτίμηση, με τη ραγδαία πτώση των μισθών, όχι μόνο δεν έφερε πτώση τιμών και αύξηση της ανταγωνιστικότητας, όπως διαχρονικά υποστήριζαν δανειστές και κυβερνήσεις, αλλά εκτόξευσε τα περιθώρια κέρδους της βιομηχανίας, ενώ αποτέλεσε και «ευκαιρία» για εκτεταμένες διαδικασίες εκκαθάρισης των πιο αδύναμων κεφαλαίων της μεταποιητικής βιομηχανίας.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στη μεταποίηση η πτώση του δείκτη τιμών στο σύνολο της περιόδου 2010-2016 δεν υπερέβη το 3%, ενώ η μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ανήλθε σε 37,5%(!), τόσο εξαιτίας των μεγάλων μειώσεων στις τρέχουσες αποδοχές όσο και χάρη στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.
Στη δε ευρύτερη βιομηχανία, εκτός οικοδομών και άλλων κατασκευών, στην οποία εκτός από τη μεταποίηση περιλαμβάνονται τα ορυχεία και μεταλλεία, η παραγωγή ενέργειας και ο κλάδος της ύδρευσης, της αποχέτευσης και διαχείρισης απορριμμάτων, ο δείκτης τιμών αυξήθηκε κατά 4,2% έναντι μείωσης 29,1% του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Εξαίρεση αποτελούν οι κλάδοι της οικοδομής και των υπηρεσιών, στους οποίους η μείωση των μισθών συμβαδίζει ως ένα βαθμό με τη μείωση των τιμών.
 Σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ (Κείμενο Πολιτικής 15/Ιανουάριος 2018), με τίτλο «Κόστος εργασίας και περιθώρια κέρδους στα χρόνια των μνημονίων», την οποία υπογράφει ο Ηλίας Ιωακείμογλου, τα έτη 2010-2016, ασκήθηκε στην Ελλάδα μια πολιτική εσωτερικής υποτίμησης (ή ανταγωνιστικού αποπληθωρισμού), της οποίας ο διακηρυγμένος στόχος ήταν η γενική μείωση των τιμών των εγχώριων αγαθών και υπηρεσιών έναντι των αντίστοιχων τιμών στις ανταγωνίστριες χώρες. Η πολιτική αυτή κρίθηκε αναγκαία διότι η ελληνική οικονομία δεν διέθετε την ανταγωνιστικότητα που θα της επέτρεπε να διατηρεί ισοσκελισμένο εξωτερικό ισοζύγιο.
Για να εκκινήσει και να επιταχυνθεί η διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης, οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανισμοί επέβαλαν μια πρωτοφανή για περίοδο ειρήνης μείωση των μισθών ‒όχι μόνο των πραγματικών, αλλά και των ονομαστικών‒ είτε απευθείας με διοικητικά μέτρα είτε μέσω της παρατεταμένης και βαθιάς ύφεσης είτε με διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας.
Από τη θεωρία στην… πράξη 
Η θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης προβλέπει ότι οι μειώσεις του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (που επιτυγχάνονται με μια πολιτική μείωσης του προϊόντος και συνακόλουθης αύξησης της ανεργίας) μετατρέπονται σε μειώσεις των εγχώριων τιμών, εάν όχι εξ ολοκλήρου, σε μεγάλο βαθμό, και σε κάθε περίπτωση σε βαθμό ικανό να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα.
Στα δεδομένα που εμφανίζονται στο Διάγραμμα 2, στο οποίο φαίνονται για κάθε τομέα παραγωγής το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και ο αντίστοιχος δείκτης τιμών (πιο συγκεκριμένα ο αποπληθωριστής της προστιθέμενης αξίας) για την περίοδο της εσωτερικής υποτίμησης (2010-2016), διακρίνονται καθαρά δύο περιπτώσεις:

  1. ·        Στην πρώτη περίπτωση, του τομέα των υπηρεσιών και του τομέα των οικοδομών και άλλων κατασκευών, οι εγχώριες τιμές ακολούθησαν πλήρως τις μειώσεις του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
  2. ·        Στην δεύτερη περίπτωση, είτε της μεταποιητικής βιομηχανίας είτε της ευρύτερης βιομηχανίας (εκτός οικοδομών και άλλων κατασκευών), οι εγχώριες τιμές δεν ακολούθησαν τη ραγδαία μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας: Στη μεν μεταποίηση, η πτώση του δείκτη τιμών στο σύνολο της περιόδου δεν υπερέβη το 3%, ενώ η μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ανήλθε σε 37,5%, τόσο εξαιτίας των μεγάλων μειώσεων στις τρέχουσες αποδοχές όσο και χάρη στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Στη δε ευρύτερη βιομηχανία, εκτός οικοδομών και άλλων κατασκευών, στην οποία εκτός από τη μεταποίηση περιλαμβάνονται τα ορυχεία και μεταλλεία, η παραγωγή ενέργειας και ο κλάδος της ύδρευσης, της αποχέτευσης και διαχείρισης απορριμμάτων, ο δείκτης τιμών αυξήθηκε κατά 4,2% έναντι μείωσης 29,1% του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.

Επομένως, ενώ στον τομέα των οικοδομών και άλλων κατασκευών καθώς και στον τομέα των υπηρεσιών οι τιμές μειώθηκαν κατ’ αναλογία των μειώσεων του μοναδιαίου κόστους εργασίας, αυτό δεν συνέβη στον τομέα της βιομηχανίας. Είτε πρόκειται για τη μεταποιητική βιομηχανία είτε για την ευρύτερη βιομηχανία εκτός οικοδομών και άλλων κατασκευών, υπήρξε απλώς ραγδαία υποχώρηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και η υποχώρηση αυτή δεν μεταβιβάστηκε στις τιμές. Ως αποτέλεσμα, αντί του προβλεπόμενου ανταγωνιστικού αποπληθωρισμού, στην περίπτωση της βιομηχανίας πλην κατασκευών, υπήρξε αύξηση των περιθωρίων κέρδους.

Ευκαιρία… εκκαθαρίσεων στη μεταποιητική βιομηχανία
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης απέτυχε ιδιαίτερα στη μεταποιητική βιομηχανία, δηλαδή σε εκείνο τον τομέα της οικονομίας όπου παρουσιάστηκαν οι μεγαλύτερες μειώσεις του μοναδιαίου κόστους εργασίας.

Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 3, η θεαματική μείωση κατά 37,5% του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος οφείλεται μεν στη μείωση κατά 21,8% της μέσης τρέχουσας αμοιβής εργασίας (στο σύνολο της περιόδου 2010-2016) αλλά οφείλεται και στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 25,1% την ίδια περίοδο. Η δε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες μικρής μείωσης της παραγωγής, και επομένως προήλθε από μείωση της απασχόλησης: Ο αριθμός των μισθωτών περιορίστηκε κατά περίπου 70 χιλιάδες άτομα μεταξύ 2010 και 2016, ενώ ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων κατά περίπου 40 χιλιάδες. Οι αυτοαπασχολούμενοι της μεταποιητικής βιομηχανίας είναι σε μεγάλο βαθμό «αυτοαπασχολούμενοι που απασχολούν προσωπικό», δηλαδή εργοδότες μικρών επιχειρήσεων.

Αυτά τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι υπήρξαν εκτεταμένες διαδικασίες εκκαθάρισης των πιο αδύναμων κεφαλαίων της μεταποιητικής βιομηχανίας, είτε με την παύση λειτουργίας μικρών επιχειρήσεων (γεγονός που υποδεικνύει η μεγάλη μείωση του αριθμού των αυτοαπασχολούμενων με προσωπικό) είτε με παύση λειτουργίας τμημάτων επιχειρήσεων, με συγχωνεύσεις τμημάτων και με άλλες αναδιαρθρώσεις που εξοικονομούν εργασία (από όπου προέρχεται η μείωση της μισθωτής απασχόλησης κατά περίπου 70 χιλιάδες άτομα).







Το μέσο περιθώριο κέρδους στη μεταποιητική βιομηχανία αυξήθηκε κατά 56%!
 Τα παραπάνω στοιχειοθετούν την άποψη ότι η μεταποιητική βιομηχανία διήλθε κατά τα χρόνια της εσωτερικής υποτίμησης από περίοδο αμυντικής αναδιάρθρωσης, δίχως να επιδιώξει αύξηση των πωλήσεών της μέσω μείωσης των τιμών των προϊόντων της, επομένως χωρίς αύξηση του προϊόντος της αλλά με αύξηση της κερδοφορίας της. Αυτή η εκτίμηση ενισχύεται από τα στοιχεία του μέσου περιθωρίου κέρδους στους βασικούς παραγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.


Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4, το μέσο περιθώριο κέρδους στη μεταποιητική βιομηχανία (υπολογισμένο με βάση το κόστος εργασίας) αυξήθηκε κατά 56% στην υπό εξέταση περίοδο, ενώ παρέμεινε πρακτικά αμετάβλητο στον τομέα των υπηρεσιών και μειώθηκε στον τομέα των οικοδομών και άλλων κατασκευών.

Στο Διάγραμμα 5 φαίνεται το μέσο περιθωρίου κέρδους, όχι μόνο με βάση το κόστος εργασίας αλλά και με βάση τις συνολικές δαπάνες για μισθοδοσία και για ενδιάμεσες αναλώσεις (πρώτες ύλες και υπηρεσίες που αγόρασαν οι επιχειρήσεις). Ανεξάρτητα από τον τρόπο υπολογισμού του μέσου περιθωρίου κέρδους, επιβεβαιώνεται ότι η μεταποιητική βιομηχανία δεν στράφηκε σε μια πολιτική επιθετικής αναδιάρθρωσης που θα αποσκοπούσε στη διεύρυνση των μεριδίων της στις αγορές του εξωτερικού αλλά σε μια πολιτική αύξησης των περιθωρίων κέρδους επί του ίδιου αμετάβλητου όγκου παραγωγής.
 

Τα κέρδη δεν πήγαν σε επενδύσεις

Το τι απέδωσε αυτή η πολιτική της αύξησης της κερδοφορίας φαίνεται στο Διάγραμμα 6: Κατακόρυφη αύξηση παρουσίασαν, στη διάρκεια εφαρμογής της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, τρεις δείκτες κερδοφορίας, δηλαδή το μέσο περιθώριο κέρδους ως προς το κόστος εργασίας και ενδιάμεσων αναλώσεων (στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε παραπάνω), το μερίδιο των κερδών στην καθαρή προστιθέμενη αξία, και ο κυριότερος δείκτης κερδοφορίας, που είναι η απόδοση κεφαλαίου (δηλαδή το κέρδος προ φόρων, μετά τις αποσβέσεις ως ποσοστό του καθαρού κεφαλαιακού αποθέματος σε τιμές αντικατάστασης).
 

Η εκτίμηση ότι η μεταποιητική βιομηχανία κατά τα έτη 2010-2016 περιορίστηκε σε μια πολιτική αμυντικής αναδιάρθρωσης ενισχύεται περαιτέρω από το γεγονός ότι δεν μετέτρεψε τα κέρδη της περιόδου σε επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 7, η εξέλιξη της κερδοφορίας (που αναφέρεται στο διάγραμμα ως απόδοση παγίου κεφαλαίου) έρχεται σε έντονη αντίθεση με την εξέλιξη των ακαθάριστων και των καθαρών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στη μεταποιητική βιομηχανία: ενώ η κερδοφορία παρουσίασε αλματώδη αύξηση, οι καθαρές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ήταν αρνητικές από το 2012 έως το 2015, που σημαίνει ότι συρρικνώθηκε το παραγωγικό δυναμικό της μεταποίησης. Η φάση αποεπένδυσης στη μεταποιητική βιομηχανία φαίνεται ότι έληξε το 2016, αν και η βελτίωση είναι δυσδιάκριτη στα στοιχεία (Διάγραμμα 7).
 


Πρόκειται για το όνομα ή για μια ακόμη υπεργολαβία;

Η διαφορά αυτής της κυβέρνησης απ’ όλες τις προηγούμενες βρίσκεται στην ενεργητικότητα με την οποία προωθεί τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή, που ξεπερνά κατά πολύ τα όρια της παραδοσιακής υποτέλειας. Ταυτοχρόνως είναι εκπληκτική η αδιαφορία τους για τις επιπτώσεις της πολιτικής τους στην ειρήνη και στα συμφέροντα του λαού.

Του Γιάννη Ραχιώτη

Οι κ.κ Κοτζιάς και Τσίπρας κομπάζουν ότι θα λύσουν» το πρόβλημα του ονόματος της ΠΓΔΜ , όπως δεν έκαναν όλες οι προηγούμενες Ελληνικές κυβερνήσεις από το 1990. Τα παπαγαλάκια τους στα ΜΜΕ διευκρινίζουν ότι «επείγει» το ζήτημα, για να μπορέσει η ΠΓΔΜ να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ τον ερχόμενο Ιούλιο. Όμως η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, από τη σκοπιά των ελληνικών συμφερόντων αλλά και των συμφερόντων των βαλκανικών λαών κάθε άλλο παρά επείγει. Ατυχώς, το δίδυμο Κοτζιά – Τσίπρα φαίνεται να απασχολείται απλά με την εξεύρεση του κατάλληλου προσχήματος για άρση του βέτο, δηλαδή του ορίου που δεν ξεπέρασε ακόμη και το δίδυμο Καραμανλή – Μπακογιάννη. Οι συνέπειες για την ειρήνη στα Βαλκάνια από την ύπαρξη κρατικής οντότητας με όνομα ταυτόσημο με το όνομα περιοχών δύο άλλων όμορων κρατών, μάλλον τους αφήνουν αδιάφορους.

Το επιχείρημα ότι η ΠΓΔΜ είναι πολύ ανίσχυρη για να απειλήσει οποιονδήποτε είναι τυπικά σωστό αλλά δεν παίρνει υπ’ όψη την πάγια πολιτική των δυτικών δυνάμεων που είναι η διάσπαση των κρατών σε ανίσχυρα κρατίδια-πελάτες. Στην καθόλου απίθανη περίπτωση διάσπασης της ΠΓΔΜ και προσάρτησης του αλβανόφωνου τμήματος στην Αλβανία, τότε θα ανοίξουν στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία – με την κατάλληλη δυτική μόχλευση- ζητήματα που σήμερα φαίνονται εκτός συζήτησης…

Όλες οι μετεμφυλιακές ελληνικές κυβερνήσεις γνώριζαν ότι για να διατηρηθούν στην κυβέρνηση πρέπει να υπακούουν στον Αμερικανό πρέσβη. Από το 1980 και μετά, για τα οικονομικά ζητήματα, και στο ευρωπαϊκό διευθυντήριο. Η διαφορά αυτής της κυβέρνησης απ’ όλες τις προηγούμενες βρίσκεται στην ενεργητικότητα με την οποία προωθεί τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή, που ξεπερνά κατά πολύ τα όρια της παραδοσιακής υποτέλειας. Ταυτοχρόνως είναι εκπληκτική η αδιαφορία τους για τις επιπτώσεις της εξωτερικής τους πολιτικής στην ειρήνη και στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του ελληνικού λαού.

Συμμαχίες με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις 
Στα τρία χρόνια που κυβερνούν, μετέτρεψαν τη χώρα στο στενότερο και πιο δραστήριο σύμμαχο του Ισραήλ μετά τις ΗΠΑ. Έχουν συνυπογράψει 49 μυστικές συμφωνίες, οι περισσότερες στρατιωτικές. Δεν περνάει μήνας χωρίς μια επίσκεψη Ισραηλινού κυβερνητικού στελέχους στην Ελλάδα ή Έλληνα στο Ισραήλ.
 Θεσμοθετήθηκε ακόμη και κοινό υπουργικό συμβούλιο, οι διασκέψεις κορυφής και οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις είναι μακράν περισσότερες από όσες είχαμε ποτέ με οποιαδήποτε άλλη χώρα. Επέβαλαν την ίδια πολιτική και στην Κύπρο. Μετέτρεψαν τη χώρα στον μοναδικό, εκτός ΗΠΑ και Ισραήλ, υποστηρικτή του δικτάτορα της Αιγύπτου Αλ Σίσι.

 Η στήριξη εξελίχθηκε και σε στρατιωτική συνεργασία. Το φτηνό πρόσχημα του κ Κοτζιά για τη στήριξη αυτής της αιμοβόρας δικτατορίας είναι ότι αν πέσει …θα αυξηθεί η μετανάστευση Αιγυπτίων στην Ευρώπη.
 Είναι ίσως η μοναδική κυβέρνηση του κόσμου που νομιμοποιεί με επισκέψεις σε ανώτατο επίπεδο τα ανδρείκελα που επέβαλαν οι δυτικοί με πραξικόπημα στην Ουκρανία και με πόλεμο στη Λιβύη: Ο Τσίπρας επισκέφθηκε τον Ποροσένκο και ο Κοτζιάς και αργότερα ο πρωθυπουργικός εξάδελφος, τότε γ.γ. του ΥΠΕΞ ,τη μιλίτσια που οι δυτικοί ονοματίζουν «κυβέρνηση» στη Λιβύη.

Τη βδομάδα που πέρασε εγκαινίασαν με συνάντηση κορυφής νέα τριμερή συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ιορδανίας. Να μην ξεχνάμε ότι η Ιορδανία είναι και αυτή προτεκτοράτο των ΗΠΑ και τη χρησιμοποιούν σα βάση εξόρμησης για τα στρατεύματά τους που έχουν καταλάβει μεγάλα τμήματα του συριακού εδάφους και για την εκπαίδευση των Αράβων πληρεξουσίων τους.

Ήδη έχουν ανακοινώσει πρωτοβουλία ενισχυμένης συνεργασίας και με την Κολομβία (!), το αντίστοιχο του Ισραήλ στη Λατινική Αμερική, ενέργεια που θα υπονομεύσει όποιες δυνατότητες συνεργασίας έχουν απομείνει με άλλες χώρες τις Λατινικής Αμερικής. Φυσικά έχουν φέρει τις σχέσεις μας με χώρες-στόχους των Δυτικών στο χειρότερο επίπεδο όλων των εποχών.

Ειδικά με τη Ρωσία κάνουν κάθε τόσο και μια προβοκάτσια για να υποβαθμίσουν ακόμη περισσότερο τις διακρατικές σχέσεις. Τελευταία, η ματαίωση της ελληνορωσικής διυπουργικής συνόδου στη Μόσχα με θέμα την άρση των ρωσικών αντι-κυρώσεων σε ορισμένα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, μετά την εξωφρενική απαίτηση να μη συμμετέχουν στην ρωσική αντιπροσωπεία στελέχη καταγόμενα από την Κριμαία!

Στην επίσκεψη του περασμένου Οκτώβρη στις ΗΠΑ έδωσαν πρόθυμα ότι επιπλέον τους ζήτησαν: βάση αμερικανικών ελικοπτέρων στην Αλεξανδρούπολη, χρήση του λιμανιού της από το αμερικανικό πολεμικό Ναυτικό, νέα βάση στην Κάρπαθο, διεύρυνση της βάσης της Σούδας. Αυτή θα είναι η ελληνική συμμετοχή στη στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας που αποφασίστηκε στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία το 2016. Ο κίνδυνος εμπλοκής της χώρας σε μια μείζονα αμερικανορωσική σύγκρουση φυσικά τους είναι αδιάφορος.

Διατεταγμένες υπεργολαβίες με Τουρκία και ΠΓΔΜ
Στο ίδιο ταξίδι φαίνεται ότι συμφώνησαν δύο ακόμη υπεργολαβίες. Η μία εκτελέστηκε ήδη: Να προσκληθεί ο Ερντογάν στην Αθήνα, όχι βέβαια γιατί είχε ωριμάσει η επίλυση κάποιας ελληνοτουρκικής διαφοράς, αλλά για να προωθηθεί η αναθέρμανση των τουρκικών σχέσεων με τη Δύση που έχουν παγώσει μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και τη χρήση των Κούρδων παραστρατιωτικών σαν πληρεξουσίων των ΗΠΑ-Ισραήλ στη Συρία.

 Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το –ακροδεξιό, νεοφιλελεύθερο, όχι απλά αυταρχικό– τουρκικό καθεστώς, πέρα από τις κατά καιρούς αντιαμερικανικές ή αντιδυτικές κορώνες, ποτέ δεν αμφισβήτησε τη θέση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.

 Μετά την Αθήνα η προσπάθεια συνεχίστηκε με την επίσκεψη Ερντογάν στη Γαλλία , τις συναντήσεις Τσαβούσογλου – Τίλερσον, του Τούρκου αρχηγού ΓΕΕΘΑ με τον Αμερικανό ομόλογό του, την προσεχή συνάντηση Ερντογάν με τον Πάπα κοκ.

Η δεύτερη υπεργολαβία είναι αυτή που διεκπεραιώνεται τώρα: Να βρεθούν τα αναγκαία προσχήματα για την άρση του ελληνικού βέτο και την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Την ένταξη προφανώς θα ακολουθήσει αμέσως η εγκατάσταση ΝΑΤΟικής ή αμερικανικής βάσης κατά τα πρότυπα του Κοσσόβου ώστε να εξασφαλιστεί ο πλήρης στρατιωτικός και πολιτικός έλεγχος της χώρας και να αποτραπεί οποιαδήποτε προσπάθεια μελλοντικής επανασύνδεσης με τη Σερβία. 

Μετά από χρόνια ωμών εκβιασμών συνδυασμένων με τη δημιουργία κατάλληλης υποδομής, μέσω των ΜΚΟ, που έστησε εκεί ο μηχανισμός του Σόρος κατάφεραν τελικά να επιβάλουν μια απολύτως ελεγχόμενη κυβέρνηση. Το επείγον έγκειται στην αστάθεια της, αφού στηρίζεται στην αλβανική μειονότητα που έχει προφανώς διαφορετικές στοχεύσεις από τη σλαβική πλειοψηφία του πληθυσμού. 

Γι’ αυτό επείγονται να αξιοποιήσουν την ευκαιρία που τους εξασφαλίζει προσωρινά η ύπαρξη δύο απολύτως ελεγχόμενων κυβερνήσεων στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ.

 Στη σημερινή συγκυρία όποια «επίλυση» συμφωνηθεί, αν συμφωνηθεί, από τις ΗΠΑ και τους ανθρώπους τους στις δύο χώρες θα κάνει τα πράγματα χειρότερα για τα Βαλκάνια και θα μας φέρει πιο κοντά στους επόμενους πολέμους.

 Αν πρέπει να κινητοποιηθεί για κάτι ο ελληνικός λαός σήμερα είναι κατά της ηγεσίας του, κυβερνητικής και αντιπολιτευόμενης, που μόνο χειρότερα μπορούν να κάνουν τα πράγματα. Οι «γιέσμεν» δεν μπορούν να δώσουν λύση στα προβλήματα της Βαλκανικής.