Το 'θάρρος των πολιτών' του Βίσμαρκ στην ελληνική κρίση

Ο καγκελάριος Βίσμαρκ είναι γνωστός για τις αποστροφές του που συχνά-πυκνά χρησιμοποιούν με στόμφο και Έλληνες πολιτικοί, όπως την υποτιθέμενη ρήση του για τους ‘τρεις καθηγητές που αρκούν για να καταστρέψουν τη χώρα’. Και ο γράφων έχει βρεθεί αντιμέτωπος με την εξυπνάδα αυτή από ανθρώπους που το αναγνωστικό τους εύρος είναι στην καλύτερη περίπτωση συλλογές ρήσεων μεγάλων ανδρών. Υπάρχει όμως μια αποστροφή του Βίσμαρκ που έχει θαυμαστή εφαρμογή στη χώρα μας και αναφέρεται στο Zivilcourage, δηλαδή το ‘θάρρος των πολιτών’, ή ίσως το ‘ηθικό θάρρος’. Το 1864 ο Βίσμαρκ αποδοκιμάστηκε στο πρωσικό κοινοβούλιο για μια παρατήρηση που έκανε και συγγενής του που ήταν παρών φέρεται να του είπε: ‘Είχατε δίκιο σ’ αυτό που είπατε, αλλά δε λεγόταν δημόσια’. Η απάντηση του Βίσμαρκ ήταν: ‘Αν έχετε αυτή τη γνώμη, έπρεπε να με είχατε υποστηρίξει. Αλλά συμβαίνει συχνά σε ευυπόληπτους πολίτες να μην έχουν το ‘θάρρος των πολιτών’’.

Το ΄θάρρος των πολιτών’ είναι απαραίτητο στοιχείο για τη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας - εμπόδιο στην άσκηση ανεξέλεγκτης εξουσίας και ανάχωμα στην εμφάνιση αυταρχισμού. Δεν είναι προφανώς το ίδιο με το στρατιωτικό θάρρος, ούτε με το θάρρος που απαιτείται για να σταθεί κανείς αντιμέτωπος σε μια δικτατορία, ή σε ένα φασιστικό κίνημα. Είναι μάλλον το θάρρος να διατυπώνει ευθέως αυτό που πολλοί πιστεύουν και σκέφτονται, αλλά δεν τολμούν να το πουν γιατί φοβούνται την εναντίωση με το κοινά αποδεκτό. Είναι το αντίθετο από αυτό που στα ελληνικά λέμε ‘δε θα βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα’.

Το ΄θάρρος των πολιτών’ πρέπει καταρχήν να το έχουν οι πνευματικοί και κοινωνικοί ταγοί, οι οποίοι είναι κατά τεκμήριο καλύτερα ενημερωμένοι και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, είτε με το λόγο τους, είτε με τις πράξεις τους. Πρέπει επίσης να το έχουν οι μετέχοντες στην πολιτική ζωή γιατί η στοιχειώδης λειτουργία της αστικής δημοκρατίας βασίζεται στην ανοιχτή ανταλλαγή απόψεων – έτσι επικράτησε ιστορικά απέναντι στα απολυταρχικά καθεστώτα. Μέχρι το σημείο αυτό δεν είμαστε πολύ μακριά από τους ‘ευυπόληπτους πολίτες’ του Βίσμαρκ. Στις ώριμες αστικές κοινωνίες όμως, όπου τα λαϊκά στρώματα έχουν βαρύνουσα παρουσία, το ‘θάρρος των πολιτών’ πρέπει να παίρνει και μορφή που να εκφράζεται από θεσμούς ‘της βάσης’, όπως τα εργατικά σωματεία, ή οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τα πολιτικά κόμματα. Ένας από τους ιστορικούς ρόλους της Αριστεράς, για παράδειγμα, με καταλυτική σημασία για τη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας, είναι να λέει αυτά που πολλοί γνωρίζουν αλλά δεν ομολογούν.

Στα χρόνια της κρίσης φάνηκε ότι το ‘θάρρος των πολιτών’ ήταν και παραμένει είδος εν ανεπαρκεία στη χώρα μας. Η δημόσια συζήτηση βασίστηκε στον ακατάσχετο αναμηρυκασμό του ‘είπα – είπες – είπε’, με ατελείωτα προγράμματα στην τηλεόραση, παράθυρα και κουβέντες για την κρίση. Καίριος και ο ρόλος των εκπροσώπων τύπου των κομμάτων, με προβολή πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Η πολυλογία και οι λεκτικές κοκκορομαχίες δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να συγκαλύπτουν την έλλειψη ‘θάρρους των πολιτών’. Ήταν κατά κανόνα εντός του ‘αποδεκτού’ πλαισίου, με εξαιρετικά αυστηρούς κανόνες για το τι μπορεί να ειπωθεί δημόσια και τι όχι. Η κατάσταση δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει, παρά τις βαθιές πολιτικές μεταβολές των τελευταίων χρόνων.

Να τονίσω, επ’ ευκαιρία, ότι ‘θάρρος των πολιτών’ δε χρειάζεται να έχουν ιδιαίτερα οι δημοσιογράφοι, η κύρια δουλειά των οποίων είναι να μεταφέρουν με εντιμότητα τα γεγονότα και τις απόψεις άλλων. Στη χώρα μας υπάρχει το παράδοξο να έχουν ορισμένοι δημοσιογράφοι εξαιρετική ισχύ στη διαμόρφωση του κοινά ‘αποδεκτού’ εκφέροντας απροκάλυπτα τη δική τους γνώμη ως είδηση, ή ως αυταπόδεικτη αλήθεια. Αναμφίβολα οφείλεται στο καθεστώς ιδιοκτησίας των ΜΜΕ, αλλά με μια ευρύτερη έννοια δεν είναι παρά αντανάκλαση της γενικότερης έλλειψης ‘θάρρους των πολιτών’. Αν αυτό υπήρχε, η δημόσια συζήτηση θα ήταν πολύ πιο ουσιαστική και η γνώμη των μεγαλοδημοσιογράφων, οι οποίοι είναι εξ ορισμού ετερόφωτοι, θα είχε πολύ μικρότερο αντίκτυπο.

Τους μήνες που έρχονται θα πρέπει για μια ακόμη φορά να ληφθούν αποφάσεις τεράστιας σημασίας για θέματα όπως η αναδιάρθρωση του χρέους, η διαμόρφωση δημοσιονομικής πολιτικής που επιτέλους θα βοηθάει την ανάπτυξη, η μείωση της ανεργίας, η αντιμετώπιση της ανισότητας, η παροχή επαρκών τραπεζικών  πιστώσεων στην οικονομία, η τόνωση των επενδύσεων και πολλά άλλα. Τον πρώτο λόγο θα έχει φυσικά η κυβέρνηση. Καθοριστικός παράγοντας όμως θα είναι η δράση της κοινωνίας που θα εξαρτηθεί από την πληροφόρηση και τη δημόσια συζήτηση. Ατυχώς οι όροι της παραμένουν εξαιρετικά προβληματικοί.

Ένα παράδειγμα αρκεί για να φανεί το πρόβλημα. Πως θα ληφθούν αποφάσεις για την πολιτική ανάπτυξης όταν δεν ομολογείται ανοιχτά πως η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος κατά τη διάρκεια της κρίσης συνιστά σκάνδαλο; Δεν αναφέρομαι απλώς στα μυθώδη ποσά που δανείστηκε ο ελληνικός λαός για να διασωθεί η ατομική ιδιοκτησία και η ιδιωτική διοίκηση των τραπεζών. Δεν έχω καν στο μυαλό μου την ανυπαρξία πιστώσεων που πνίγει την ελληνική οικονομία. Αυτό που πραγματικά δείχνει την έλλειψη ‘θάρρους των πολιτών’ είναι η μη αναφορά στο σκάνδαλο της υπερσυγκέντρωσης των τραπεζών που επιτελέστηκε με αδιαφανή τρόπο κι έχει φέρει στο επίκεντρο των πιστωτικών πραγμάτων ανθρώπους και εταιρείες που κανείς δε θα φανταζόταν το 2010. Δεδομένης της ισχύος των τραπεζών και της διείσδυσής τους στην παραγωγή, πρόκειται για εξέλιξη άκρως αρνητική για την πορεία της οικονομίας και της κοινωνίας. Ο διεθνής τύπος έχει ήδη κάνει τεκμηριωμένες αναφορές στο ζήτημα. Στην Ελλάδα τηρείται σιγή ιχθύος ακριβώς απ’ αυτούς που όφειλαν να φέρουν το θέμα στο προσκήνιο – δημοσιογράφους, οικονομολόγους, πολιτικούς όλων των αποχρώσεων.

Η κουλτούρα μιας χώρας δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη. Δεν θα υπάρξει ξαφνική κρίση παρρησίας στους έχοντες και κατέχοντες, ούτε πρόκειται να εμφανιστούν μηχανισμοί από τα κάτω που θα μιλούν με καθαρότητα από την πλευρά των λαϊκών στρωμάτων. Αφού κάτι τέτοιο δεν συνέβη μετά τις μαζικές κινητοποιήσεις των Αγανακτισμένων, δεν πρόκειται να συμβεί τους επόμενους μήνες. Το βάρος λοιπόν πέφτει στην Αριστερά που έχει εμφανιστεί ως διεκδικητής της εξουσίας. Κι εδώ τα σημάδια είναι ανησυχητικά.

Υπάρχει φυσικά το ΚΚΕ που έχει αναγάγει σε επιστήμη την τέχνη του να μιλάς σκληρά επί του αφηρημένου, αλλά με αβρότητα επί του συγκεκριμένου. Ας το αφήσουμε όμως κατά μέρος γιατί το κύριο πρόβλημα είναι η αξιωματική αντιπολίτευση, όπου το στρογγύλεμα και η γενικότερη λεκτική αναδίπλωση αρχίζουν να παίρνουν μορφή επιδημίας. Ποια μπορεί να είναι η ουσιαστική συμβολή στην αντιμετώπιση των καυτών προβλημάτων ενός ακόμη πολιτικού φορέα που κινείται στα πλαίσια του ‘αποδεκτού’ και μιλάει τη γλώσσα της ‘λογικής’ για να πάρει την εξουσία; Η απάντηση είναι φανερή και δε χρειάζεται καν να ειπωθεί.

Τα λαϊκά στρώματα έχουν επανειλημμένως δείξει ότι απαιτούν ευθύτητα και παρρησία από την πολιτική ηγεσία και τους κομματικούς φορείς συνολικά. Δε συγκινούνται από τα στρογγυλέματα και παίρνουν κυνική στάση όταν αντιλαμβάνονται το ‘μια από τα ίδια’. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει στον ελληνικό λαό να έχει το ΄θάρρος των πολιτών’ στην αντιμετώπιση των καυτών προβλημάτων της χώρας και όχι να γυρεύει κοινούς παρονομαστές και ανώδυνες διατυπώσεις διεύρυνσης προς το κέντρο. Αυτός ο δρόμος ούτε την αλλαγή των κοινωνικών πραγμάτων θα φέρει, ούτε την πολιτική πρωτοκαθεδρία θα δώσει.

[--->]

''Οι αρχάγγελοι του Μαύρου

 το μόνο Λευκό που μπορούν να δουν είναι τα κελιά.''

  Το Πανοπτικόν στο Δομοκό ή ο τρίτος δρόμος για την Κοτσαμπάμπα.  

Του Απόστολου Λυκεσά


Ο αδελφός του, ο Σάμιουελ, του έβαλε την ιδέα και αυτός την πραγματοποίησε. Το 1785, ο Τζέρεμι Μπένθαμ, σκέφθηκε: τι μανιφακτούρα, τι φυλακή. Κι έτσι, σχεδίασε ένα κτίριο το οποίο, έδινε την δυνατότητα στους φρουρούς να επιτηρούν τους κρατούμενους κάθε στιγμή του εικοσιτετραώρου, χωρίς οι φυλακισμένοι να το αντιλαμβάνονται Αυτή η βασική ιδέα δεν εφαρμόστηκε βέβαια, ποτέ, αλλά η ιδέα πότισε το δέντρο της αρχιτεκτονικής για τις φυλακές της οικουμένης.

Το 1998, γράφει ο Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο, η διέυθυνση του σωφρονιστικού συστήματος της Βολιβίας, έλαβε επιστολή από τους φυλακισμένους στην Κοτσαμπάμπα  με ένα, αδιανόητο για κρατούμενους, αίτημα. Ζητούσαν να χτιστεί ένας επιπλέον, ψηλότερος τοίχος περιμετρικά της φυλακής, διότι οι ντόπιοι τους έκλεβαν την μπουγάδα. Αλλά, χρήμα δεν υπήρχε οπότε τον έχτισαν μόνοι τους τον τοίχο.
Ο Μπένθαμ, πάλι, με την φιλοσοφία να απασχολεί τις εγκεφαλικές συνάψεις του κατά την σχόλη, περιέλαβε στα αρχιτεκτονικά του σχέδια και μια πραγματεία ένα εγχειρίδιο χρήσης του Πανοπτικού για μην υπάρχουν απορίες σχετικά με την αξία χρήσης του εφιάλτη του και διευκρίνιζε ότι το Πανοπτικό, μπορεί να αξιοποιηθεί «...όσο διαφορετικός ή αντίθετος και να είναι ο σκοπός: είτε για να τιμωρηθούν οι αδιόρθωτοι, να φυλαχθούν οι άφρονες, να αναμορφωθούν οι φαύλοι, να επιβεβαιωθούν οι ύποπτοι, να εργαστούν οι άεργοι, να διατηρηθούν οι αβοήθητοι, να περιθαλπούν οι άρρωστοι, είτε για να διδαχθούν οι πρόθυμοι σε κάθε κλάδο της βιομηχανίας, ή να εκπαιδευτεί η ανερχομένη γενιά στο δρόμο της εκπαίδευσης: με μια λέξη, είτε να εφαρμοστεί στους αιώνιους φυλακισμένους στο δωμάτιο του θανάτου είτε στους προφυλακισμένους που περιμένουν τη δίκη είτε σε αναμορφωτήρια είτε σε κάτεργα είτε σε βιοτεχνίες είτε σε τρελοκομεία, είτε σε νοσοκομεία είτε σε σχολεία».

Τον Ιούλιο του 2014, η εληννική κυβέρνηση έφερε νομοσχέδιο στη βουλή με το οποίο, στέλνει τον Μπένθαμ στα σκουπίδια και την ιστορία της Κοτσαμπάμπα στον αγύριστο. Φυλακές τύπου Γ. Όπως λέγαμε κάποτε τρίτος δρόμος για... το άγνωστο. Η κεντρική ιδέα της κυβέρνησης είναι: να ξεμπερδεύουμε με τα σωφρονιστικά ιδρύματα. Εμείς θα παίρνουμε εκδίκηση. Καθαρές κουβέντες. Ο σωφρονισμός είναι μπούρδες. Άμα μπεις στη φυλακή θα σε ξεχνάει και η μάνα σου, άσε που δεν θα φοβάσαι μη σου κλέψουν τα ασπρόρουχα. Αυτά τα φιλοσοφικά ρετάλια του διαφωτισμού θα τα τρώει το μαύρο σκοτάδι. Κι αυτή είναι μια προοπτική που έχει ενθουσιάσει ακόμη και ξένους κρατούμενους οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να έρχονται για τουρισμό στις ελληνικές φυλακές. Για πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά της οικονομικής επιστήμης θα μας πληρώνουν για τις εισαγωγές που θα κάνουμε. Η χώρα θα μετατραπεί σε Νέα Καληδονία των ευχαριστημένων φυλακισμένων.
Εδώ, βέβαια, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι με τόσους χρεωστήδες και πεινασμένους στον τόπο σε πολλούς έμπαινε η ιδέα της Κοτσαμπάμπα, να μπουν αυτοβούλως στις φυλακές όχι για τα ασπρόρουχα των φυλακισμένων αλλά για να έχουν ένα κομμάτι ψωμί να τρώνε. Η κυβέρνησή μας ας επεκτείνει τώρα τον Δομοκό της, με τον ρεαλισμό που την διακρίνει, της σε ολόκληρη την χώρα με την λογική Μπένθαμ που υπαγορεύει: μπήκες στο μνημόνιο; Θα είσαι εδώ για ολόκληρη τη ζωή σου, η οποία επειδή δεν είναι αρκετή, θα ανήκουν στα μνημόνια οι ζωές των παιδιών και των εγγονών σου. Και βλέπουμε...
Οι αρχάγγελοι του Μαύρου το μόνο Λευκό που μπορούν να δουν είναι τα κελιά.

 

 

Δημοσθένους λέξις

Κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή κανείς δε θα με περιμένει
οι δρόμοι θα 'ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη
τα καφενεία όλα κλειστά κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι
αέρας θα με παρασέρνει κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή

Κι ο ήλιος θ' αποκοιμηθεί μες στα ερείπια της Ολύνθου
θα μοιάζουν πράγματα του μύθου κι οι φίλοι μου και οι εχθροί
μαρμαρωμένοι θα σταθούν οι ρήτορες κι οι λωποδύτες
ζητιάνοι εταίρες και προφήτες μαρμαρωμένοι θα σταθούν

Μπροστά στην πύλη θα σταθώ με τις κουβέρτες στη μασχάλη
κι αργοκουνώντας το κεφάλι θα χαιρετήσω το φρουρό
χωρίς βουλή χωρίς Θεό σαν βασιλιάς σ' αρχαίο δράμα
θα πω τη λέξη και το γράμμα μπροστά στην πύλη θα σταθώ 

Διονύσης Σαββόπουλος

Μαριονέτες


Μουσική -- Στίχοι : Στέλιος Κάτσαρης

Στον εφιάλτη αυτόν που ζω
επαναστάτες και αφεντάδες
διαπληκτίζονται σαν τους φονιάδες
σαν τους γειτόνους που αντιπαθώ
Με αναγκάζουν να μπαίνω στη μέση
να διεκδικώ το δεδομένο
είναι δικό μου και επιμένω
ζητώ συγνώμη , μήπως ενοχλώ ;
Στον εφιάλτη που επιζώ
σαν μαριονέτες σακατεμένες
αυτοδιοικούμενες και σκλαβωμένες
σ' ένα χορό τόσο μαγικό
στάζει το αίμα απ' το ταβάνι
χύνονται δάκρυα ένα σωρό
το ξέρω άνθρωπε κάτι σου φταίει
κι αυτό το κάτι δεν είμαι εγώ
Ποιος Οδυσσέας και ποια Ελένη
χαμένα έπη από καιρό
αν τα αφαιρέσουμε πες μου τι μένει
τι έχεις κάνει και σε συγχωρώ
Κάνεις αντάρτη το φασίστα
κι επαναστάτη τον κάθε δειλό
και το σκουπίδι την πρώτη αρτίστα
και μου ζητάς να χειροκροτώ
Στον εφιάλτη αυτόν που ζω
επαναστάτες και αφεντάδες
διαπληκτίζονται σαν τους φονιάδες
σαν τους γειτόνους που αντιπαθώ
Στον εφιάλτη αυτόν που ζω
επαστάτες και αφεντάδες
διαπληκτίζονται σαν τους φονιάδες
σαν τους γειτόνους που αντιπαθώ
Με αναγκάζουν να μπαίνω στη μέση
να διεκδικώ το δεδομένο
είναι δικό μου και επιμένω

"Εγκώμιο του εγκλήματος"

http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/3/3b/Piranesi02.jpg
 Giovanni Battista Piranesi (1720-1778), Carceri d'invenzione



Ένας φιλόσοφος παράγει ιδέες, ένας ποιητής ποιήματα, ένας παπάς κηρύγματα, κλπ. Ένας εγκληματίας παράγει εγκλήματα. Όταν εξετάσει κανείς πιο λεπτομεριακά τη συνάρτηση αυτού του τελευταίου κλάδου παραγωγής με το σύνολο της κοινωνίας, τότε θ' απαλλαγεί από πολλές προκαταλήψεις. Ο εγκληματίας δεν παράγει μόνο εγκλήματα, αλλά και ποινικό δίκαιο και μαζί του και τον καθηγητή που κάνει παραδόσεις για το ποινικό δίκαιο και επιπλέον το αναπόφευκτο εγχειρίδιο, με το οποίο αυτός ο ίδιος καθηγητής ρίχνει τις παραδόσεις του στη γενική αγορά αγορά με τη μορφή “εμπορεύματος”. Έτσι πραγματοποιείται αύξηση του εθνικού πλούτου, χωρίς να γίνεται λόγος για την ατομική απόλαυση, την οποία, όπως μας λέει ένας αρμόδιος μάρτυρας, ο καθηγητής Ρόσερ, το χειρόγραφο του εγχειριδίου χαρίζει στον ίδιο τον συγγραφέα του.


Ο εγκληματίας παράγει ακόμα όλη την αστυνομία και την ποινική δικαιοσύνη, τους δικαστικούς κλητήρες, τους δικαστές, τους δήμιους, τους ενόρκους κλπ. Και όλοι αυτοί οι διάφοροι κλάδοι επαγγελμάτων, που αποτελούν ισάριθμες κατηγορίες του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, αναπτύσσουν διάφορες ικανότητες του ανθρώπινου πνεύματος, δημιουργούν νέες ανάγκες και κανούργιους τρόπους ικανοποίησής τους. Μονάχα τα βασανιστήρια λ.χ. αποτέλεσαν την αφορμή για τις πιο έξυπνες μηχανικές εφευρέσεις, στη δε παραγωγή των σύνεργών τους απασχόλησαν ένα ολόκληρο πλήθος έντιμων χειροτεχνών. 

Ο εγκληματίας δημιουργεί μια εντύπωση, ενμέρει ηθική, ενμέρει τραγική, ανάλογα με τις περιστάσεις, και προσφέρει έτσι μιαν “υπηρεσία”, μια κίνηση των ηθικών και αισθητικών αισθημάτων του κοινού. Δεν παράγει μόνο εγχειρίδια για το ποινικό δίκαιο, ούτε μόνο κώδικες της ποινικής νομοθεσίας και μαζί τους ποινικούς νομοθέτες, αλλά και τέχνη, λογοτεχνία, μυθιστορήματα, ακόμη και τραγωδίες, όπως το αποδείχνουν όχι μόνο η "Ενοχή" του Μύλλνερ και οι "Ληστές" του Σίλλερ, αλλά επίσης ο "Οιδίπους" και ο "Ριχάρδος ο Τρίτος". 

Ο εγκληματίας  διακόπτει την μονοτονία και την καθημερινή ασφάλεια της αστικής ζωής. Την προφυλλάσει έτσι από την στασιμότητα και προκαλεί όλη εκείνη την ανήσυχη ένταση και την κινητικότητα, χωρίς την οποία θα αμβλυνόταν ακόμη και το κεντρί του συναγωνισμού. Έτσι δίνει κάποιο κέντρισμα στις παραγωγικές δυνάμεις. Ενώ το έγκλημα, αφαιρώντας ένα μέρος του υπεράριθμου πληθυσμού από την αγορά εργασίας, μειώνει έτσι τον συναγωνισμό ανάμεσα στους εργάτες και εμποδίζει ως ένα σημείο την πτώση του μισθού εργασίας κάτω από το κατώτατο όριό του.  

Η πάλη ενάντια στο έγκλημα απορροφά ένα άλλο μέρος του ίδιου πληθυσμού. Ο εγκληματίας επεμβαίνει έτσι σαν μια από εκείνες τις φυσικές “εξισορροπήσεις” που αποκατασταίνουν ένα σωστό επίπεδο και ξανοίγουν μιαν ολόκληρη προοπτική "ωφέλιμων" κλάδων απασχόλησης.
Οι επιδράσεις του εγκληματία στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μπορούν ν' αποδειχθούν ως τις λεπτομέρειές τους.
Θα πρόκοβαν οι κλειδαράδες ως την τωρινή τους τελειότητα, αν δεν υπήρχαν οι κλέφτες;
Η εκτύπωση τραπεζογραμματίων θα έφτανε ως τη σημερινή τους τέλεια εμφάνιση, αν δεν υπήρχαν οι παραχαράκτες;
Θα έβρισκε το μικροσκόπιο τον δρόμο του στη συνηθισμένη εμπορική σφαίρα (βλέπε τον Μπάμπατζ), χωρίς την απάτη στο εμπόριο;
Μήπως η πρακτική χημεία δεν χρωστάει τόσα στη νόθευση των εμπορευμάτων και στην προσπάθεια της αποκάλυψής της, όσα και στον τίμιο ζήλο παραγωγής;
Το έγκλημα, με τα διαρκώς νέα μέσα επίθεσης ενάντια στην ιδιοκτησία, γεννάει διαρκώς νέα μέσα υπεράπισης και επιδρά έτσι τόσο παραγωγικά στην εφεύρεση μηχανών όσο επιδρούν και οι απεργίες.

Αλλά ας εγκαταλείψουμε τη σφαίρα του ατομικού εγκλήματος: θα δημιουργόταν ποτέ χωρίς εθνικά εγκλήματα η παγκόσμια αγορά; Χωρίς αυτά θα δημιουργούνταν μήπως ακόμα και αυτά τα έθνη; Και μήπως το δέντρο της αμαρτίας δεν είναι ταυτόχρονα και το δέντρο της γνώσης, από τον καιρό ακόμα του Αδάμ;

Στο βιβλίο του Μύθοι για τις μέλισσες ο Μάντεβιλ απόδειξε ήδη την παραγωγικότητα όλων των δυνατών επαγγελμάτων, κλπ. και γενικά την τάση ολόκληρου αυτού του επιχειρήματος:
"Αυτό που εμείς ονομάζουμε κακό σ' αυτό τον κόσμο, τόσο το ηθικό όσο και το φυσικό κακό, είναι η μεγάλη αρχή, που μας κάνει κοινωνικά πλάσματα, η στέρεη βάση, η ζωή και το στήριγμα όλων χωρίς εξαίρεση των επαγγελμάτων και απασχολήσεων.
Εδώ πρέπει να αναζητήσουμε την αληθινή καταγωγή όλων των τεχνών και επιστημών. Και τη στιγμή που θα σταματούσε το κακό, την ίδια στιγμή θα έπρεπε να χαλάσει η κοινωνία, αν δεν αφανιζόταν ολότελα."

Μόνο που ο Μάντεβιλ ήταν φυσικά απείρως τολμηρότερος και τιμιότερος από τους φιλισταίους απολογητές της αστικής κοινωνίας.

ΠΗΓΗ: Καρλ Μαρξ, Θεωρίες της υπεραξίας, τομ. 1, Σύγχρονη Εποχή, 1984, σελ. 432-434, μετάφραση: Παναγιώτης Μαυρομάτης

Η λιτότητα, πρόβλημα και για την ίδια την ΕΕ



του Claudio Conti
Δύο άρθρα, σε δύο εφημερίδες με ειδίκευση στα οικονομικά, που σχολιάζουν διαφορετικές πτυχές της ευρωπαϊκής κρίσης και καταρρίπτουν σημείο προς σημείο όλη τη ρητορική (και τις "συνταγές") που ακολούθησε η Ευρωπαϊκή Ένωση .
 
Από τη μία, την κοινοτοπία ότι η Γερμανία είναι "πιο ανταγωνιστική" λόγω της μεγαλύτερης "παραγωγικότητας" της, ένα μείγμα υψηλής τεχνολογίας και  χαμηλών μισθών και που, στην πραγματικότητα, ήταν μόνο το δεύτερο  χάρη κυρίως στις "μεταρρυθμίσεις Hartz" που καταδίκασαν εκατομμύρια νέους σε μια ζωή επισφαλή και άθλια, αλλά τώρα –επειδή οι Γερμανοί ηγέτες  ανησυχούν για τη δική τους στασιμότητα - ετοιμάζουν ένα πρόγραμμα "αντι-μεταρρυθμιστικό": δηλαδή, κατώτατο μισθό στα € 8,5,  μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και συγκράτηση του ύψους των ενοικίων. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από αυτό που ζητούν από τους άλλους να κάνουν. Η ανάλυση και η είδηση, από τον Daniel Gros, έναν από τους κορυφαίους θεωρητικούς  του "αποπληθωρισμού των μισθών", που τώρα είναι υποχρεωμένος  να βλέπει να διαλύεται το δημιούργημα του. Χωρίς καν να διαμαρτύρεται, βλέποντας την καταστροφή που προκάλεσε (όχι από "κοινωνική άποψη", το τελευταίο που τον νοιάζει, αλλά από την πλευρά της "ανταγωνιστικότητας"). 

Από την άλλη, η διαπίστωση ότι η Ευρώπη σε φάση αποπληθωρισμού είναι σήμερα  "πηγή παγκόσμιας αστάθειας", η οικονομική υπερδύναμη που με τις αυτοκτονικές επιλογές της δημιουργεί προβλήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις αναδυόμενες χώρες. Χωρίς πάντως να επιλύει οποιοδήποτε από τα προβλήματα - δείτε το δημόσιο χρέος των PIIGS - για το οποίο σχεδιάστηκε η "λιτότητα". Η αποκάλυψη, στην περίπτωση αυτή, αποκαλύπτει αυτό που ήδη γνωρίζαμε: δηλαδή, αν δεν αυξηθεί το ΑΕΠ (που σημαίνει περισσότερες επενδύσεις, ακόμα και με ελλείμματα, αν χρειαστεί), δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να μειωθεί το δημόσιο χρέος. Επειδή κάθε περικοπή δαπανών παράγει περισσότερο και από ανάλογη συμπίεση του ΑΕΠ, σύμφωνα με μια σπείρα του παραλογισμού ότι η περικοπή των δαπανών (σε απόλυτες τιμές) αυξάνει το χρέος (ποσοστιαία).
 
Φυσικά υπάρχουν πολύ περισσότερα, αρχίζοντας από την παραδοχή ότι μια "καλή λειτουργία" ,καπιταλιστική, της αγοράς εργασίας είναι αυτή στην οποία "Τα υψηλά ποσοστά της ανεργίας μεταξύ 2000 και 2008, ανάγκασαν τους εργαζόμενους να αποδεχτούν χαμηλότερους μισθούς και περισσότερες ώρες εργασίας" . Κρίμα όμως, που όλα αυτά λειτουργούν και αντίστροφα, συρρικνώνοντας την εγχώρια ζήτηση, επιτρέποντας να επιβιώσουν  "παρωχημένες τεχνικές παραγωγής " αποκλειστικά και μόνο λόγω των χαμηλών μισθών, μειώνοντας τις δυνατότητες να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Ένα μοντέλο μερκαντιλιστικό προσανατολισμένο στις εξαγωγές, το οποίο όμως ενισχύει υπερβολικά το ενιαίο νόμισμα, παρά τα μηδενικά επιτόκια (ακόμη και αρνητικά για τις καταθέσεις στην ΕΚΤ). Διότι, αν το "ισοζύγιο πληρωμών είναι αυξητικά πλεονασματικό" δεν υπάρχει τρόπος να πειστούν τα κερδοσκοπικά κεφάλαια να κοιτάξουν να βρουν ένα άλλο νόμισμα αναφοράς.
Λείπει, βέβαια, το όποιο επιχείρημα σχετικά με τη φύση της κρίσης, αλλά πως είναι δυνατό να περιμένετε από κάποιους σχεδόν θρησκευτικούς οπαδούς των αρετών του φιλελευθερισμού να πιάσουν το νόημα της "πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους." Αλλά παρ 'όλα αυτά μπορούμε να αντλήσουμε πληροφορίες και "εννοιολογικές σχέσεις" πολύ χρήσιμες στις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Φυσικά, δεν βοηθούν σε τίποτα αν κάποιος ταυτίζει γενικά τη σύγκρουση μόνο με τις διαδηλώσεις ...
 
Σε πολιτικό επίπεδο, τέλος, τα συμπεράσματα που πρέπει να εξαχθούν είναι πολύ απλά: είναι άστοχη η όποια κινητοποίηση επικεντρώνεται μόνο στη "λιτότητα" χωρίς να βάζει σαν στόχο και την πολιτική οντότητα των πανευρωπαϊκών επιλογών: δηλαδή την Ευρωπαϊκή Ένωση (μια πολιτική υποδομή οικοδομημένη με διακυβερνητικές συνθήκες που δεν υπόκεινται σε κανένα "δημοκρατικό" έλεγχο) . Ήδη  από σήμερα, αλλά κυρίως κατά τους επόμενους μήνες, όλοι  είναι και θα είναι "κατά της λιτότητας".  Λείπει μόνο η Μέρκελ, η οποία συνεχίζει να την ζητά προς το παρόν από τις άλλες χώρες, ενώ στο εσωτερικό της χώρας της προχωρά σε "αντιμεταρρυθμίσεις". Θα προστεθεί σύντομα και εκείνη ακόμη και ο Σόιμπλε και ο Βάιντμαν. Η δύναμη της κρίσης μετατοπίζει τις πιο βαθιά ριζωμένες ιδεολογικές πεποιθήσεις.
 
*****  
Γερμανικά μάθημα για το κόστος εργασίας *
του Daniel Gros
 
Την τελευταία δεκαετία, η ευρωπαϊκή οικονομία έχει αντιμετωπίσει αρκετές ανατροπές : η Γερμανία, για παράδειγμα, από ασθενής της Ευρώπης έχει γίνει το πρότυπο. Αλλά είναι έτσι; Οι μεταρρυθμίσεις του Σρέντερ, και ακόμη περισσότερο  οι "αντι-μεταρρυθμίσεις" σήμερα, δεν αυξάνουν την παραγωγικότητα, όπως αντίθετα φαίνεται να κάνουν οι μεταρρυθμίσεις - ακόμη και αν επιβλήθηκαν - σε ορισμένες χώρες της περιφέρειας.

Το γερμανικό μοντέλο:μεταρρυθμίσεις και αντι-μεταρρυθμίσεις

Το 2003, η Γερμανία είχε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο με σχεδόν 4% του ΑΕΠ, ένα ποσοστό που δεν είναι υψηλό με βάση τα σημερινά δεδομένα, αλλά στη συνέχεια υπερέβη το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα τα δημοσιονομικά της χώρας  είναι ισορροπημένα, ενώ οι περισσότερες από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης κατέγραψαν ελλείμματα υψηλότερα από ό, τι η Γερμανία πριν από δέκα χρόνια. Η Γερμανία έχει εξυγιάνει τα δημοσιονομικά της, βασικά περικόπτωντας τις δαπάνες: οι δημόσιες δαπάνες - που το 2003 ανέρχονταν στο 46% περίπου,του ΑΕΠ, δηλαδή πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης - έχουν μειωθεί κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Το 2008, λοιπόν, ενώ ο κόσμος έπεφτε στη "μεγάλη ύφεση", η Γερμανία είχε μια σχέση των δαπανών προς στο ΑΕΠ  από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση, ωστόσο, δεν μπορούσε να κάνει πολλά για να βελτιωθεί η χαμηλή παραγωγικότητα της Γερμανίας, που ήταν το μεγάλο πρόβλημα της χώρας εκείνη την εποχή. Αν και σήμερα μπορεί να μας φαίνεται παράξενο, τα πρώτα χρόνια μετά την υιοθέτηση του ευρώ, η Γερμανία θεωρείτο ότι ήταν μια χώρα λίγο ανταγωνιστική λόγω του υψηλού επιπέδου του μισθολογικού κόστους της. Και πολλοί φοβόντουσαν ότι με το ενιαίο νόμισμα η χώρα  θα έχανε, μαζί με την ικανότητα να χειραγωγεί την ισοτιμία, και την ικανότητα να λύσει το πρόβλημα. Αντίθετα, όπως γνωρίζουμε, η Γερμανία έγινε πάλι ανταγωνιστική σε σημείο που σήμερα να την κατηγορούν ότι είναι υπερβολικά ανταγωνιστική, χάρη σε ένα μίγμα  συγκράτησης των μισθών και  διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην αύξηση της παραγωγικότητας. Μια πιο ενδελεχής ανάλυση των στοιχείων, ωστόσο, δείχνει ότι το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται περισσότερο στο πρώτο μέτρο (συγκράτηση των μισθών) παρά στο δεύτερο. Επομένως, ο καθοριστικός παράγοντας υπήρξε η συγκράτηση των μισθών, αν και αυτό δεν είναι ένα μέτρο που μπορεί να επιβληθεί από την κυβέρνηση και  μάλλον ήταν το αποτέλεσμα της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς εργασίας της Γερμανίας. Το υψηλό ποσοστό της ανεργίας μεταξύ 2000 και 2008,  ανάγκασε τους εργαζόμενους να αποδέχονται χαμηλότερους μισθούς και περισσότερες ώρες εργασίας, ενώ στις χώρες της περιφέρεια οι μισθοί αυξανόντουσαν με ρυθμούς 2-3% ετησίως. Αυτός είναι λοιπόν ο παράγοντας ο οποίος μέχρι το 2008 πίεσε προς τα κάτω το κόστος εργασίας ανά γερμανική μονάδα προϊόντος σε σχέση με αυτό της υπόλοιπης ευρωζώνης.
 
Όσον αφορά την παραγωγικότητα, είναι αλήθεια ότι μια σειρά σημαντικές μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας, στην πραγματικότητα ξεκίνησαν πριν δέκα χρόνια, αλλά ο αντίκτυπός τους στην παραγωγικότητα μοιάζει να είναι αμελητέος. 
Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν μια αύξηση του ποσοστού της παραγωγικότητας  της γερμανικής οικονομίας πολύ χαμηλή, την τελευταία δεκαετία. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη αν σκεφτεί κανείς ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν επηρέασαν ουδόλως τον τομέα των υπηρεσιών, που γενικά θεωρείται  υπερβολικά ρυθμισμένος και προστατευμένος. Η παραγωγικότητα αυξήθηκε περισσότερο στον τομέα της μεταποίησης, λόγω της έκθεσής του στον έντονο διεθνή ανταγωνισμό. Ωστόσο, ακόμη και στη Γερμανία, ο τομέας των υπηρεσιών είναι  διπλάσιος από τη μεταποίηση.


Ας δούμε τώρα τις τρεις οικονομικές προτάσεις από τις οποίες εξαρτάται το πρόγραμμα της νέας γερμανικής κυβέρνησης, του Μεγάλου Συνασπισμού: κατώτατος μισθός, μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και συγκράτηση των ενοικίων. Και τα τρία αυτά στοιχεία της γερμανικής αντιμεταρρύθμισης έχουν ένα πολύ σημαντικό οικονομικό βάρος.
 
Ο κατώτατος μισθός: Προβλέπεται μια ευρεία κάλυψη ( αποκλείονται μόνο οι νέοι και οι μακροχρόνια άνεργοι) και υψηλά επίπεδα (κάτι σαν € 8,5 την ώρα). Η εμπειρική έρευνα γύρω από τις επιπτώσεις του κατώτατου μισθού (με βάση κυρίως την εμπειρία  στις Ηνωμένες Πολιτείες), δείχνει ότι αυτό το μέτρο, συνήθως, δεν επηρεάζει  ιδιαίτερα την απασχόληση.
Μείωση του ορίου  συνταξιοδότησης. Μια σημαντική μεταρρύθμιση της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης Σρέντερ είχε συνδέσει την ηλικία συνταξιοδότησης με αντικειμενικές δημογραφικές μεταβλητές, αυξάνοντας βαθμιαία  τα όρια συνταξιοδότησης μέχρι τα 67 χρόνια (με γενναιόδωρες εξαιρέσεις για τα βαριά, σωματικά,  επαγγέλματα). Σήμερα βλέπουμε να γίνεται ένα σχετικό πισωγύρισμα  που επιτρέπει σε ορισμένους  εργαζόμενους που εισήλθαν στην αγορά εργασίας σε πολύ νεαρή ηλικία να συνταξιοδοτηθούν με πλήρη σύνταξη στα 63 χρόνια.
 
Συγκράτηση των ενοικίων. Το χαμηλό ύψος των επιτοκίων οδήγησε σε μια ανάκαμψη της αύξησης των τιμών των κατοικιών, μετά από δεκαετίες στασιμότητας. Η πορεία στις τιμές των ακινήτων είχε επιπτώσεις στα ενοίκια, τα οποία στη συνέχεια αυξήθηκαν. Στη Γερμανία, σε αντίθεση με ό, τι συμβαίνει στις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των οικογενειών ζουν στο νοίκι: έτσι ακόμα κι αν η αύξηση των ενοικίων ήταν μικρή και αφορούσε τις πιο περιζήτητες περιοχές, εντούτοις ήταν η αιτία να δημιουργηθεί μια ζήτηση συγκράτησης των τιμών των ενοικίων που θα οδηγήσει προφανώς στη στρέβλωση της αγοράς σε μακροπρόθεσμη βάση. Βραχυπρόθεσμα, η συγκράτηση του ύψους των μισθωμάτων θα τονώσει τον τομέα των κατασκευών, δεδομένου ότι δεν ισχύουν για τις νέες κατοικίες. Σε μακροπρόθεσμη βάση, θα αυξήσει το ποσοστό των ιδιοκτητών ακινήτων, σύμφωνα με τα ισχύοντα στη νότια Ευρώπη, όπου εδώ και δεκαετίες πολιτικών συγκράτησης των ενοικίων  (μέχρι τη δεκαετία του ενενήντα) έχουν πολύ υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης.

Να βγούμε από την κρίση πιο ανταγωνιστικοί.
Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι ορισμένα στοιχεία του "γερμανικού μοντέλου" θα μπορούσαν να υιοθετηθούν από τις προβληματικές περιφερειακές οικονομίες της ζώνης του ευρώ. Μια διαρκής δημοσιονομική εξυγίανση απαιτεί  συγκράτηση των δαπανών, και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας μπορούν, εν καιρώ, να επιτρέψουν την είσοδο  νέων εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, η πιο σημαντική πρόκληση για χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία παραμένει η ανταγωνιστικότητα. Η περιφέρεια της Ευρώπης μπορεί να επιστρέψει στην ανάπτυξη μόνο εάν μπορέσει να εξάγει περισσότερο. Τα υψηλά επίπεδα της ανεργίας έχουν ήδη επιβάλλει τη μείωση των μισθών, αλλά αυτή είναι η πιο επώδυνη διέξοδος από την κρίση  και δημιουργεί έντονες αντιθέσεις. Πιο καλά θα ήταν να μειωθεί το κόστος εργασίας αυξάνοντας την παραγωγικότητα και από την άποψη αυτή, δυστυχώς, η Γερμανία δεν είναι ένα μοντέλο προς μίμηση.
 

*Ο συγγραφέας είναι διευθυντής του Κέντρου Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής στις Βρυξέλλες
 

Πηγή : IlSole24Ore 

aletta.pdf

[--->]